Περπατώντας χθες στους δρόμους της Αθήνας αναλογιζόμουν αν όσα έχει πει στο απώτερο και στο πρόσφατο παρελθόν ο πρωθυπουργός για την έμφαση στην καθημερινότητα της ζωής μας έχει κάποιο πρακτικό αντίκρισμα, αν δηλαδή έχουν γίνει μερικά βήματα για να ζούμε καλύτερα.

Περπατώ στο Σύνταγμα, την ώρα της φοιτητικής διαδήλωσης. Η πόλη είναι κομμένη στα δύο επειδή όλοι διευκολύνουν τους διαδηλωτές. Υποτίθεται ότι εκπροσωπούν ένα ρωμαλέο κίνημα – αλλά διά της βίας είναι δυο χιλιάδες. Παρακάμπτω αυτό το ιδιότυπο κίνημα της μειοψηφίας που προσπαθεί να επιβάλει τη γνώμη του σε όλη τη χώρα. Σκέφτομαι ότι υπάρχει νόμος που απαγορεύει τις διαδηλώσεις σε όλο το μήκος του δρόμου, όταν δεν υπάρχει λόγος. Το σκόρπιο δήθεν φοιτητικό κίνημα θα μπορούσε να πορευτεί από μια λωρίδα – αλλά αν δεν ταλαιπωρήσουν τον κόσμο δεν θεωρούν ότι έχει νόημα η κινητοποίηση. Το κράτος, φυσικά, κάνει γαργάρα τον νόμο και κλείνει τους δρόμους για να μας ταλαιπωρεί το κίνημα.

Λίγο νωρίτερα κατέβαινα την Αλεξάνδρας, λίγο πριν τη ΓΑΔΑ – εκεί όπου παίρνουν τα φάρμακά τους οι καρκινοπαθείς. Η ουρά στο κρύο ήταν και πάλι τεράστια. Προσφάτως ο πρωθυπουργός είχε εξαγγείλει υπηρεσία παράδοσης στα σπίτια. Βλέπω ότι δεν έχει γίνει δυνατόν.

Δίπλα στα νοσοκομεία της Αλεξάνδρας, λίγο πριν απ’ τον Αρειο Πάγο, υπάρχει η πιο βρώμικη και πιο αντιαισθητική όψη της πόλης, τα Προσφυγικά. Παρατημένα κτίρια, κατειλημμένα από Κύριος οίδε τι «συλλογικότητες», έχουν γεμίσει μαύρα αεροπανό που κάνουν αντίσταση – συχνά στη λογική. Προσπάθησαν κάποτε διάφοροι θεωρητικοί της αρχιτεκτονικής να μας πουν ότι τα οκτώ αυτά μπλοκ διαμερισμάτων είναι αρχιτεκτονικό τεκμήριο μπαουχάους, άρα να μην κατεδαφιστούν. Δεν έχω γνώμη αν είναι έτσι, αλλά τα κτίρια στις πόλεις είναι για να αξιοποιούνται, όχι για να ρημάζουν ως κρησφύγετα παραβατικών.

Αν είσαι πεζός και επιχειρήσεις να περάσεις απέναντι, και δεν προσέξεις, κινδυνεύεις να βρεθείς στο νοσοκομείο ή στο νεκροταφείο, αφού τα κόκκινα φανάρια συνήθως για τα αυτοκίνητα είναι διακοσμητικά. Ξέρω, η πόλη γεννάει άγχος, αλλά αφενός τα αυτοκίνητα (οι οδηγοί των οποίων σε σχέση με τους πεζούς είναι σε θέση εξουσίας) δεν είναι μόνα, αφετέρου κάποιος πρέπει να προστατέψει τους κανόνες συμβίωσης. Δεν μπορούμε άλλο να ζούμε σε ζούγκλα.

Αν περπατάς σε πεζοδρόμιο, και δεν γλιστρήσεις, δεν σκοντάψεις ή δεν μπει το πόδι σου στις διάφορες λακκούβες, συνήθως πρέπει να φυλαχτείς από ποδήλατα, από μηχανάκια, ακόμα και από αυτοκίνητα που παρκάρουν ή κινούνται σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Πρέπει να είμαστε η μόνη ευρωπαϊκή χώρα όπου τα πεζοδρόμια ανήκουν στα τροχοφόρα.

Στα λεωφορεία των αστικών γραμμών, που πλέον περνάνε αργά ή είναι τρομακτικά βρώμικα και παρατημένα, οι επιβάτες συνεχίζουν να μην πληρώνουν εισιτήριο – άρα και οι μαζικές συγκοινωνίες είναι στα χέρια των φορολογουμένων, όσων τελοσπάντων πληρώνουν φόρους. Διαβάζω συνέχεια ότι θα λειτουργήσει το ηλεκτρονικό εισιτήριο. Και να λειτουργήσει, δεν θα λύσει προβλήματα αν δεν υπάρχει βούληση να λυθούν.

Τα παραπάνω είναι η εμμονική ομολογία της αδυναμίας ενός συντηρητικού μικροαστού. Ενός ανθρώπου που περιμένει από ένα κράτος δικαίου, όταν ο πολιτισμός του αλληλοσεβασμού απουσιάζει, να θυμίζει ότι υπάρχει νόμος – και να τον επιβάλλει. Ενός τίποτα, δηλαδή. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξελέγη δυο φορές υποσχόμενη και μεταρρυθμίσεις που θα εμπεδώσουν ένα κράτος δικαίου. Δεύτερη τετραετία, κοντεύει να φύγει ο πρώτος χρόνος, αλλά η ζωή δεν είναι για τους αδύναμους και όσους έχουν ανάγκη τους κανόνες.