Πέρασαν 11 χρόνια από τα θλιβερά γεγονότα στην τράπεζα Marfin στην οδό Σταδίου, όπου έχασαν τη ζωή τους, από εμπρησμό, τρεις εργαζόμενοι της τράπεζας και ένα αγέννητο παιδί.

Ήταν 5 Μαΐου του 2010. Χιλιάδες διαδηλωτές βρίσκονται στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι για τα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης. Κάποια στιγμή, αρχίζουν επεισόδια από κουκουλοφόρους που συμμετείχαν στην πορεία. Οι κουκουλοφόροι ρίχνουν «βροχή» από μολότοφ στο βιβλιοπωλείο  Ιανός και στο κατάστημα της τράπεζας Marfin επί της οδού Σταδίου. Οι εργαζόμενοι της τράπεζας που ήταν εγκλωβισμένοι στο υποκατάστημα μάταια φώναζαν για βοήθεια.

Η τράπεζα μέσα σε λίγα λεπτά τυλίγεται στις φλόγες  ενώ οι αναθυμιάσεις και οι καπνοί  ανάγκασαν τους τέσσερις εργαζόμενους της τράπεζας να βγουν στα μικρά μπαλκόνια, χωρίς όμως να μπορούν να διαφύγουν από το κλειδωμένο κτίριο.

Ακολούθησαν στιγμές πανικού. Τα οχήματα της πυροσβεστικής δεν κατάφεραν να προσεγγίσουν αμέσως το σημείο καθώς οι κουκουλοφόροι εμπόδιζαν την πρόσβασή τους, ενώ πολλοί από τους υπόλοιπους διαδηλωτές φώναζαν στα θύματα το φρικτό: «να καείτε!».

Η φωτιά μετά από λίγη ώρα έσβησε, αλλά ήταν ήδη αργά για τους τρεις εργαζόμενους, που ανασύρθηκαν νεκροί από ασφυξία.

Η τραγωδία της Marfin χαράχτηκε στη μνήμη όλων των Ελλήνων και μετά την κατακραυγή που υπήρχε για τη δράση των κουκουλοφόρων οι οποίοι με τις μολότοφ που έριξαν οδήγησαν στο θάνατο τρεις νέους ανθρώπους, ξεκίνησε το δικαστικό κομμάτι σε μία προσπάθεια αναζήτησης των ενόχων.

Η δικαστική διαδικασία κινήθηκε δύο ημέρες πριν από την πρώτη επέτειο του εμπρησμού της Marfin, όταν έφτασε στα χέρια της αστυνομίας μία… ανώνυμη επιστολή που κατονόμαζε τρεις ανθρώπου για τα γεγονότα της οδού Σταδίου. Στην ίδια  επιστολή αναφερόντουσαν  τα ονόματά τους, τα στοιχεία των ταυτοτήτων τους, τα κινητά τους τηλέφωνα και οι αριθμοί κυκλοφορίας των οχημάτων τους.

Η αστυνομική έρευνα έχει κενά, αφού δεν έγινε καμία διαδικασία ελέγχου της επιστολής αναζητώντας τον αποστολέα μέσω δαχτυλικών αποτυπωμάτων κλπ. Ωστόσο, οι έρευνες κινήθηκαν για τον εντοπισμό των φερόμενων ως δραστών.

Μετά από αυτή την επιστολή, οδηγήθηκαν σε δίκες δύο άντρες. Ο Θεόδωρος Σίψας, 34 ετών, κατηγορήθηκε για  «ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως τελεσθείσας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, κατά συναυτουργία και κατά συρροή τετελεσμένης και εν αποπείρα, της εκρήξεως εκ της οποίας επήλθε θάνατος και κίνδυνος για ανθρώπους και ξένα πράγματα, της κατασκευής και κατοχής εκρηκτικής βόμβας και της απρόκλητης φθοράς ξένης περιουσίας διά εκρήξεως από πρόσωπο που είχε καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του».

Στο δικαστήριο δήλωσε πως «πήγα να βοηθήσω και τώρα με κατηγορούν για ένα έγκλημα που δεν έχω κάνει και μάλιστα τόσο βαρύ».

Ο δεύτερος, ο Παύλος Αντρέεβ, δήλωσε στο δικαστήριο ότι εύχεται πραγματικά να βρεθούν οι ένοχοι για τον εμπρησμό.

Οι δύο κατηγορούμενοι αθωώθηκαν ομόφωνα από την έδρα στην δίκη που ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2016.

Οι δολοφόνοι των τεσσάρων ανθρώπων (μαζί με το αγέννητο παιδί) μέχρι σήμερα κυκλοφορούν ελεύθεροι και ατιμώρητοι ανάμεσά μας…

Οι μόνες καταδικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν ήταν για έλλειψη μέσων πυρασφάλειας και αφορούσαν τον διευθύνοντα σύμβουλος της Marfin, τον υπεύθυνο ασφαλείας του κτιρίου και τη διευθύντρια του καταστήματος για φόνο εξ αμελείας τριών υπαλλήλων, τις σωματικές βλάβες άλλων 21 υπαλλήλων και για παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση του προσωπικού. Καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης, οι δύο πρώτοι 22 ετών και η διευθύντρια του καταστήματος πέντε ετών και ενός μήνα.

Όπως έγινε εκ των υστέρων γνωστό, οι υπάλληλοι βρίσκονταν στο κτίριο την ημέρα της απεργίας υπό τον φόβο της απόλυσής τους.

Οι συγγενείς των θυμάτων κινήθηκαν νομικά κατά της τράπεζας και πέτυχαν αποζημιώσεις ύψους 1,1 εκατ. ευρώ στους συγγενείς του ενός θύματος και  και 720.000 ευρώ στους υπαλλήλους που εγκλωβίστηκαν στο κτίριο.

Κοντά στην εξιχνίαση 11 χρόνια μετά – Τέσσερις νέοι ύποπτοι για τον εμπρησμό της Marfin

Έντεκα χρόνια μετά ο φάκελος «Marfin» άνοιξε μετά την άτυπη έρευνα της ειδικής ομάδας της Κρατικής Ασφάλειας και με σύμμαχο την υψηλή τεχνολογίατη ότι υπάρχουν βάσιμες ελπίδες ότι η επίθεση των 13 δευτερολέπτων στο υποκατάστημα της Σταδίου τον Μάιο του 2010 επιτέλους θα εξιχνιαστεί.

Την ίδια ώρα νέα κρίσιμα στοιχεία και μαρτυρίες για τέσσερα άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου περί εμπλοκής τους στον φονικό εμπρησμό του υποκαταστήματος της τράπεζας Marfin στην οδό Σταδίου -στις 5 Μαίου 2010 στην διάρκεια κινητοποιήσεων για τα οικονομικά μέτρα- ήρθαν στο φως πριν περίπου ένα μήνα μετά από πολύμηνη έρευνα της Υποδιεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας και τα οπoία είχαν σταλεί στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, όπως αποκαλύπτει το in.gr.

Η νέα έρευνα υπήρξε μετά από εντολή του υπουργού Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη πριν από έναν χρόνο περίπου.

Σύμφωνα με πληροφορίες πρόκειται για άτομα που ουδέποτε έχουν κατηγορηθεί ή αναφερθεί για εμπλοκή στη συγκεκριμένη υπόθεση (σ.σ δεν υπάρχει καμιά καταδίκη για την εν λόγω επίθεση, παρ’ ότι είχαν κατηγορηθεί σε διαφορετικές χρονικές φάσεις 3-4 άτομα).

Ορισμένοι εκ των αναφερομένων στον εν λόγω φάκελο θεωρούνται ακόμη και σήμερα ενεργοί στον αντιεξουσιαστικό χώρο ενώ ορισμένοι άλλοι έχουν αποστασιοποιηθεί.

Νέες κρίσιμες μαρτυρίες

Όπως προκύπτει από πηγές της λεωφόρου Κατεχάκη στον νέο φάκελο που έχει σχηματισθεί υπάρχει πλήρης ανάλυση οπτικοακουστικού υλικού από τα επεισόδια εκείνης της ημέρας, ενώ φαίνεται να έχουν υπάρξει νέες κρίσιμες μαρτυρίες για τους πρωταγωνιστές των επεισοδίων πριν από δέκα περίπου χρόνια.

Τότε ομάδα ατόμων, από τον αναρχικό χώρο έριξε βόμβες μολότοφ στην τράπεζα την ώρα που βρίσκονταν μέσα σε αυτήν περίπου 25-30 εργαζόμενοι.

Οι περισσότεροι κατόρθωσαν να διαφύγουν, πέντε άτομα διέσωσε η πυροσβεστική και τρία άτομα πέθαναν από ασφυξία λόγω των τοξικών αναθυμιάσεων και του πυκνού καπνού.

Το 2013 στελέχη της τράπεζας καταδικάστηκαν για φόνο εξ αμελείας τριών υπαλλήλων, τις σωματικές βλάβες άλλων 21 υπαλλήλων και για πολλαπλές παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση του προσωπικού.

Δύο εμπρησμοί δείχνουν τους δράστες του φρικτού εγκλήματος

Όπως μάλιστα είχαν αποκαλύψει τα «ΝΕΑ», ο κύριος «οδηγός» στις τωρινές έρευνες για τη διαλεύκανση του τραγικού περιστατικού που κόστισε τη ζωή σε τρεις ανθρώπους, ανάμεσά τους και μία έγκυο, είναι οι δύο εμπρηστικές επιθέσεις στη λεωφόρο Αμαλίας και στη λεωφόρο Συγγρού, λίγα λεπτά μετά τη φονική πυρκαγιά στο υποκατάστημα της Marfin επί της Σταδίου και στο παρακείμενο βιβλιοπωλείο «Ιανός».

Η ΕΛ.ΑΣ. πλέον έχει συγκεντρώσει κρίσιμο οπτικό υλικό και μαρτυρίες για τις κινήσεις των τεσσάρων τουλάχιστον δραστών του εμπρησμού της Marfin σε δύο επιθέσεις που ακολούθησαν: σε κτίρια του υπουργείου Οικονομικών (Αμαλίας) και της Νομαρχίας Αθηνών (Συγγρού), όπου από τύχη δεν υπήρξαν νέα θύματα. Οπως σημειώνουν στελέχη της Κατεχάκη, οι κινήσεις των δραστών αποτέλεσαν μια πορεία «φωτιάς και θανάτου» που τώρα προσδιορίζεται.

Επιπλέον, η ΕΛ.ΑΣ. φαίνεται να έχει ήδη συγκεντρώσει σαφέστερα στοιχεία και για την εμπρηστική επίθεση που σημειώθηκε από αντιεξουσιαστές (έχουν ήδη «ταυτοποιηθεί» τρία – τέσσερα άτομα) στο βιβλιοπωλείο «Ιανός», απέναντι από τη Marfin, την ίδια χρονική στιγμή που παραδιδόταν τις φλόγες η τράπεζα. Ομως, φαίνεται ότι η εν λόγω έρευνα για τον εμπρησμό του βιβλιοπωλείου – όπου δεν υπήρξαν τραυματισμοί ή θάνατοι – θα εξελιχθεί παράλληλα με εκείνη της Marfin και οι κινήσεις για τις δύο επιθέσεις θα είναι συνολικές. Παράλληλα, από τα νέα στοιχεία προκύπτει ότι η επανεξέταση της υπόθεσης Marfin βασίσθηκε σε μαρτυρία και πληροφορίες από άτομα του ευρύτερου αντιεξουσιαστικού χώρου που αποστασιοποιήθηκαν καθώς και από αυτόπτες μάρτυρες που είχαν καταγράψει οπτικό υλικό. Επιπλέον στοιχεία αντλήθηκαν και από ψηφιακό αρχείο που είχε παραδοθεί σε υψηλόβαθμο στέλεχος της Κατεχάκη δύο χρόνια μετά το συμβάν, το 2012, από υπηρεσιακούς παράγοντες και το οποίο κατά πληροφορίες περιέχει εκμεταλλεύσιμο υλικό.

Μπαράζ

Πάντως, η πρώτη επίθεση – μετά τη Marfin – στην οποία εστιάστηκε η προσπάθεια επαναδιερεύνησης του τραγικού συμβάντος ήταν εκείνη στο κτίριο της Νομαρχίας Αθηνών, στον αριθμό 15 της λεωφόρου Συγγρού. «Στις 13.30 πέρασαν μπροστά μας περίπου 3.500 άτομα που διαμαρτύρονταν ειρηνικά. Στις 14.45 είδαμε να πλησιάζει μια ομάδα 100-200 ατόμων. Ενας από αυτούς με ένα φτυάρι έσπασε όλες τις τζαμαρίες του κτιρίου, ενώ στη συνέχεια ένας άλλος έριξε ένα μπιτόνι βενζίνη στο ισόγειο. Παράλληλα, με βενζίνη «περιλούστηκε» και ένα αυτοκίνητο. Οταν ο ιδιοκτήτης τον πλησίασε και άρχισε να διαμαρτύρεται τον απείλησαν με στιλέτο. Η φωτιά από το ισόγειο γρήγορα πέρασε στον πρώτο όροφο και οι καπνοί μάς είχαν περικυκλώσει» ανέφεραν υπάλληλοι της Νομαρχίας για τις δραματικές στιγμές που έζησαν. Στο κτίριο της Νομαρχίας επικράτησε πανικός. Οκτώ λεπτά αργότερα οι υπάλληλοι ειδοποίησαν την Πυροσβεστική Υπηρεσία, ενώ ευτυχώς βρήκαν διέξοδο σε ταράτσα γειτονικού κτιρίου και έτσι αποσοβήθηκε μια δεύτερη τραγωδία.

– Η δεύτερη εμπρηστική επίθεση στην οποία εστιάστηκε το ενδιαφέρον των ερευνητών της ΕΛ.ΑΣ. ήταν εκείνη κτιρίου του υπουργείου Οικονομικών, επί της λεωφόρου Αμαλίας 40, όπου καταστράφηκε ο τέταρτος όροφος και το κλιμακοστάσιο