Η ανακοίνωση του γερμανικού τραπεζικού κολοσσού Deutsche Bank ότι θα αποπληρώσει γρηγορότερα ομόλογα κατηγορίας 2 αντί να λειτουργήσει θετικά για την αξιοπιστία της έδωσε την αφορμή να ενταθούν οι πωλήσεις μετοχών της που έφτασαν να χάνουν μέχρι 15% την Παρασκευή. Η μετοχή της Deutsche Bank είχε ήδη μπει στο μάτι επενδυτικών κεφαλαίων που «ποντάρουν» στην πτώση, με αποτέλεσμα την περασμένη εβδομάδα η Τράπεζα να έχει χάσει σχεδόν το 20% της κεφαλαιοποίησής της.

Τα συγκεκριμένα επενδυτικά κεφάλαια ποντάρουν στην ανασφάλεια των αγορών και των καταθετών μετά την κατάρρευση της αμερικανικής SVB που έφτασε στην Ευρώπη με τη διάσωση της Credit Suisse από τη UBS. Εντοπίζουν τραπεζικά ιδρύματα που είχαν προβλήματα κατά την προηγούμενη πιστωτική κρίση ή που συγκεντρώνουν φήμες και φόβους για το ότι θα είναι η επόμενη μεγάλη ή μικρή τράπεζα που θα ζητήσει στήριξη.

Οι πιέσεις στη μετοχή της Deutsche Bank ήταν τόσο ισχυρές που τα συμβόλαια αντιστάθμισης κινδύνου έναντι χρεοκοπίας εκτοξεύθηκαν κατά 30 μονάδες βάσης (0,3 της ποσοστιαία μονάδας) μέσα σε μία συνεδρίαση. Πιέσεις δέχθηκαν και τα ομόλογα ΑΤ1 της Deutsche Bank, λόγω του προηγούμενου των ζημιών με τα ΑΤ1 της Credit Suisse.

Η παρέμβαση για την αντιστροφή του αρνητικού κλίματος δεν άργησε να έρθει. Ο γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς αμέσως μετά τη σύνοδο κορυφής δήλωσε ότι «δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας» και ότι «η Deutsche Bank έχει εκσυγχρονίσει εκ βάθρων το οικονομικό της μοντέλο και είναι κερδοφόρα. Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας για οτιδήποτε. Το τραπεζικό σύστημα στην Ευρώπη είναι σταθερό». Αντίστοιχες ήταν οι αναλύσεις και οι εκτιμήσεις επενδυτικών οίκων και οίκων αξιολόγησης, οι οποίοι ανέφεραν ότι η Deutsche Bank είναι μία από τις σημαντικότερες και μεγαλύτερες από τις 30 συστημικές τράπεζες διεθνώς, με υψηλά κεφάλαια και κερδοφορία. Σημείωναν ότι η νευρικότητα των αγορών εξέλαβε τη θετική είδηση της αποπληρωμής ομολόγων ως αρνητική, όταν τέτοιες εξελίξεις εκλαμβάνονται σε άλλες συνθήκες ως θετικές.

Στην Ευρώπη, η ΕΚΤ διαβεβαίωσε τους ηγέτες της ΕΕ ότι οι τράπεζες της ευρωζώνης είναι ασφαλείς, ενώ τους κάλεσε να προωθήσουν ένα ενιαίο ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλισης καταθέσεων, σύμφωνα με πηγές που επικαλείται το Reuters.

Στην Ελβετία, οι Αρχές βρίσκονται αντιμέτωπες με τις αντιδράσεις που έχει δημιουργήσει η συγχώνευση των UBS – Credit Suisse. Δημοσκόπηση έδειξε ότι δύο στους τρεις Ελβετούς ζητούν τη διάσπαση του νέου σχήματος, με νέα κυβερνητική νομοθετική παρέμβαση. Της απόφασης για συγχώνευση υπεραμύνθηκε η υπουργός Οικονομικών της Ελβετίας, σε συνέντευξή της στην ελβετική εφημερίδα «Neue Zürcher Zeitung», τονίζοντας ότι η χρήση του νόμου έκτακτης ανάγκης ήταν απαραίτητη προκειμένου να σταθεροποιηθεί η κατάσταση.

Τέλος, το ενδεχόμενο να λάβει πειθαρχικά μέτρα κατά των διευθυντών της Credit Suisse εξετάζει η χρηματοπιστωτική ρυθμιστική αρχή της Ελβετίας FINMA και ενώ η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας χρειάστηκε να διασωθεί την περασμένη εβδομάδα από την UBS.