Μια μεγάλη εθνική παρανόηση πλανάται πάνω από τον νόμο για τη Ρητορική του Μίσους. Πολλοί συμπατριώτες μας, αν όχι οι περισσότεροι, νομίζουν ότι αυτός ο νόμος που ψηφίστηκε τον Σεπτέμβριο του 2014 και, εκτός της Ρητορικής του Μίσους, στόχευε επίσης στην καταπολέμηση του Ρατσισμού και της Ξενοφοβίας, δεν ήταν παρά το πρόσχημα για να επιβληθεί απ’ άκρου εις άκρον της χώρας μια ιδιότυπη δικτατορία πολιτικής ορθότητας με απόψεις που «επιτρέπεται» να πρεσβεύουμε και απόψεις που «δεν επιτρέπεται». Αληθεύει πάντως ότι το σκανδαλώδες σκασιαρχείο του νόμου σε περιπτώσεις που θα έπρεπε να δώσει βροντερά το «παρών» και, στο άλλο άκρο, η εισαγγελική δίωξη εναντίον ατόμων που εξόφθαλμα δεν τον παραβίαζαν –όπως του Χάινς Ρίχτερ ή της Σώτης Τριανταφύλλου –συνέβαλαν καθοριστικά προς αυτή τη στρεβλή κατεύθυνση.

Η τραγελαφική περίπτωση του μητροπολίτη Καλαβρύτων μάς δίνει την ευκαιρία να άρουμε τις παρεξηγήσεις. Εκ πρώτης όψεως, θα έλεγε κανείς ότι ο Αμβρόσιος δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο, αλλά αποκύημα της νοσηρής φαντασίας μιας βλάσφημης εικονοκλαστικής γραφίδας. Πράγματι, εάν μου λέγατε πριν από λίγα χρόνια ότι θα συνδυάζατε ποιητική αδεία στο ίδιο πρόσωπο τα μαρτυρικά Καλάβρυτα με τον άτυπο porte-parole ενός ναζιστικού κόμματος, της Χρυσής Αυγής, και αυτός ο εκπρόσωπος, επιπροσθέτως, θα ήταν ο πιο υψηλόβαθμος ιερωμένος της περιοχής, θα σας έλεγα με τη σειρά μου ότι και η σάτιρα πρέπει να έχει τα όριά της, κάποια εσκαμμένα κοινωνικής ευαισθησίας που καλό είναι να μην τα υπερβαίνουμε. Ουσιαστικά, δεν υφίσταται φασιστική, ρατσιστική, μισαλλόδοξη και, σε τελική ανάλυση, μισανθρωπική χοντράδα που να μην έχει βγει από τα χείλη αυτού του ανθρώπου. Θα έπρεπε για όλες τις κατά καιρούς απάνθρωπές του δηλώσεις να συρθεί στα δικαστήρια; Η απάντηση είναι σοκαριστική, αλλά μονολεκτική και κάθετη: όχι.

Το δυτικό κοσμικό κράτος δεν παραπέμπει σε τακτική δικάσιμο όποιον παρεκτρέπεται του ορθού λόγου, όποιον τον αγνοεί ή επιδεικτικά τον χλευάζει. Εάν το έκανε, ελάχιστοι από εμάς -ίσως και κανένας –δεν θα ξέφευγε από την τσιμπίδα του. Σχεδόν όλοι μας, άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο, έχουμε τις ανορθολογικές μας εμμονές, τις βλακείες που μας αρέσει να πιστεύουμε, όπως τις ένοχες απολαύσεις, τους πυροκροτητές χοληστερίνης που, κόντρα σε κάθε ιατρική συμβουλή, εξακολουθούμε ηδονικά να μασουλάμε. Το δυτικό κοσμικό κράτος δεν μας απαγορεύει να επιλέγουμε την προσωπική μας πίστα θρησκευτικών, πολιτικών ή όποιων άλλων προκαταλήψεων κι εκεί πάνω να τρέχουμε ώσπου να ξεγλωσσιαστούμε.

Εάν λοιπόν η ανεκτικότητα είναι το σήμα κατατεθέν του δυτικού κοσμικού κράτους, ποια κόκκινη γραμμή πάτησε ο Αμβρόσιος, ποιο νόμο παραβίασε και θα έπρεπε να δικαστεί; Δεν περιορίστηκε να εκφράσει τις απόψεις του, ούτε –όπως είχε κάθε δικαίωμα –να τις διαδώσει στο χριστεπώνυμο πλήρωμά του. Προχώρησε ένα βήμα παραπέρα. Προέτρεψε το ποίμνιό του να αυτοδικήσει εναντίον εκείνων που δεν συμμερίζονται τις δικές του απόψεις -σήμερα των ομοφυλόφιλων, αύριο των πολιτικών, μεθαύριο, ποιος ξέρει, εκείνων που προτιμούν τη χωρίστρα στο πλάι παρά στη μέση. Ηταν μήπως ο πρώτος που έφτασε στο σημείο να δηλώσει δημόσια ότι αν είχε όπλο θα το χρησιμοποιούσε; Οχι, δεν ήταν ο πρώτος και δεν θα είναι ο τελευταίος. Κι εδώ έγκειται το ζήτημα. Τα έντυπα και ηλεκτρονικά βοθρολύματα που καθημερινά καλούν το στρατό να κατέβει στους δρόμους ή τους πολίτες να λιντσάρουν τους πολιτικούς θα ανεμίζουν την απαλλακτική δικαστική απόφαση για τον Αμβρόσιο σαν το πράσινο φως, το «δεδικασμένο», που θα απαλλάσσει και τους ίδιους. Εγινε ένα έγκλημα στο Αίγιο. Ενα έγκλημα από το μέλλον.