Σημάδια αποσυμπίεσης της τιμής του ελαιολάδου εκδηλώνονται το τελευταίο διάστημα, βάζοντας φρένο στο ράλι ανόδου, που μέχρι πρότινος και επί σειρά μηνών κατέγραφε, καθώς οι νέες πράξεις έκλεισαν στα 7,5 με 7,8 ευρώ/κιλό.

Πώς η νέα σοδειά «κόβει» το ράλι ανόδου στις τιμές

Η είσοδος των ποσοτήτων της νέας σοδειάς, αλλά και η περιορισμένη ζήτηση λόγω των συνεχόμενων ανατιμήσεων, φαίνεται να σταμάτησε – προς ώρας τουλάχιστον – τη «φρενίτιδα» και στις τιμές παραγωγού, οι οποίες έχουν μειωθεί.

Σε αυτό συνέβαλε και η περιορισμένη ζήτηση από τους εμπόρους, οι οποίοι από την πλευρά τους, ασκούν πιέσεις ώστε οι τιμές να κινηθούν προς τα κάτω. Από την άλλη πλευρά, οι παραγωγοί, οι οποίοι αν και είναι ικανοποιημένοι βλέποντας ότι το προϊόν τους εξελίσσεται σε… χρυσάφι, κρατούν στάση αναμονής, αποθηκεύοντας και ευελπιστώντας σε ακόμα καλύτερες τιμές.

Το ζητούμενο όμως, είναι το πότε και αν, αυτή η μείωση θα μεταφερθεί και στο ράφι, καθώς το ελαιόλαδο έχει μετατραπεί σε είδος πολυτελείας για τον καταναλωτή, ο οποίος αδυνατώντας να αγοράσει σε υψηλές τιμές, αναγκαστικά στρέφεται σε φθηνές εναλλακτικές λύσεις, όπως τα σπορέλαια.

Σύμφωνα με τους παράγοντες της αγοράς, καταγράφεται πτώση στις πωλήσεις στο ράφι, οι οποίες μειώθηκαν από τους 25.000 τόνους σε 18.000 τόνους.

Ήδη η παγκόσμια κατανάλωση έχει παρουσιάσει σημαντική πτώση φτάνοντας έως το 40%, με την Ισπανία, την μεγαλύτερη παραγωγό χώρα, να παρουσιάζει μείωση κατά 17%, ενώ σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης, όπου το ελαιόλαδο δεν είναι ενταγμένο στην διατροφική τους κουλτούρα, πιθανόν οι μειώσεις να είναι μεγαλύτερες.

Πάντως, οι πλέον αισιόδοξες προβλέψεις λένε ότι ο καταναλωτής είναι πιθανό να δει μια μείωση στην τιμή το επόμενο δίμηνο, ξεκαθαρίζοντας όμως ότι όλα θα εξαρτηθούν από τη ζήτηση που θα υπάρξει από το εξωτερικό.

Οι διακυμάνσεις

«Στο ξεκίνημα είχαμε τιμές 8,5 και 9 ευρώ/κιλό αυτή την στιγμή είναι στα 7,5 – 7,8 ευρώ/κιλό. Βέβαια αυτό συσχετίζεται και με πάρα πολλά ποιοτικά προβλήματα που είχε η φετινή χρονιά. Το καλό λάδι, το έξτρα παρθένο, το οποίο όμως είναι ελάχιστο φέτος, θα πληρωθεί ακριβότερα», σχολιάζει στον ΟΤ ο πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ελαιολάδου Εμμανουήλ Γιαννούλης.

«Οι τιμές των 9,2 ευρώ/κιλό, που καταγράφηκαν στο τέλος της προηγούμενης περιόδου πλέον δεν υπάρχουν. Σε τελευταίο διαγωνισμό, συνεταιρισμός πούλησε με 7,7 ευρώ/κιλό», συμπληρώνει στον ΟΤ, ο γενικός διευθυντής του ΣΕΒΙΤΕΛ Γιώργος Οικονόμου, επισημαίνοντας ότι παρά το γεγονός ότι δεν είναι εύκολες οι προβλέψεις για το πού θα κυμανθεί η τιμή, «ήδη υπάρχει μια κάμψη της κατανάλωσης στις διεθνείς αγορές, οπότε η μειωμένη ζήτηση συμπιέζει και την προσφορά σε επίπεδο παραγωγού και άρα μπορεί κανείς να περιμένει ότι θα σταθεροποιηθεί λίγο η κατάσταση γύρω στα 7 με 7,5 για τα πολύ καλά λάδια».

Στην παρούσα φάση πάντως, κανείς δεν μπορεί να ρισκάρει μια πρόβλεψη για το πού τελικά θα φτάσει η τιμή, καθώς η συγκομιδή είναι σε εξέλιξη και δεν υπάρχει σαφής εικόνα για τις τελικές ποσότητες του προϊόντος. «Κάθε μέρα που περνάει και για τον επόμενο μήνα τουλάχιστον, που θα είμαστε στην παραγωγή, θα διαμορφώνεται όλο και πιο καθαρά η εικόνα. Πάντως αν επαληθευθούν τα νούμερα της χαμηλής παραγωγής σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου, πιθανόν να δούμε τις τιμές να τσιμπάνε και πάλι στα 8 με 9 ευρώ/κιλό. Εκτιμώ όμως, ότι δεν υπάρχει περιθώριο να ανέβει η τιμή, γιατί τότε ποιος θα το αγοράσει;», σημειώνει ο κ. Γιαννούλης.

Την ίδια στιγμή, το εμπόριο ευελπιστεί σε μια καλή ανθοφορία στην Ισπανία, η οποία αναμένεται να φανεί τον Φεβρουάριο – Μάρτιο. Όπως εξηγεί στον ΟΤ ο κ. Οικονόμου, αν τελικά η ισπανική παραγωγή αυξηθεί, τότε οι τιμές παραγωγού θα αποκλιμακωθούν και θα υπάρχει μια κανονικότητα στην αγορά.

Προβλήματα στην ποιότητα – Εκτιμήσεις για την παραγωγή

Η φετινή ελληνική ελαιοαραγωγή μπορεί να είναι μειωμένη (εκτίμηση για 160.000 τόνους) συγκριτικά με την περσινή «χρυσή» χρονιά που έφτασε τους 350.000 τόνους, όμως παρόλα αυτά είναι πλεονασματική, καθώς οι ανάγκες της χώρας (περίπου 100.000 τόνους) καλύπτονται.

Όμως, το πρόβλημα στην φετινή παραγωγή εμφανίζεται τόσο στην ποιότητα όσο και στα οργανοληπτικά του χαρακτηριστικά, καθώς οι καιρικές συνθήκες που επικρατούν ευνόησε την εμφάνιση του δάκου στην ελιά.

Καλύτερες αποδόσεις συγκριτικά με άλλες παραγωγικές περιοχής της χώρας μας αναμένονται, σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις του ΣΕΒΙΤΕΛ, σε Ηράκλειο, Μεσσηνία, Τριφυλία, Ηλεία, Χανιά και Λακωνία.

Αντίστοιχα, σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις του USDA (υπουργείο Γεωργίας των Ηνωμένων Πολιτειών), η παγκόσμια παραγωγή ελαιόλαδου, αναμένεται να ανέλθει σε 3 εκατ. τόνους, σχεδόν ίσο με την κατανάλωση.

Η παραγωγή αναμένεται να αυξηθεί κατά 15-16% σε σύγκριση με τους 2,5 εκατ. τόνους της τελευταίες ελαιοκομικής περιόδου 2022/2023, η οποία περνά στην ιστορία ως η χειρότερη χρονιά των τελευταίων 10 ετών.

Αντίστοιχα, σύμφωνα με το USDA, η παραγωγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία αντιπροσωπεύει το 70% των ελαιώνων παγκοσμίως, αναμένεται να φθάσει τους 1,8 εκατ. τόνους ελαιόλαδου για την ελαιοκομική περίοδο 2023/2024, ποσότητα αυξημένη συγκριτικά με τους 1,4 εκατ. τόνους της προηγούμενης περιόδου.

Πηγή: ΟΤ