Το κάπνισμα δεν προκαλεί μόνο σωματική αλλά και ψυχολογική εξάρτηση, με το τσιγάρο να «φυλακίζει» το συναίσθημα, κρατώντας τους καπνιστές «ομήρους» μέσω των καθημερινών συνηθειών τους. Γι’ αυτό άλλωστε και οι ειδικοί επιμένουν πως για να σπάσει κανείς τα… δεσμά της νικοτίνης, χρειάζεται μία ολιστική προσέγγιση μέσω της φαρμακοθεραπείας αλλά και μέσω συμπεριφοριστικών και γνωσιακών στρατηγικών.

«Οι καπνιστές δεν γεννήθηκαν καπνιστές. Εμαθαν τη συμπεριφορά αυτή με το πέρασμα του χρόνου. Συνεπώς για τη διακοπή του καπνίσματος σημασία έχουν οι λόγοι που συντηρούν τη συνέχιση  του καπνίσματος», σημείωσε η Σωτηρία Σχορετσανίτη, ψυχολόγος PhD, MSc, προϊσταμένη Γραφείου Διακοπής Καπνίσματος ΕΟΔΥ, σε σχετική εκδήλωση του Οργανισμού με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος.

Οι αυτοματοποιημένοι ψυχολογικοί μηχανισμοί που περιέγραψε η ειδικός, εξηγούν με γλαφυρό τρόπο πώς οι καπνιστές «δένονται» με το τσιγάρο. Για παράδειγμα το τασάκι, η θέα του καφέ ή του αλκοόλ, η συνάντηση με έναν καπνιστή φίλο συντηρούν το μοτίβο του ερεθίσματος και της αντίδρασης. Και έπειτα είναι η προσδοκώμενη ευχαρίστηση που θα βιώσει ο καπνιστής από την πρώτη ήδη εισπνοή του καπνού.

Ομως μεταξύ ερεθίσματος και αντίδρασης μεσολαβούν – σύμφωνα με την ειδικό – και γνωσιακές διαδικασίες, όπως π.χ. εσφαλμένες αντιλήψεις που θέλουν το κάπνισμα να βοηθά στη διατήρηση του σωματικού βάρους ή στη συντήρηση της ψυχικής ηρεμίας, αλλά και αρνητικές προσδοκίες που θέλουν τον καπνιστή να έχει καταστροφικά αποτελέσματα εάν επιχειρήσει να το κόψει.

Η γνωσιακή – συμπεριφοριστική παρέμβαση επιχειρεί να σπάσει αυτό το μοντέλο επανάληψης που οδηγεί στη  βλαβερή συνήθεια του καπνίσματος. Οπως εξήγησε η Σ. Σχορετσανίτη οι παρεμβάσεις αυτές εστιάζουν στον εντοπισμό και στην τροποποίηση των πεποιθήσεων (όπως αυτές που αναφέρθηκαν παραπάνω) ενώ λαμβάνουν παράλληλα υπόψη τις προϋποθέσεις που συμβάλλουν στη διατήρηση της συμπεριφοράς του καπνίσματος (λ.χ. η αυτοματοποίηση του καπνίσματος σε συγκεκριμένες καταστάσεις).

Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως η ίδια έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην πρόληψη της υποτροπής. «Το άτομο πρέπει να μάθει να αναγνωρίζει τα ερεθίσματα που αναζωπυρώνουν την όρεξη για κάπνισμα». Και συνεπώς να μεθοδεύσει προληπτικά τρόπους ώστε να αποφύγει ή να αντιμετωπίσει τα ερεθίσματα αυτά. Αλλωστε και όπως σημείωσε η Σ. Σχορετσανίτη, η ανάγκη που διαποτίζει αιφνιδιαστικά έναν καπνιστή να ανάψει τσιγάρο κορυφώνεται σε μόλις λίγα λεπτά και έπειτα εξασθενεί και… χάνεται. Αρα, το μυστικό για εκείνα τα κρίσιμα λίγα λεπτά είναι να κρατήσει κανείς το μυαλό του αλλά και το σώμα του απασχολημένο με κάτι άλλο…

Η απεξάρτηση και τα εμπόδια

«Το κάπνισμα δεν είναι απλώς μία κακή συνήθεια, αλλά χρόνια νόσος», ήταν η αρχική τοποθέτηση της αν. καθηγήτριας Πνευμονολογίας στο ΕΚΠΑ και προέδρου της Ομάδας Προαγωγής Υγείας, Ιατρικής Εκπαίδευσης και Διακοπής Καπνίσματος της Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας, Παρασκευής Κατσαούνου. Εσπευσε εντούτοις να προσθέσει πως στόχος δεν είναι ο στιγματισμός των καπνιστών αλλά να καταστεί σαφές ότι για την απεξάρτησή τους χρειάζεται ιατρική βοήθεια.

Για να κατανοήσει, δε, κανείς πόσο εθιστικό είναι το τσιγάρο αρκεί να αναλογιστεί πως η εξάρτηση που προκαλεί η νικοτίνη είναι πολλαπλάσια από αυτή που προκαλεί η κοκαΐνη. Επειτα η Π. Κατσαούνου περιέγραψε μερικούς από τους πλέον συνήθεις μύθους που εμποδίζουν τη διακοπή του καπνίσματος, μερικοί από τους οποίους είναι οι εξής:

Μύθος 1

Στους καπνιστές αρέσει το κάπνισμα

Στην πραγματικότητα, στην πλειονότητά τους (70%) θα ήθελαν να το κόψουν. Υπολογίζεται ότι σε ποσοστό τουλάχιστον 40% έχουν ήδη αποπειραθεί, όμως επειδή δεν το κατάφεραν αρνούνται ή διστάζουν να το ξαναπροσπαθήσουν. Οπως, πάντως, τόνισε η ειδικός υπάρχουν αποτελεσματικά φάρμακα. «Μάλιστα, για κανένα άλλο χρόνιο νόσημα δεν υπάρχουν φάρμακα ασφαλή και αποτελεσματικά, τα οποία μπορεί κανείς να λάβει για τρεις μήνες και να θεραπευτεί».

Μύθος 2

Ελαττώνοντας τον αριθμό των ημερήσιων τσιγάρων, ελαττώνεται και ο κίνδυνος

Οι έρευνες αποδεικνύουν πως ο ευσεβής αυτός… πόθος δεν ισχύει στην πράξη. Μελέτες έχουν δείξει πως οι άνδρες που καπνίζουν μόλις ένα τσιγάρο την ημέρα έχουν 48% υψηλότερο ρίσκο για καρδιακή νόσο σε σχέση με τους μη καπνιστές. Αντίστοιχα, διατρέχουν 25% υψηλότερο κίνδυνο να υποστούν αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τις γυναίκες είναι 57% και 31%.

Μύθος 3

Η έγκυος δεν πρέπει να στρεσάρεται, οπότε αρκεί να μειώσει το κάπνισμα σε έως και 4 τσιγάρα την ημέρα

Επειτα από ενδελεχή μελέτη των υπερηχογραφημάτων τους κατά την 24η, την 28η την 32η και την 36η εβδομάδα της κύησης, παρατηρήθηκε ότι τα έμβρυα των οποίων οι μητέρες καπνίζουν έκαναν πολύ περισσότερες επαναλαμβανόμενες κινήσεις με το στόμα τους ή άγγιζαν το σώμα τους από ό,τι τα έμβρυα των οποίων οι μητέρες δεν κάπνιζαν. Συνήθως τα έμβρυα κουνούν λιγότερο το στόμα τους και αγγίζουν το σώμα τους κατά τις τελευταίες εβδομάδες της κύησης. Σημειώνεται δε, πως οι περιγεννητικές επιπλοκές που μπορεί να προκληθούν είναι πολλές όπως αποκόλληση πλακούντα, καθυστερημένη ενδομήτρια ανάπτυξη, αυτόματη αποβολή 1ου τριμήνου κ.ά.

Μύθος 4

Η διακοπή του καπνίσματος μετά τη διάγνωση του καρκίνου του πνεύμονα είναι ανώφελη

Πολλοί ασθενείς στη χώρα μας συνεχίζουν τη βλαβερή συνήθεια ακόμη και μετά τη διάγνωση της πάθησής τους. Ομως, «ακόμη και η ανταπόκριση στη θεραπεία ή η υποτροπή σε έναν νέο καρκίνο έχει σχέση με το κάπνισμα», σημείωσε η Π. Κατσαούνου. Και πρόσθεσε με νόημα πως δαπανώνται χιλιάδες ευρώ για τη χημειοθεραπεία και την ακτινοβολία, χωρίς οι γιατροί να επισημαίνουν στους καπνιστές ασθενείς τους πως η διακοπή του καπνίσματος μπορεί να προσφέρει περισσότερα οφέλη συμβάλλοντας στην επιβίωσή τους.

Μύθος 5

Το κάπνισμα βοηθάει στο άγχος

Πρόκειται ίσως για τον πιο διαδεδομένο μύθο σε ό,τι αφορά τη δράση της νικοτίνης στο ανθρώπινο σώμα. Στην πραγματικότητα το σύνδρομο στέρησης της νικοτίνης εκδηλώνεται με πολλούς τρόπους: ευερεθιστότητα, θυμό, πονοκέφαλο, μειωμένη καρδιακή συχνότητα, άγχος, νευρικότητα, δυσκολία συγκέντρωσης, αϋπνία… Συνεπώς, ο καπνιστής ηρεμεί μόνον με το τσιγάρο. Ετσι, «ο εγκέφαλος αυτοματοποιεί αυτήν την άμεση ανταπόκριση στη νευρικότητα σαν το μέσο για τη διαχείριση του άγχους».

Μύθος 6

Η αύξηση του σωματικού βάρους μετά τη διακοπή του καπνίσματος είναι μονόδρομος…

Η αγωνία αυτή στοιχειώνει κυρίως τις καπνίστριες, αποτελώντας ένα κλασικό αντικίνητρο. Μελέτες εντούτοις δείχνουν πως ακόμη κι αν οι καπνιστές κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς τους πάρουν μερικά επιπλέον κιλά, τα οφέλη που απολαμβάνουν από τη διακοπή του καπνίσματος δεν υπονομεύονται από την αύξηση του βάρους τους. Πάντως, η Π. Κατσαούνου πρόσθεσε πως υπάρχουν τεχνικές στα Ιατρεία Διακοπής Καπνίσματος που εφαρμόζονται, ώστε οι καπνιστές να μη δουν σημαντικές διαφορές στη ζυγαριά τους.

Εν τω μεταξύ, η καθηγήτρια Πνευμονολογίας έδωσε ιδιαίτερη έμφαση και στον ρόλο της ιατρικής κοινότητας, σημειώνοντας αφενός πως οι γιατροί θα πρέπει να εκπαιδευτούν στο πώς να προσεγγίζουν τους ασθενείς τους που είναι παράλληλα και καπνιστές. «Δεν χρειάζονται κήρυγμα αλλά οργανωμένη βοήθεια. Και δυστυχώς ένα ελάχιστο ποσοστό των Ευρωπαίων τη λαμβάνουν». Και αφετέρου, εστίασε στο γεγονός πως οι συνάδελφοί της οφείλουν να δίνουν το καλό παράδειγμα, καθώς λειτουργούν ως πρότυπο.