Είναι μια από τις πρώτες σκηνές στο πρώτο επεισόδιο της πολυσυζητημένης τέταρτης σεζόν της τηλεοπτικής σειράς The Crown («Το Στέμμα»). Το έτος είναι 1979 και η βασίλισσα Ελισάβετ διορθώνει νευρικά ένα βάζο καθώς περιμένει τη Μάργκαρετ Θάτσερ να της παρουσιάσει τον κατάλογο με τα ονόματα των υπουργών της νέας της κυβέρνησης – όλοι άντρες. Τη μία στιγμή η Θάτσερ μιλά για πολιτική και εξηγεί ότι βρίσκει τις γυναίκες «πολύ συναισθηματικές» για ανώτατα αξιώματα. Στην επόμενη σκηνή βρίσκεται με τον σύζυγό τους Ντένις στο σπίτι και του περιγράφει την ημέρα της ενώ σιδερώνει μαξιλαροθήκες.

Η επικεφαλής της βρετανικής κυβέρνησης, για πρώτη φορά, είναι και νοικοκυρά – μια γυναίκα που σερβίριζε ρύζι και παστή ρέγκα στους λογογράφους της, όπως περιγράφουν οι βιογράφοι της και, όπως τη δείχνει η σειρά, λέει αυστηρά σε μια οικιακή βοηθό που προσπαθεί να ξεπακετάρει τη βαλίτσα του Ντένις ότι μια τόσο προσωπική κίνηση «είναι δουλειά της συζύγου». Τόσο στη σειρά όσο και στην πραγματική ζωή, η Θάτσερ φορά τη θηλυκότητά της και τη μητριαρχική της ταυτότητα ως σημαία: αυστηρά, πατριωτικά και για να επισημάνει στους αντιπάλους της ότι είναι πιο ισχυρή.

The Crown

Η φετινή σεζόν του «The Crown» που προβάλλεται εδώ και λίγες ημέρες στο Netflix, ασχολείται με πράγματα που οι περισσότεροι θυμούνται: με τη δύσκολη σχέση Θάτσερ και βασίλισσας, με την πολιτική αναταραχή της δεκαετίας του 1980 στη Βρετανία και με τον ταραχώδη γάμο του πρίγκιπα Καρόλου με τη λαίδη Νταϊάνα. Την ίδια ώρα στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, η σειρά ντοκιμαντέρ «Οι Ρίγκαν» του Showtime δείχνει τα όσα συνέβαιναν την ίδια περίοδο στην Αμερική. Οπου δίπλα στον Ρόναλντ Ρίγκαν, η σύζυγός του Νάνσι έγινε ένας πόλος εξουσίας στην προώθηση της νεοφιλελεύθερης μενταλιτέ.

Eίναι η δεκαετία του 1980: τεράστιες βάτες, κοκτέιλ φορέματα και όγκος στα μαλλιά, καθώς ο φεμινισμός προσπαθεί να πάει στο επόμενο στάδιο. Η δεκαετία διαμορφώνει το σκηνικό για να διεκδικήσουν οι γυναίκες μια θέση σε όλους τους τομείς της κοινωνίας – από τις επιχειρήσεις έως την πολιτική. Ομως είναι και μια δεκαετία που χαρακτηρίζεται από ένα νέο είδος συντηρητισμού σε όλο τον πλανήτη.

Κι έτσι ξαφνικά, ενώ εισερχόμαστε στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, δύο σειρές που αφορούν την εποχή εκείνη, αποκτούν διαστάσεις σημαντικών γεγονότων στην ποπ κουλτούρα, προβάλλοντας τέσσερα διαφορετικά θηλυκά μοντέλα εξουσίας, που συγκρούονται με την ιστορία και μεταξύ τους. Η βασίλισσα Ελισάβετ αντιπροσωπεύει τα προνόμια που προκύπτουν μέσα από έναν απαρχαιωμένο θεσμό, η Μάργκαρετ Θάτσερ, που έμεινε στην ιστορία ως «Σιδηρά Κυρία», ηγερία του συντηρητισμού σε μια περίοδο καπιταλιστικής υπερβολής, η Νάνσι Ρίγκαν, γνωστή ως «Σιδηρά Πεταλούδα» και επιτομή της λεγόμενης ήπιας δύναμης, η σύζυγος που ψιθυρίζει στο αφτί του άνδρα της πολιτικές αποφάσεις. Και η Νταϊάνα, από την οποία οι απαιτήσεις περιορίζονταν στα χαμόγελα και τα παιδιά, έγινε πρότυπο του πώς μπορεί κάποιος να αποκτά εξουσία μέσω των δημοφιλίας του στις μάζες, ένας λαϊκισμός από τις κοσμικές σελίδες. «Η πριγκίπισσα του λαού έδειξε πόσο ισχυρή μπορεί να είναι η δημόσια ευαλωτότητα», σχολιάζει η Σόφι Γκίλμπερτ στο περιοδικό «Atlantic».

Φορούσε ποδιά

Η Μάργκαρετ Θάτσερ δεν αντιπαθούσε μόνο την αδυναμία που, όπως πίστευε, επιδεικνύουν οι γυναίκες αλλά επέμενε ταυτόχρονα να τηρεί τα συζυγικά της καθήκοντα – δεν έχει υπάρξει άλλη πρωθυπουργός που φορούσε ποδιά ενώ φιλοξενούσε τους αρχηγούς του στρατεύματος. Υπήρχε όμως και μια άλλη πλευρά, αυτή που περιέγραψε ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν με τη φράση «έχει τα μάτια του Καλιγούλα και τα χείλη της Μέριλιν Μονρόε» ενώ ο Αντονι Μπέρτζες στο «Vanity Fair» σχολίασε ότι «ο μαζοχισμός των περισσότερων ανδρών ανταποκρίνεται στην επιθετική γυναίκα που κατέχει πολιτική εξουσία. Για μια γενιά Βρετανών που τους αγνόησε η μητέρα τους και μεγάλωσαν με αυστηρές νταντάδες το μάλωμα της Θάτσερ ήταν καθησυχαστικά οικείο».

H Θάτσερ εξελέγη το 1979 αλλά μέχρι σήμερα, τέσσερις δεκαετίες αργότερα, ακόμα διχάζει την κοινή γνώμη. Υιοθέτησε μια σειρά οικονομικών μεταρρυθμίσεων θεωρώντας ότι έτσι θα σώσει τη βρετανική οικονομία από την κατάρρευση, αλλά όμως εκτόξευσαν την ανεργία και βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα μεγάλο κύμα κοινωνικής αναταραχής. Η βασίλισσα παρακολουθούσε άπρακτη. Οταν η Θάτσερ κήρυξε πόλεμο στην Αργεντινή για τα νησιά Φόλκλαντ το 1982, η Ελισάβετ αποσύρθηκε στο κάστρο της στη Σκωτία, προσπαθώντας να κατανοήσει τη νέα δυναμική εξουσίας που είχε δημιουργηθεί μεταξύ των δύο γυναικών, έπειτα από μια σειρά ανδρών πρωθυπουργών – μεταξύ των οποίων ο Τσόρτσιλ, ο ΜακΜίλαν, ο Ουίλσον και ο Χιθ – οι οποίοι πάντα αναζητούσαν κοινό έδαφος με το στέμμα.

Η Νάνσι είχε τη δύναμη

Οσον αφορά το πολιτικό αντίστοιχο της Μάργκαρετ στις ΗΠΑ, τον Ρόναλντ Ρίγκαν, η νέα σειρά ντοκιμαντέρ αναδεικνύει πως η σύζυγός του Νάνσι ήταν η πραγματική δύναμη στο ζευγάρι και η κινητήρια δύναμη για να μετατραπεί ο Ρόναλντ στο πρότυπο του Ρεπουμπλικανού. «Εάν ο Ρόναλντ Ρίγκαν ήταν το χαμογελαστό πρόσωπο», σχολιάζει η δημοσιογράφος Λέσλι Σταλ, «η Νάνσι ήταν η μηχανή που τους οδήγησε στην εξουσία και στα χρήματα που είχε στερηθεί ως παιδί που μεγάλωνε φτωχό μαζί με την ηθοποιό μητέρα του, μέχρι εκείνη να ξαναπαντρευθεί».

Δημοσίως, η Νάνσι ήταν μια παθητική σύζυγος που κοιτούσε με λατρεία τον άντρα της. Ομως στο παρασκήνιο, οι συνεργάτες τους γνώριζαν πως εκείνη είχε τη δύναμη. Συμβουλευόταν πάντα αστρολόγο, ακόμα και για την συναστρία του Ρόνι με τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Η εκστρατεία της «Απλά πείτε Οχι» εναντίον των ναρκωτικών, απογείωσε την άποψη ότι το κράτος δεν χρειάζεται να κάνει πολλά επειδή ο καθένας πρέπει να αναλάβει την ευθύνη του. Προς το τέλος της δεύτερης θητείας του Ρόναλντ, ο οποίος είχε αρχίσει να παρουσιάζει συμπτώματα Αλτσχάιμερ, πολλοί θεωρούν ότι εκείνη επηρέαζε σε πολύ μεγάλο βαθμό τις αποφάσεις του.

Πίσω στη Βρετανία και στο «The Crown», όπου δίπλα στην πραγματική εξουσία δημιουργείται ένας νέος πόλος. «Κάποιος μπορεί να ισχυρισθεί ότι η πραγματική κληρονομιά που άφησε η Νταϊάνα είναι ο κραυγαλέος συναισθηματισμός των βρετανικών ταμπλόιντ», γράφει η ιστορικός Αν Απλμπομ. «Ομως αυτός προϋπήρχε της Νταϊάνα και στην πραγματικότητα ήταν εκείνος που δημιούργησε το είδωλο της Λαίδης Ντι». Η σύζυγος του διαδόχου του θρόνου Καρόλου, Νταϊάνα, μέσα από την κατάθλιψη και τη βουλιμία που προκλήθηκαν από τις πιέσεις της βασιλικής οικογένειας και τον αποτυχημένο της γάμο, εκδικήθηκε το παλάτι δείχνοντας ανοικτά τις πληγές της στους πολίτες, που την ειδωλοποίησαν. Κατανοώντας απόλυτα τη δύναμη της εικόνας στάθηκε ακριβώς στην άλλη άκρη του φάσματος από τη βασίλισσα η οποία έδειχνε πάντα απόμακρη. Εκείνη έγινε προσιτή κατανοώντας ότι εκείνο που πραγματικά ζητούσε ο κόσμος ήταν η σύνδεση. Ηταν σαν να ήξερε πως ο κόσμος που ερχόταν θα στρεφόταν τόσο πολύ γύρω από το Instagram και την εικόνα.