Η επικείμενη συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ διχάζει πριν ακόμη μπουν οι τελικές υπογραφές, όπως προκύπτει από τις θέσεις που διατυπώνουν όσοι παρακολουθούν διαχρονικά τις εκατέρωθεν διαπραγματεύσεις. Για την καθηγήτρια Βασιλική Γεωργιάδου, «η συμφωνία δημιουργεί ένα ασφαλές περιβάλλον στα βόρεια σύνορά μας». «Η συμφωνία δεν είναι βιώσιμη και ο σκοπιανός ψευδοαλυτρωτισμός θα επανέλθει» προεξοφλεί ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος.

Ποιους ωφελεί η επίλυση

Στην πολιτική τα προβλήματα δεν είναι καλό να λιμνάζουν. To ζήτημα για την ονομασία της FYROM είναι μια τέτοια εκκρεμότητα. Αρχικά, το Σκοπιανό διέθετε έντονα συγκρουσιακό περιεχόμενο. Ο χρόνος που μεσολάβησε έχει αλλάξει την ατζέντα δημιουργώντας ένα παράθυρο ευκαιρίας για την επίλυσή του.

Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη αντιρρήσεις που συνοδεύουν μια απόφαση συμφωνίας της ελληνικής πλευράς: τα συλλαλητήρια, η Εκκλησία, ο φόβος της Ακροδεξιάς βάζουν φρένο στο να γίνει μια έντιμη συμφωνία με τη γείτονα.

Μια αμοιβαία επωφελής συμφωνία με τη FYROM δημιουργεί ένα ασφαλές περιβάλλον στα βόρεια σύνορά μας, κάτι που έχει ανάγκη η χώρα εξαιτίας των εντάσεων με την Τουρκία και των διαταράξεων στο εσωτερικό της.

Αλλά και την εσωτερική πολιτική σκηνή ευνοεί η επίλυση του Μακεδονικού. Το πολύ έναν χρόνο πριν από τις εκλογές είναι λογικό τα κόμματα να νοιάζονται για τις δεξαμενές τους.

Είναι προφανές ότι ο κ. Τσίπρας κλείνοντας τη συμφωνία επιχειρεί να αντισταθμίσει την ασυνέπειά του σε ένα πλήθος ζητημάτων. Ωστόσο και η ΝΔ ευνοείται από την επίλυση του ζητήματος: αν πετύχει μια συμφωνία η κυβέρνηση Τσίπρα, δεν θα αφήσει την υποχρέωση σε μια άλλη μελλοντική κυβέρνηση να ολοκληρώσει το εγχείρημα· αν η συμφωνία δεν είναι καλή, η αντιπολίτευση μπορεί εύλογα να ασκεί κριτική στην προεκλογική αρένα.

Το ζήτημα του ονόματος της FYROM, παρά τους συμβολισμούς, δεν κρατά τα σκήπτρα σημαντικότητας στην πολιτική ατζέντα. Οι εκλογές δεν θα κριθούν από το όνομα.

Μια συμφωνία για το όνομα, ωστόσο, θα προσδώσει πόντους αξιοπιστίας σε μια χώρα που συχνά έχει ταυτιστεί με το εμμονικό και το ακατανόητο στις επιλογές της.

Η Βασιλική Γεωργιάδου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Η συμφωνία είναι λάθος

Στις μεγάλες αποφάσεις της εξωτερικής πολιτικής δεν χωρούν εθνικιστικές ή ψευδοπροοδευτικές ιδεοληψίες. Στην παγκόσμια σκακιέρα οι αποφάσεις λαμβάνονται με αποκλειστικό κριτήριο τον γεωπολιτικό ρεαλισμό.

1. Η κυοφορούμενη συμφωνία δεν είναι βιώσιμη. Το πολιτικό σύστημα των Σκοπίων και οι πολίτες είναι διχασμένοι. Ο πρόεδρος Ιβάνοφ, το κόμμα του Γκρούεφσκι και ο αλβανικός πληθυσμός αντιτίθενται σφόδρα. Μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης θεωρεί την αλλαγή ονομασίας προδοσία.

2. Στην Ελλάδα συμβαίνει ακριβώς το ίδιο. Τα συλλαλητήρια έδειξαν πάνδημη και διαχρονική αντίθεση του ελληνικού λαού. Δεν αντισταθμίζονται από μια ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Επίσης, εάν στα Σκόπια διεξαχθεί δημοψήφισμα, η ελληνική κυβέρνηση θα αναγκασθεί να πράξει το ίδιο, και η όποια συμφωνία θα καταπέσει.

3. Τα Σκόπια κερδίζουν την είσοδό τους στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Προβάλλεται από ελληνικής πλευράς ως επιχείρημα η σταθεροποίησή τους. Αλλά αυτή μπορεί να εξασφαλιστεί με ειδική συμφωνία με το ΝΑΤΟ χωρίς δικαίωμα ψήφου και σύνδεση με την ΕΕ όπως η Ελλάδα πριν το 1981.

4. Η Ελλάδα θα χάσει αυτό που τα Σκόπια θα κερδίσουν: την κατοχύρωση της ονομασίας. Γιατί κόπτονται τα Σκόπια, αφού πολλά κράτη έχουν αναγνωρίσει το κρατίδιο ως «Μακεδονία»; Μα γιατί η Μακεδονία είναι μέρος της ελληνικής γεωγραφίας και ιστορίας. Η αναγνώριση από την Ελλάδα και μόνον αυτή νομιμοποιεί τη χρήση του ονόματος.

5. Την επομένη της συμφωνίας θα αμφισβητηθεί η ελληνικότητα της Μακεδονίας. Θα ζητηθεί νομικά η απαγόρευση της χρήσης του όρου Μακεδονία σε ελληνικές περιοχές, προϊόντα κ.λπ. Σε πιο ακραία εκδοχή, θα δρομολογηθεί ψευδοαλυτρωτικό κλίμα, με το επιχείρημα της ενοποίησης του όλου «μακεδονικού έθνους». Ο σκοπιανός ψευδοαλυτρωτισμός θα επανέλθει με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Η δε Ελλάδα την επόμενη μέρα θα είναι μια βαθιά διχασμένη και αποδυναμωμένη χώρα.

Ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος είναι διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης