Η λιτότητα έχει οδηγήσει εκατομμύρια Βρετανούς στη φτώχεια, σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα και η οποία καταγγέλλει μια κυβέρνηση που δρα «βάσει ιδεολογίας» και κατά παράβαση των υποχρεώσεών της σύμφωνα με τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Σύμφωνα με την έκθεση αυτή, που συντάχθηκε έπειτα από μια αποστολή 12 ημερών που πραγματοποίησε στη Βρετανία ο αρμόδιος του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ακραία φτώχεια Φίλιπ Άλστον, το ένα πέμπτο του πληθυσμού της χώρας, δηλαδή 14 εκατομμύρια άνθρωποι, ζουν σε κατάσταση φτώχειας.

Και παρά «τις τραγικές κοινωνικές επιπτώσεις», τα «αναδρομικά» μέτρα λιτότητας που υιοθετούνται από το 2010 από τους Συντηρητικούς που βρίσκονται στην εξουσία «συνεχίζονται με σταθερό ρυθμό», «σε κατάφωρη παραβίαση των υποχρεώσεων (της βρετανικής κυβέρνησης) αναφορικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα».

«Σχεδόν το 40% των παιδιών θα αναγκαστούν να ζήσουν σε κατάσταση φτώχειας ως το 2021. Οι τράπεζες τροφίμων εξαπλώνονται, ο αριθμός των αστέγων έχει αυξηθεί δραματικά (…) το προσδόκιμο ζωή έχει μειωθεί για κάποιες ομάδες ανθρώπων και το σύστημα νομικής βοήθειας έχει αποδεκατιστεί», αναφέρει η έκθεση, σύμφωνα με την οποία «η κυβέρνηση παραμένει αποφασισμένη στην άρνησή της».

Για τον Άλστον «ούτε η ανάπτυξη της οικονομίας, ούτε η αύξηση των θέσεων εργασίας ούτε το δημοσιονομικό πλεόνασμα έχουν αντιστρέψει τη λιτότητα, μια πολιτική που ακολουθείται περισσότερο λόγω ιδεολογίας παρά βάσει οικονομικής ατζέντας».

Το υπουργείο Εργασίας και Συντάξεων της Βρετανίας αντέδρασε καταγγέλλοντας μια «εντελώς ανακριβή» και «δύσκολα πειστική» έκθεση.

«Τα ίδια τα στοιχεία του ΟΗΕ δείχνουν ότι η Βρετανία είναι ένα από τα μέρη του κόσμου όπου οι άνθρωποι χαίρονται να ζουν», δήλωσε στο πρακτορείο AP εκπρόσωπος του υπουργείου, σύμφωνα με τον οποίο ο Άλστον πέρασε πολύ λίγο καιρό στη χώρα για να αποκτήσει σωστή άποψη.

Την προηγούμενη εβδομάδα έκθεση του ανεξάρτητου βρετανικού οργανισμού Institute for Fiscal Studies (IFS) είχε αποκαλύψει ότι έπειτα από δέκα χρόνια λιτότητας στη Βρετανία καταγράφεται η μεγαλύτερη εισοδηματική ανισότητα μεταξύ των πλούσιων χωρών, με εξαίρεση τις ΗΠΑ. Οι οικονομικές αυτές διαφορές είναι αισθητές όσο ποτέ άλλοτε στη βρετανική κοινωνία, σε τέτοιο βαθμό που αποτελούν απειλή για τη δημοκρατία και τη συνοχή της χώρας.

Από την πλευρά του το ισχυρό συνδικάτο εργαζομένων TUC έχει εκφράσει την ανησυχία του για το επίπεδο των μισθών των εργαζομένων κυρίως στον δημόσιο τομέα, το οποίο εξακολουθεί να παραμένει χαμηλότερο σε σχέση με αυτό που ήταν πριν από την κρίση. Μάλιστα αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι το ποσοστό ανεργίας βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο του, 3,8%, το πρώτο τρίμηνο του έτους.

Σε συνέντευξή του στα τέλη του 2018 ο Άλστον είχε καταγγείλει μια «θλιβερή και ξεκάθαρα αδικαιολόγητη» κατάσταση. «Τα χρήματα υπάρχουν. Η κυβέρνηση πρόσφατα αποφάσισε να ξοδέψει μεγάλα ποσά για να μειώσει τους φόρους των πιο πλούσιων» είχε σχολιάσει.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ