Ανάπτυξη 2,2% «βλέπει» το ΚΕΠΕ για το σύνολο του 2023 καθώς εκτιμά ότι ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ στο πρώτο εξάμηνο θα είναι 1,9% και στο δεύτερο εξάμηνο 2,5% σε σύγκριση με τις αντίστοιχες περιόδους του 2022.

«Η ευκαιρία της Ελλάδας για τα επόμενα χρόνια είναι μοναδική. Η επενδυτική βαθμίδα είναι προ των πυλών, ενώ ένα τσουνάμι επενδύσεων μπορεί να κατακλύσει τη χώρα, προσφέροντας νέες δουλειές και ανεβάζοντας μισθούς», σημειώνει ο Παναγιώτης Λιαργκόβας, καθηγητής, πρόεδρος ΔΣ και επιστημονικός διευθυντής του ΚΕΠΕ, για να προσθέσει ότι «η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει έμφαση στις μεταρρυθμίσεις. Εάν χρειαστεί, θα πρέπει να έρθει σε ρήξη με λίγες αλλά ισχυρές ομάδες συμφερόντων που προτιμούν την ακινησία για να συνεχίσουν να κερδοσκοπούν εις βάρος των πολλών». Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον σε μία φάση ομαλοποίησης της οικονομικής της δραστηριότητας, έχοντας ανακάμψει από το σοκ της πανδημίας και έχοντας επιδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα στις σημαντικές αναταράξεις που σημειώθηκαν στην ευρωπαϊκή οικονομία λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, υπογραμμίζει το ΚΕΠΕ στο νέο τεύχος του περιοδικού «Οικονομικές Εξελίξεις».

Αγορά εργασίας

Στο μέτωπο της αγοράς εργασίας η μέχρι τώρα πορεία της τουριστικής βιομηχανίας αφήνει μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας, αλλά επισκιάζεται από τις κενές θέσεις σε διάφορους τομείς, μεταξύ των οποίων και ο τουρισμός. Γενικά, η ανεργία παραμένει σημαντικό πρόβλημα και η μείωσή της υψηλή προτεραιότητα πολιτικής. Επίσης οι προοπτικές απασχόλησης στην Ελλάδα εξακολουθούν να υπολείπονται σημαντικά του μέσου όρου της ΕΕ-27, ενώ η κατάσταση είναι πιο επιβαρυμένη για κάποιες κοινωνικές ομάδες, όπως οι γυναίκες, οι νέοι 15-24 ετών και οι αλλοδαποί.

Οι τρεις προκλήσεις

Οι αναλυτές του ΚΕΠΕ εκτιμούν ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με τρεις βασικές προκλήσεις:

1.Η διαφύλαξη της οικονομικής σταθερότητας. Τα τελευταία χρόνια, το ΑΕΠ αυξάνεται συνεχώς και μάλιστα με διπλάσιο ρυθμό σε σχέση με τον αντίστοιχο στην ευρωζώνη. Η Ελλάδα επέδειξε υψηλές αντοχές την περίοδο της πανδημίας. Δημιουργήθηκαν βέβαια, λόγω ανωτέρας βίας, πρωτογενή ελλείμματα.

Ομως, από το 2022 η χώρα εισήλθε και πάλι σε πορεία πρωτογενούς πλεονάσματος. Η αύξηση των φορολογικών εσόδων είναι αποτέλεσμα των υψηλότερων τιμών λόγω ακρίβειας, αλλά συνδέεται και με το γεγονός της διεύρυνσης της οικονομικής δραστηριότητας. Το δημόσιο χρέος, μετά την εκτίναξή του ως ποσοστού του ΑΕΠ πάνω από το 200% το 2020, καταγράφει ραγδαία αποκλιμάκωση φτάνοντας στο 170% με προοπτικές περαιτέρω μείωσής του. Ως αποτέλεσμα, οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης πραγματοποίησαν 12 αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία περίπου τέσσερα χρόνια, παρά τις διαδοχικές εξωγενείς κρίσεις. Ουσιαστικά, οι συνθήκες είναι ώριμες για την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εντός του έτους.

2. Η καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Η Ελλάδα κατατάσσεται ως η χώρα με το τρίτο υψηλότερο ποσοστό (28,3%) φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στην ΕΕ, μετά τη Ρουμανία (34,5%) και τη Βουλγαρία (31,7%). Είναι απαραίτητο να αναστραφεί η τάση επιδείνωσης της θέσης της χώρας σε σχέση με τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, προτού αυτή πάρει χαρακτηριστικά μονιμότητας.

3.Η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων. Τα τελευταία χρόνια έγιναν αποφασιστικά βήματα για την επιτάχυνση της ψηφιοποίησης του δημόσιου τομέα. Ομως, χρειάζονται περισσότερες στοχευμένες δράσεις στην Υγεία, την Παιδεία και τους Θεσμούς.

Η βελτίωση της Υγείας δεν σημαίνει μόνο ποιοτικότερες υπηρεσίες στους πολίτες αλλά και δημιουργία ενός ανθεκτικού κράτους που μπορεί να εξασφαλίσει δισεκατομμύρια στο ελληνικό ΑΕΠ. Η μεταρρύθμιση της Παιδείας, με την ενίσχυση της ανεξαρτησίας των δημόσιων πανεπιστημίων και την εκμετάλλευση του τριγώνου της γνώσης (εκπαίδευση – έρευνα – καινοτομία), μπορεί να φέρει μια νέα γενιά επιστημόνων στη χώρα, αλλά και να δώσει σημαντική αύξηση στο ΑΕΠ.

Η αναβάθμιση του χαμηλού επιπέδου θεσμικής ανάπτυξης της χώρας, καταπολεμώντας οπισθοδρομικές πελατειακές νοοτροπίες και διαμορφώνοντας ισχυρούς και αξιόπιστους θεσμούς, που κατοχυρώνουν την αξιοκρατία, τη διαφάνεια και την κοινωνική δικαιοσύνη, μπορεί επίσης να φέρει περισσότερες επενδύσεις.