Υπάρχει το πρόβλημα, υπάρχει και η διαχείριση του προβλήματος. Υπάρχει η πρόνοια και υπάρχει και η αδυναμία πρόβλεψης που θα προκαλέσει ή θα επιβάλει την πρόνοια. Και υπάρχει και η αναπηρία του πολιτικού μας συστήματος λόγω της διάλυσης της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Τι συνθέτουν όλα αυτά αν τα βάλεις στο «μίξερ»; Το «πρόβλημα» Σαμαρά με τον νόμο για τις (δήθεν) «ελληνοποιήσεις» ξένων που εισέρχονται παράνομα στη χώρα.

Είναι «πρόβλημα» ο Αντώνης Σαμαράς; Αν το δεις στενά, κάτω από το πρίσμα μιας νομοθετικής ρύθμισης η οποία το μόνο που (προσπαθεί τουλάχιστον να) κάνει είναι να λύσει περιστασιακά το πρόβλημα της εντεινόμενης έλλειψης φθηνού εργατικού δυναμικού στη χώρα, πρόκειται για μια διαφοροποίηση ενός βουλευτή, ο οποίος είτε δεν έχει καταλάβει είτε δεν έχει πειστεί επαρκώς για την αναγκαιότητα της ρύθμισης ή τη σοβαρότητα του προβλήματος.

Αν όμως το δεις πολιτικά, ο Αντώνης Σαμαράς δεν είναι ένας κάποιος βουλευτής επαρχίας, είναι πρώην πρωθυπουργός, διοίκησε – και αυτός τη χώρα – επί μία τριετία, έχει διατελέσει για άλλη μία τριετία υπουργός Εξωτερικών και για κάμποσα χρόνια αρχηγός κόμματος. «Νομοταγής» έως τώρα, παρότι πολλά πράγματα στη διακυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη δεν του αρέσουν, εξερράγη με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, αν και είχε κατά το παρελθόν πολλές άλλες ευκαιρίες. Ας πούμε για την υπόθεση του σκανδάλου της Novartis και την απόφαση του Μεγάρου Μαξίμου να απαλλαγούν ουσιαστικά όσοι έστησαν επί ΣΥΡΙΖΑ τη σκευωρία εις βάρος του και εις βάρος άλλων εννιά πολιτικών προσωπικοτήτων τής τότε αντιπολίτευσης. Οι σχέσεις με την Τουρκία, ο αποκλεισμός από το κυβερνητικό σχήμα βουλευτών που ανήκουν στο δικό του «κλίμα», οι υποκλοπές, ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών, η οικονομική πολιτική είναι μερικά επίσης από τα θέματα που τον έχουν στείλει στο «απέναντι» σκαλί από εκείνο του Πρωθυπουργού.

Η αναβίωση μιας «αιώνιας» κόντρας

Τα γνωρίζει αυτά ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Ασφαλώς και τα γνωρίζει. Αλλά δεν έκανε τίποτε για να «μαζέψει» τη δυσαρέσκεια του πρώην πρωθυπουργού. Λειτούργησε με τη λογική, που ως έναν βαθμό είναι σωστή, ότι δεν υπάρχει λόγος να βάλει συνδιαχειριστές στην άσκηση της εξουσίας του. Ομως, σε μια εποχή που η αντιπολίτευση τελεί υπό διάλυση, προκύπτει το θέμα τού πώς διαχειρίζεται κανείς πολιτικές προσωπικότητες όπως ο Αντ. Σαμαράς για να μην του ξεφυτρώσει αντιπολίτευση εκεί που δεν θα ήθελε με τίποτε: στα δεξιά του. Και ακόμη χειρότερα, μέσα στο κόμμα του.

Θέλει όμως ο Αντ. Σαμαράς να δημιουργήσει έναν τέτοιο πόλο στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας; Φιλοδοξεί στα 73 του να ηγηθεί των συντηρητικών δυνάμεων που υφίστανται εντός της ΝΔ; Επιδιώκει να επαναφέρει το κόμμα, του οποίου και αυτός ηγήθηκε κάποτε, στο ιδεολογικό πλαίσιο της συντηρητικής παράταξης, αναγνωρίζοντας ότι η μετακίνησή της προς το Κέντρο έχει αλλοιώσει το πολιτικό DNA της; Οσο κι αν το βασάνισα χθες, με διάφορα τηλεφωνήματα εδώ κι εκεί, δεν μου προέκυψε κάτι σχετικό. Εκείνο που μου προέκυψε όμως είναι η απαίτηση για σεβασμό. Δεν την «αισθάνεται» ο πρώην πρωθυπουργός προς το πρόσωπό του. Αντιθέτως, αυτό που «εισπράττει» είναι «απαξία» – κι αυτό δεν αρέσει σε κανένα. Πολλώ δε μάλλον, σε κάποιον με την ιδιοσυγκρασία του Αντ. Σαμαρά.

Για μένα, το σοβαρότερο είναι ότι μετά και την (υπέρ της κυβέρνησης και κατ΄ επέκταση υπέρ του αδερφού της) παρέμβαση της Ντόρας Μπακογιάννη αναβιώνει η «αιώνια» κόντρα της οικογένειας Μητσοτάκη με τον μεσσήνιο πολιτικό. Ανοιξε πάλι το χάσμα που είχε προκληθεί, προ 30ετίας και πλέον, μεταξύ Κων. Μητσοτάκη και Αντ. Σαμαρά για το Σκοπιανό…

Η συνέχεια θα δείξει αν και πόσο θα βαθύνει…

Η απαξίωση της γαλάζιας ΚΟ

Ως προς την αφορμή αυτή καθαυτήν της έκρηξης του Αντώνη Σαμαρά, θα ξαναπάμε στην αρχή. Η κυβέρνηση, και ειδικά ο καινούργιος υπουργός Μετανάστευσης Δ. Καιρίδης, έχει να διαχειριστεί το εξής δίλημμα: έρχονται που έρχονται οι μετανάστες και οι πρόσφυγες. Τι τους κάνω; Τους κλείνω στις δομές, τους ταΐζω και κάποια στιγμή μερικούς θα προσπαθήσω να τους στείλω πίσω, οι δε υπόλοιποι, είναι σίγουρο, θα επιχειρήσουν να «χαθούν» στην κοινωνία μήπως και βρουν μια ευκαιρία να φύγουν για τη Γερμανία; Ή προσπαθώ να εντάξω μερικούς από αυτούς, τους «υπόλοιπους», στο εργατικό δυναμικό της χώρας, όπου έχω διαγνωσμένο πρόβλημα έλλειψης εργατικών χεριών;

Επελέγη η δεύτερη λύση, που είναι και η σωστή. Σε μια χώρα όπου κανείς δεν θέλει να ασχοληθεί με τον πρωτογενή τομέα της οικονομίας και με την παροχή υπηρεσιών δεύτερης και τρίτης κατηγορίας, οι ελλείψεις είναι τεράστιες. Μόνο στην οικοδομή «λείπουν» 200.000 εργατικά χέρια, μου είχε αναφέρει προ μηνών ο Καιρίδης, σημειώνοντας ότι δημιουργείται σοβαρό πρόβλημα στην υλοποίηση μεγάλων έργων στη χώρα, όπως ο Βόρειος Οδικός Αξονας της Κρήτης ή το αεροδρόμιο στο Καστέλλι. Και η ζήτηση στον αγροτικό τομέα μπορεί να υπερβαίνει και τα 300.000 άτομα.

Από εκεί και πέρα όμως υπάρχει ένα ζήτημα στο οποίο «ακουμπάει» η παρέμβαση Σαμαρά: γιατί δεν εξηγήθηκε επαρκώς, και στον ίδιο τον πρώην πρωθυπουργό, ότι η παροχή «χαρτιών» σε όσους από τους μετανάστες ενταχθούν στο εργατικό δυναμικό δεν σημαίνει ότι αυτοί «ελληνοποιούνται»; Γιατί δεν αναλύθηκε – πριν από την έλευση του νομοσχεδίου στη Βουλή – τι ακριβώς προσπαθεί η κυβέρνηση να κάνει με τη ρύθμιση αυτή;

Απάντηση: διότι, όπως και σε πολλά άλλα πράγματα, δεν προβλέφθηκε ότι κάποιος θα αντιδρούσε. Οτι κάποιος θα έθετε θέμα. Διότι δεν κατάλαβε τη στόχευση της ρύθμισης ή διότι την κατάλαβε μεν, αλλά είπε να διαμαρτυρηθεί για την πλήρη απαξίωση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ που καλείται στα «μουγγά» να ψηφίσει ό,τι εισάγουν στη Βουλή οι υπουργοί…

Το ταμείον είναι μείον

Αφήνω επί του παρόντος την πιθανότητα να βρισκόμαστε μπροστά σε θεαματικές εξελίξεις στη ΝΔ (τις οποίες δεν τις «βλέπω» κιόλας) και μετακινούμαι εν τάχει στη θεωρητική αξιωματική αντιπολίτευση, στον ΣΥΡΙΖΑ. Οπου οι δραματικές εξελίξεις στον ραδιοφωνικό σταθμό Στο Κόκκινο του κόμματος (εξαιτίας της οικονομικής δυσπραγίας του σταθμού) αποκάλυψαν πτυχές της δραστηριότητας του προέδρου Κασσελάκη, οι οποίες με ενέβαλαν σε μια σοβαρή ανησυχία περί των ενεργειών του προέδρου. Είπε λοιπόν ο πρόεδρος τα εξής αμφίσημα: «Εχω δουλέψει πολύ σκληρά τις τελευταίες εβδομάδες να κάνω τα αδύνατα δυνατά έτσι ώστε οι εργαζόμενοι του σταθμού να μπορέσουν να πάρουν το δώρο τους αυτά τα Χριστούγεννα, εν μέσω μιας πάρα πολύ δύσκολης οικονομικής κατάστασης για το κόμμα μας (…) όπως ξέρετε, αλλάζουν τα οικονομικά μας από του χρόνου, θα έχουμε 3 εκατομμύρια ευρώ επιχορήγηση λιγότερα. Είναι πολύ δύσκολες οι οικονομικές συνθήκες για τα κομματικά Μέσα και πραγματικά έχω καταβάλει υπεράνθρωπες προσπάθειες για να μπορέσουμε να σταθούμε στα πόδια μας μέχρι στιγμής».

Ερωτήματα

Εύγε του ακούραστου, όσο και συμπονετικού για τους εργαζόμενους, παλικαριού, αλλά έχω κάτι απορίες να (του) θέσω. Προς ποια κατεύθυνση εκδηλώθηκαν οι «υπεράνθρωπες προσπάθειές» του, είναι ένα ερώτημα. Το δεύτερο είναι ότι αφού δεν υπάρχουν, όπως είπε, χρήματα, είναι άδεια τα ταμεία του κόμματος, ποια ήταν αυτά «τα αδύνατα δυνατά» που έκανε ώστε να πληρωθούν οι εργαζόμενοι Στο Κόκκινο; Βρέθηκαν χρήματα; Και από πού; Ποια ήταν η πηγή τους, είναι το τρίτο ερώτημα, διότι η κρατική επιχορήγηση δεν έχει δοθεί ακόμη.

Τι είναι αυτά τα… αδιαμεσολάβητα που λέει ο «ποιητής», λοιπόν; Του… «ξέφυγαν» ή ήθελε και τα είπε;