Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μοιάζει αποφασισμένος να ανακατέψει για μία ακόμη φορά την τράπουλα σε όλα τα επίπεδα – οικονομικό, γεωπολιτικό, ακόμη και πολιτιστικό – χωρίς να απολέσει τη θέση ισχύος και τους άσους που κρατά στα χέρια του. Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά την ανάληψη της εξουσίας και με την Τουρκία να έχει κάνει «άλματα», θέτει έναν τριπλό στόχο: να αποφύγει τις παγίδες και τις κακοτοπιές που απειλούν να τον καταστρέψουν, να κατοχυρώσει τα κέρδη του και να ανοίξει νέους και πιο φιλόδοξους ορίζοντες.

Η νέα αλλαγή στην ηγεσία της κεντρικής τράπεζας, το διετές σχέδιο οικονομικών μεταρρυθμίσεων, τα «τζαρτζαρίσματα» με τη Ρωσία και η πρόσκληση για συνεργασία προς τις ΗΠΑ στο μέτωπο της Συρίας, η νέα εταιρική σχέση που επιδιώκει με την ΕΕ, τα ανοίγματα προς Αίγυπτο και Ισραήλ, η προσπάθειά του να «τελειώσει» οριστικά με την απειλή του HDP και του ΡΚΚ, το νέο Σύνταγμα – όλα έρχονται να αποδείξουν του λόγου το αληθές.

Η επέτειος – ορόσημο

Υπενθυμίζεται πως ο Ερντογάν πήρε στα χέρια του το τιμόνι της Τουρκίας στις 14 Μαρτίου 2003 και δεν το άφησε ποτέ – αρχικά ως πρωθυπουργός και στη συνέχεια, από τις 28 Αυγούστου 2014, ως πρόεδρος της Δημοκρατίας. Το 2023, λοιπόν, που είναι (πλην απροόπτου) έτος εκλογών και ταυτόχρονα σηματοδοτεί την 100ή επέτειο από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, δεν προτίθεται να περιοριστεί σε τυπικούς, έστω και μεγαλοπρεπείς, εορτασμούς ούτε στην επίδειξη του καινούργιου αεροδρομίου της Κωνσταντινούπολης και της νέας γέφυρας στον Βόσπορο. Θέλει, πάνω από όλα, να αποδείξει ότι δικαιούται αυτό που ποτέ δεν έχει κρύψει ότι θέλει: μια ισότιμη θέση στην Ιστορία δίπλα στον Κεμάλ Ατατούρκ.

Η αλήθεια είναι ότι ήδη έχει κάνει πολλά: το ΑΕΠ της Τουρκίας έχει τετραπλασιαστεί ονομαστικά στη διάρκεια της διακυβέρνησής του, χαρίζοντάς της μια θέση στην ομάδα τού G20. Οι επιχειρήσεις της δραστηριοποιούνται σε ολόκληρη τη γύρω περιοχή, διεκδικώντας πρωταγωνιστικό ρόλο, ενώ κατασκευάζονται οι πρώτοι πυρηνικοί αντιδραστήρες παραγωγής ενέργειας στο Ακουγιου. Την ίδια στιγμή, ο στρατός της έχει εισβάλει και έχει κατοχυρώσει την παρουσία του σε Συρία, Λιβύη, Ιράκ, αλλά και Καύκασο. Η δε πολεμική της βιομηχανία αποτελεί έναν δυναμικά αναπτυσσόμενο κλάδο, που αποκτά και εξαγωγικό προσανατολισμό.

Ο Ερντογάν γνωρίζει, όμως, πως όλα παραμένουν στον αέρα και μπορούν να καταρρεύσουν σαν χάρτινος πύργος – παρασέρνοντας και τις φιλοδοξίες του. Η κατρακύλα της λίρας και τα αλλεπάλληλα μίνι κραχ στο χρηματιστήριο, το μπρα ντε φερ με τις Ηνωμένες Πολιτείες και οι εύθραυστες ισορροπίες με τη Ρωσία, η δύσκολη σχέση με την Ευρώπη και ο ανταγωνισμός του με Ισραήλ και Αίγυπτο του θυμίζουν ανά πάσα στιγμή πως όσο πιο ψηλά ανεβαίνει ο πήχης, τόσο πιο επώδυνη μπορεί να αποδειχθεί η πτώση…

Ο «αιρετικός» τραπεζίτης

Σε αυτό το φόντο και επειδή όλα αρχίζουν (ενίοτε και τελειώνουν) στην οικονομία, δεν αποτελεί παράδοξο το γεγονός ότι πρώτο μέλημά του είναι να διασφαλίσει πως θα διατηρήσει τον απόλυτο έλεγχο. Αυτός είναι και ο λόγος που αποφάσισε να καρατομήσει τον τρίτο κατά σειρά κεντρικό τραπεζίτη Νατσί Αγμπάλ για να διορίσει στη θέση του έναν από τους πιο έμπιστους: τον Σαχάπ Καβτσίογλου, πρώην βουλευτή του ΑΚΡ και στέλεχος σειράς τραπεζών – ανάμεσά τους και της «αμαρτωλής» Halkbank, η οποία πιθανότατα κρύβει πολλά από τα μυστικά του προέδρου.

Η αλήθεια, βεβαίως, είναι πως οι απόψεις που έχει διατυπώσει ο 53χρονος Καβτσίογλου, απηχώντας τις θέσεις του ανωτέρου του, αντιβαίνουν ευθέως στον ορθολογισμό της κυρίαρχης οικονομικής επιστήμης: πώς είναι δυνατόν, λένε οι επικριτές του, να ισχυρίζεται ότι τα υψηλά επιτόκια – τα οποία ο Ερντογάν έχει χαρακτηρίσει «μητέρα όλων των δεινών» – πριμοδοτούν τον πληθωρισμό; Και με ποιον ακριβώς τρόπο θα χαλιναγωγήσει τις πιέσεις μειώνοντάς τα, κάτι που αποδεδειγμένα (μέχρι σήμερα) οδηγεί τη λίρα πιο βαθιά στον γκρεμό;  Την απάντηση ο πρόεδρος της Τουρκίας μοιάζει να την αναζητεί σε μια πίστη που είναι βαθιά εδραιωμένη μέσα του: ότι η χώρα της οποίας ηγείται είναι πολύ μεγάλη και εξαιρετικά χρήσιμη για τη Δύση ώστε να αφεθεί να καταρρεύσει. Αυτό ακριβώς αποτυπώνεται και στο άρθρο που δημοσίευσε στις 15 Μαρτίου στο Bloomberg.

Διπλό ταμπλό

Εκεί, κάλεσε τις ΗΠΑ και συνολικά τη Δύση «να στηρίξουν την Τουρκία και να γίνουν έτσι μέρος της λύσης στη Συρία, επιτυγχάνοντας το μέγιστο αποτέλεσμα με ελάχιστο κόστος» – κάνοντας αρκετούς να θυμηθούν το ποίημα του Ναζίμ Χικμέτ με τίτλο «Ο στρατιώτης των 23 σεντς», που είχε εμπνευστεί από τη διαπίστωση του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Φόστερ Ντούλες, το 1953, ότι οι τούρκοι στρατιώτες μπορούν να κάνουν τα ίδια με τους Αμερικανούς με δέκα φορές χαμηλότερο κόστος…

Επί της ουσίας, ο Ερντογάν επιδιώκει να παίξει πάλι το παιχνίδι του 2015, έστω κι αν τότε δεν του βγήκε: να σύρει ΗΠΑ, ΕΕ και ΝΑΤΟ στο πλευρό του απέναντι στη Ρωσία, την οποία μόνο σε αυτή την περίπτωση θα αδειάσει – κάτι που φαίνεται να έχει καταλάβει ήδη ο Πούτιν και φρόντισε να του στείλει απειλητικό μήνυμα μέσω Ιντλίμπ. Κάτι παρόμοιο προσπαθεί να κάνει και με Ισραηλινούς και Αιγύπτιους για να «σπάσει» τη συμμαχία τους με Ελλάδα και Κύπρο, ποντάροντας στην ενέργεια και δελεάζοντάς τους με μια «νέα τάξη πραγμάτων» στη ΝΑ Μεσόγειο, που θα βασίζεται στους πραγματικά ισχυρούς και όχι στους αδύναμους.

Θα του βγει, άραγε; Και, αν ναι, με ποιο κόστος για τον λαό της Τουρκίας και τους γείτονές της;