Αναδρομικά συνολικού ύψους 2,5 δισ. ευρώ – τα οποία αντιστοιχούν σε εφάπαξ καταβολή έως 3.000 ευρώ στον καθένα – διεκδικούν όλοι οι παλαιοί συνταξιούχοι (πριν από τον Μάιο του 2016) με την πιλοτική δίκη στο ΣτΕ, η οποία θα γίνει στις 15 Ιανουαρίου 2021.

Τα ποσά αυτά αφορούν τα αναδρομικά των κομμένων δώρων και επικουρικών συντάξεων τα οποία δεν κατέβαλε η κυβέρνηση.

Ειδικότερα, στη δίκη-σταθμό πρόκειται να κριθεί η νομιμότητα ή μη της απόφασης που έλαβε ο υπουργός Εργασίας, Γιάννης Βρούτσης, σχετικά με τα αναδρομικά των παλαιών συνταξιούχων (πριν από τον Μάιο του 2016) και να δοθεί η τελική λύση. Πρόκειται για το επίμαχο 11μηνο (από τον Ιούνιο του 2015 έως τον Μάιο του 2016) για το οποίο ναι μεν καταβλήθηκαν (πρόσφατα) οι περικοπές των αναδρομικών στις κύριες συντάξεις, αλλά δεν δόθηκαν οι περικοπές στα δώρα και τις επικουρικές.

Νομικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι ενώ το ΣτΕ επιδίκασε την απόδοση του συνόλου των αναδρομικών για τη συγκεκριμένη περίοδο (11μηνο), συνολικού κόστους 3,9 δισ. ευρώ, η κυβέρνηση έδωσε μόνο τα αναδρομικά που αναλογούν στις κύριες συντάξεις, κόστους 1,4 δισ. ευρώ. Δηλαδή δεν κατέβαλε τα αναδρομικά των επικουρικών συντάξεων και των δώρων, τα οποία διεκδικούν τώρα οι συνταξιούχοι και μάλιστα με το δεδικασμένο που δημιουργεί η απόφαση του ΣτΕ του περασμένου Ιουλίου, με τη βεβαιότητα ότι θα δικαιωθούν, όπως τονίζουν οι ίδιοι νομικοί κύκλοι.

Ειδικότερα, το Ανώτατο Δικαστήριο καλείται να αποφασίσει στις 15/1/2021 για τις διεκδικήσεις όλων των παλαιών συνταξιούχων (πριν από τον Μάιο του 2016) για:

  • Επιστροφές μειώσεων επικουρικών συντάξεων (11μήνου Ιουνίου 2015 – Μαΐου 2016).
  • Στην εφάπαξ καταβολή του δώρου κύριας σύνταξης 800 ευρώ και των δώρων επικουρικής σύνταξης (13η και 14η επικουρικές συντάξεις, όπως ήταν έως το 2012).
  • Για όσους πληρώθηκαν τα αναδρομικά σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και δεν άσκησαν αγωγές μέχρι τις 8 Οκτωβρίου 2020, να μην αποσβένεται το δικαίωμα για τις αξιώσεις τους, που αφορούν τις περικοπές των κύριων και επικουρικών συντάξεων, καθώς και τα δώρα.

Οι προσφεύγουσες συνδικαλιστικές οργανώσεις συνταξιούχων καθώς και οι αιτούντες, φυσικά πρόσωπα, ζητούν από την πολιτεία και τον e-ΕΦΚΑ ειδικότερα να σεβαστούν τη νομιμότητα, να εφαρμόσουν τις δικαστικές αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ στο σύνολό τους και να καταβάλουν και τις παροχές της επικούρησης και τα δώρα στους δικαιούχους. Κι αυτό γιατί:

  1. Ολοι οι συνταξιούχοι που έλαβαν πρόσφατα τα αναδρομικά δεν εισέπραξαν τα αναδρομικά ποσά από τις μνημονιακές περικοπές στις επικουρικές συντάξεις και τα δώρα (πήραν μόνο τις περικοπές των κύριων συντάξεων).
  2. Οι χαμηλοσυνταξιούχοι από όλα τα πρώην Ταμεία του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα που είχαν κάτω από 1.000 ευρώ μεικτό συνταξιοδοτικό εισόδημα το 2012 (άθροισμα κύριων, επικουρικών και μερισμάτων) δεν έλαβαν αναδρομικά, καθώς δεν επιστράφηκαν οι μειώσεις των επικουρικών και η κατάργηση των δώρων. Για παράδειγμα, συνταξιούχοι του πρ. ΟΓΑ και χαμηλοσυνταξιούχοι του πρ. ΙΚΑ δεν θα πάρουν αναδρομικά.

Επισημαίνεται ότι κανείς συνταξιούχος που δεν έχει προσφύγει δικαστικά έως τον 10/2020 δεν δικαιούται ποσόν πέραν του 11μήνου. Οσοι έχουν προσφύγει δικαστικά έχουν πιθανότητες να δικαιωθούν, που σημαίνει ότι εφόσον το δικαστήριο τους δικαιώσει θα μπορούν να λάβουν επιπλέον ποσά πέραν των 11 μηνών με βάση την εκάστοτε δικαστική απόφαση κάθε φορά. Πέραν των επιπλέον μηνών σε εκκρεμότητα στις εν λόγω δικαστικές διεκδικήσεις είναι και τα δώρα και τα επιδόματα για το εν λόγω χρονικό διάστημα.

Η πληρωμή των εν λόγω ποσών θα γίνεται με την εκτέλεση της κάθε δικαστικής απόφασης ξεχωριστά. Η προσφυγή στη Δικαιοσύνη για περαιτέρω διεκδικήσεις με βάση – κατά τους νομικούς – τις αντισυνταγματικές κρατήσεις των μνημονιακών νόμων δεν μπορεί πλέον να αφορά τις κύριες συντάξεις. Αντίθετα μετά τον επανυπολογισμό των επικουρικών από τον 7/2020 και έπειτα, αν κάποιος το επιθυμεί μπορεί να διεκδικήσει τις εν λόγω κρατήσεις επί της επικουρικής του σύνταξης.

Περαιτέρω οι συνταξιούχοι του Δημοσίου μπορούν να διεκδικήσουν της Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχου που έχει κριθεί αντισυνταγματική από την Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συνεχίζει όμως να παρακρατείται κανονικά.