Αύξηση της ανεργίας και μείωση των εισοδημάτων – με κίνδυνο φτωχοποίησης χιλιάδων εργαζομένων – προκαλεί η οικονομική κρίση λόγω της πανδημίας, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για το τρέχον έτος, η οποία παρουσιάστηκε χτες.

Διαπιστώνεται «έξοδος» από την εργασία για 180.000 άτομα από τον Μάρτιο έως και τον Ιούνιο και μείωση του μέσου μισθού κατά 10%. Η έκθεση αναφέρει ότι 3 στους 10 λαμβάνουν αποδοχές μικρότερες από τον κατώτατο μισθό μαζί με κατάργηση του 8ώρου εργασίας.

Τα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης αναφέρουν τα εξής:

n Μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου 2020 η έξοδος από το εργατικό δυναμικό κυμάνθηκε μεταξύ 100 χιλιάδων και 180 χιλιάδων ατόμων σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες του 2019. Ο μεγαλύτερος όγκος αυτών των ατόμων αφορά εργαζομένους που βρίσκονται σε αναστολή εργασίας για διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών και λαμβάνουν εισόδημα λιγότερο από το 50% του μισθού τους. Κατά την έκθεση ο κίνδυνος φτωχοποίησης αυτών των ατόμων είναι ιδιαίτερα υψηλός.

  • Το κόστος απώλειας εργασίας είναι ιδιαίτερα υψηλό στην Ελλάδα, αφού ύστερα από δύο χρόνια ανεργίας ο άνεργος έχει απολέσει το 47% του εισοδήματός του. Το αποτέλεσμα αυτό κατατάσσει την Ελλάδα στην τρίτη χειρότερη θέση στην ευρωζώνη.
  • Το β’ τρίμηνο του 2020 ο μέσος μηνιαίος μισθός μειώθηκε κατά περίπου 10% σε σχέση με το ίδιο τρίμηνο του 2019. Στο ίδιο διάστημα το ποσοστό των απασχολουμένων που λάμβανε από 0 έως 200 ευρώ αυξήθηκε από 1% σε περίπου 12%. Το ποσοστό των ατόμων που λάμβανε από 400 έως 600 ευρώ μειώθηκε από 16,3% σε 12,3%, ενώ το β’ τρίμηνο του 2020 το 72,9% των απασχολουμένων είχε αποδοχές λιγότερες των 1.000 ευρώ.
  • Παρά την αύξηση του κατώτατου μισθού τον Φεβρουάριο του 2019, το ύψος του βρίσκεται κάτω από το όριο φτώχειας και απέχει σημαντικά από το ύψος ενός μισθού αξιοπρεπούς διαβίωσης. Το στοιχείο αυτό λαμβάνει βαρύνουσα διάσταση, αν αναλογιστεί κανείς ότι το 31% των απασχολουμένων το β’ τρίμηνο του 2020 έλαβε αποδοχές μικρότερες του κατώτατου μισθού.
  • Πριν από το ξέσπασμα της πανδημικής κρίσης, το 73% των απασχολουμένων σε όλους τους κλάδους εργαζόταν υπερωριακά, ενώ σε ορισμένους κλάδους, όπως η μεταποίηση και οι μεταφορές, το αντίστοιχο ποσοστό ξεπερνούσε το 80%. Η πανδημική κρίση έχει μεταβάλει αυτή την εικόνα, αν και διαφαίνεται ότι αυτό, δεδομένων των εξελίξεων στην αγορά εργασίας στη διάρκεια της πανδημίας, είναι μια προσωρινή εξαίρεση από τον κανόνα της υπερεργασίας. Το β’ τρίμηνο του 2020 το ποσοστό των ατόμων που εργαζόταν υπερωριακά μειώθηκε σε 55%, ενώ το 19% εργαζόταν πάνω από 48 ώρες την εβδομάδα.
  • Το μέγεθος του σοκ απασχόλησης που προκάλεσε η πανδημία αποτυπώνεται στον δείκτη των συνολικών ωρών απασχόλησης σε βασικές θέσεις εργασίας, ο όποιος στη χώρα μας διαμορφώθηκε το β’ τρίμηνο του 2020 στις 62 μονάδες, έναντι 85,1 μονάδων το δ’ τρίμηνο του 2019.