Η συζήτηση επανέρχεται κάθε φορά που ένα στέλεχος μιλάει για επιστροφή στο ΠΑΣΟΚ «στο ιστορικό του όνομα». Ή όταν η ανακαίνιση της εισόδου στη Χαριλάου Τρικούπη σηκώνει ψίθυρο για την επαναφορά του «πράσινου» ήλιου, ο οποίος ωστόσο βρισκόταν πάντα σε περίοπτη θέση στα γραφεία του κόμματος. Στην πραγματικότητα, η επαναφορά του ΠΑΣΟΚ στη βιτρίνα, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, δεν είναι μια συζήτηση πολιτικής, ούτε μια συζήτηση ταυτότητας.

Στη Χαριλάου Τρικούπη έχουν φροντίσει από πολύ νωρίς να ξεκαθαρίσουν πως το κεντροαριστερό μέλλον περνάει μέσα από το Κίνημα Αλλαγής. «Το ΠΑΣΟΚ δεν θα γυρίσει, γιατί δεν έφυγε ποτέ», είναι η φράση που χρησιμοποιεί συχνά η Φώφη Γεννηματά για τη σύνδεση μεταξύ των δύο – και είναι η φράση που κυριάρχησε στο τελευταίο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, όταν επιβεβαιώθηκε το σημερινό στάτους κβο μεταξύ των δύο. Οι αναφορές στο ΠΑΣΟΚ και στην κληρονομιά του, ενίοτε η υπεράσπιση των δύσκολων επιλογών που έκανε την προηγούμενη δεκαετία, οι οποίες δεν περισσεύουν, είναι επιλογή στρατηγικής, καθώς πλέον, μετά από τα όσα συνέβησαν, οι προοδευτικοί πολίτες που του γύρισαν την πλάτη στα χρόνια του Μνημονίου ενδεχομένως αξιολογήσουν ξανά την προσφορά της παράταξης.

Το συναίσθημα

Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό, αλλά και επίκληση στο συναίσθημα: όπως δείχνει το «παλιό ΠΑΣΟΚ, το ορθόδοξο» που κυριαρχεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, υπάρχει πολιτικό ακροατήριο που είναι αναπόσπαστα ταυτισμένο με τα σύμβολα – το brand παραμένει ακόμα και σήμερα πολύ ισχυρό. Τόσο ισχυρό που μπορεί να θεωρηθεί πολιτική πλατφόρμα για τις εσωκομματικές εκλογές που έρχονται. Οσοι σκέφτονται να θέσουν υποψηφιότητα για την ηγεσία έχουν αρχίσει ήδη να χρησιμοποιούν το διπλό όνομα «ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ» – είτε αυτό αφορά τον Ανδρέα Λοβέρδο, που στα άρθρα και στις δηλώσεις του κάνει ακριβώς το ίδιο, είτε τον Νίκο Ανδρουλάκη, ο οποίος υπογράφει ως ευρωβουλευτής «ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ».

Πιο συνεπής σ’ αυτό το αίτημα εμφανίζεται ο Παύλος Γερουλάνος, που έχει ανοίξει εδώ και χρόνια δημόσια το ενδεχόμενο επιστροφής στις παλιές κομματικές δομές. Εμπειρα κομματικά στελέχη εκτιμούν, ωστόσο, πως ακόμα κι αυτοί που θα χρησιμοποιήσουν την ταμπέλα ΠΑΣΟΚ προεκλογικά, δεν έχουν σκοπό να το επανενεργοποιήσουν οργανωτικά – όχι μόνο λόγω των οικονομικών θεμάτων που δεν θα τους το επιτρέψουν, αλλά γιατί επί της ουσίας θα αποτελεί ένα πολιτικό «πισωγύρισμα» για τον χώρο, ο οποίος την τελευταία φορά που κατέβηκε σε εκλογές χωρίς συμμάχους γνώρισε τα πιο χαμηλά ποσοστά της ιστορίας του. Σε κάθε περίπτωση, δεν ήταν το ΠΑΣΟΚ αυτό που έφερε 200.000 ψηφοφόρους στις κεντροαριστερές κάλπες του 2017, αλλά η προοπτική μιας καινούριας εποχής. Κι αυτό το γνωρίζει και η ηγεσία, που ταυτίστηκε με την προσπάθεια, αλλά και η αντιπολίτευση.