Η Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή της λίστας 35 χωρών το 2023 τις οποίες ο Economist κατέταξε με βάση πέντε οικονομικούς και χρηματοοικονομικούς δείκτες, δηλαδή τον πληθωρισμό, το λεγόμενο «εύρος πληθωρισμού», την αύξηση του ΑΕΠ, την απασχόληση και τις αποδόσεις του Χρηματιστηρίου.

Ειδικά με αφορμή τις αποδόσεις της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, ο «Economist» «δείχνει» έντονα προς τη χώρα μας αναφέροντας ότι η πραγματική αξία του Χρηματιστηρίου έχει αυξηθεί πάνω από 40%. Οι επενδυτές έχουν ξαναστρέψει το βλέμμα τους στις ελληνικές εταιρείες καθώς η κυβέρνηση εφαρμόζει σειρά μεταρρυθμίσεων υπέρ της αγοράς, όπως αναφέρεται.

«Αν και η χώρα εξακολουθεί να είναι πολύ φτωχότερη από ό,τι ήταν πριν από τη μεγάλη κατάρρευσή της στις αρχές της δεκαετίας του 2010, σε πρόσφατη δήλωση το ΔΝΤ, κάποτε εχθρός της Ελλάδας, επαίνεσε «τον ψηφιακό μετασχηματισμό της οικονομίας» και τον «αυξανόμενο ανταγωνισμό στην αγορά» (…) ο υπόλοιπος κόσμος θα πρέπει να σηκώσει ένα ποτήρι ούζο σε αυτόν τον πιο απίθανο πρωταθλητή», καταλήγει ο «Economist» αναφερόμενος στη χώρα μας.

Πληθωρισμός

Εξηγώντας τη μεθοδολογία του για την τελική κατάταξη το περιοδικό αναφέρει ότι αυτή προέκυψε από το πόσο καλά τα πήγαν οι χώρες με βάση τους πέντε ανωτέρω οικονομικούς και χρηματοοικονομικούς δείκτες, εκπονώντας μια συνολική βαθμολογία από κάθε μία περίπτωση.

Ο «Economist» εκτιμά ότι στις περισσότερες χώρες ο πληθωρισμός καθίσταται λιγότερο επίμονος. Αυτό μετράται από το βρετανικό περιοδικό με το αποκαλούμενο «εύρος του πληθωρισμού», το οποίο υπολογίζει το μερίδιο προϊόντων στο καλάθι τιμών καταναλωτή όπου οι τιμές αυξάνονται περισσότερο από 2% σε ετήσια βάση.

Σε Χιλή και Νότια Κορέα όπου οι κεντρικές τράπεζες αύξησαν επιθετικά τα επιτόκια το 2022, νωρίτερα από πολλές άλλες κεντρικές τράπεζες στον ανεπτυγμένο κόσμο, οι χώρες αυτές τώρα φαίνεται να καρπώνονται τα οφέλη όπως σημειώνεται. Στη Νότια Κορέα το εύρος του πληθωρισμού μειώθηκε από 73% σε 60%. Οι κεντρικοί τραπεζίτες στην Αμερική και τον Καναδά, όπου το εύρος του πληθωρισμού έχει μειωθεί ακόμη πιο απότομα, μπορούν επίσης να λάβουν εύσημα, εκτιμά ο «Economist».

Απασχόληση και ανάπτυξη

Η αύξηση της απασχόλησης και η ανάπτυξη του ΑΕΠ υποδηλώνουν τον βαθμό στον οποίο οι οικονομίες αποδίδουν για τους μέσους ανθρώπους, αναφέρει επίσης το δημοσίευμα. Η Ιρλανδία είχε τη χειρότερη επίδοση με υποχώρηση 4,1% του ΑΕΠ, αλλά συνιστάται προσοχή στα επίσημα στοιχεία αυτά επειδή «υπάρχουν μεγάλα προβλήματα με τη μέτρηση του ιρλανδικού ΑΕΠ», όπως σημειώνεται. Η Βρετανία και η Γερμανία είχαν επίσης κακές επιδόσεις, δείχνουν τα ίδια στοιχεία. Ειδικά η Γερμανία παλεύει με τις επιπτώσεις από ένα σοκ στις τιμές της ενέργειας και τον αυξανόμενο ανταγωνισμό από τα εισαγόμενα κινεζικά αυτοκίνητα. Η Βρετανία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τις συνέπειες του Brexit.

Η Αμερική τα πήγε καλά τόσο στο ΑΕΠ όσο και στην απασχόληση. Εχει επωφεληθεί από την παραγωγή ενέργειας ρεκόρ, καθώς και από τα αποτελέσματα γενναιόδωρης δημοσιονομικής τόνωσης που εφαρμόστηκε το 2020 και το 2021. Παρά τον πόλεμο με τη Χαμάς, το Ισραήλ, που υπολογίζει την Αμερική ως τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο του, έρχεται τέταρτο στη συνολική κατάταξη, δείχνουν ακόμη τα στοιχεία.