Τα τελευταία χρόνια και εξαιτίας της κρίσης χρέους όλοι γνωρίζουν πλέον το τι έγινε με το χρέος της Γερμανίας από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945 μέχρι τη διεθνή συμφωνία του 1953, με την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν τη διαγραφή των πολεμικών αποζημιώσεων της ηττημένης χώρας που προκάλεσε τον πόλεμο. Γιατί; Επειδή ήδη ο Ψυχρός Πόλεμος, που ακολούθησε τον Β’ Παγκόσμιο, είχε κορυφωθεί επικίνδυνα και οι ΗΠΑ χρειαζόντουσαν μία σταθερή και ισχυρή Δυτική Γερμανία μπροστά στη σοβιετικής επιρροής Ανατολική που την έβλεπαν ως τον δρόμο για τα «6.000 τανκς» που απειλούσαν την Ευρώπη.

Πόσοι όμως γνωρίζουν τι είχε συμβεί στη δεκαετία του 1920 όταν η Γερμανία είχε ξαναπτωχεύσει, και πάλι εξαιτίας των πολεμικών αποζημιώσεων, αλλά, αυτή τη φορά, μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου; Παρά το γεγονός ότι το πάγιο σημείο αναφοράς της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης στα τέλη εκείνης της δεκαετίας είναι το Κραχ στις ΗΠΑ το 1929 που οδήγησε σε διεθνή σεισμό και, το 1933, στοΝew Dealτου Ρούζβελτ, πολιτικά και στρατιωτικά, η πτώχευση της Γερμανίας που είχε προηγηθεί κατά πέντε χρόνια το 1924, υπήρξε απείρως πιο σημαντική για την πορεία της ίδιας, της Ευρώπης και του κόσμου. Επειδή αυτή ήταν που έφερε ευθέως τον Χίτλερ στην εξουσία και που οδήγησε στη μεγαλύτερη και φονικότερη σύγκρουση στην ιστορία της ανθρωπότητας.

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. Ο Α’ Παγκόσμιος ή Μεγάλος Πόλεμος όπως ήταν γνωστός πριν τον Β’ Παγκόσμιο, τελείωσε πριν από εκατό χρόνια, το 1918, με ήττα των Κεντρικών Αυτοκρατοριών, Γερμανίας και Αυστροουγγαρίας, από τις μεγάλες ναυτικές δυτικές δυνάμεις, την Αγγλία, τη Γαλλία και τις μόλις τότε ανερχόμενες ΗΠΑ, οι οποίες είχαν εισέλθει στον πόλεμο στο προτελευταίο έτος του, το 1917. Στη Συνθήκη των Βερσαλλιών που ρύθμισε τα μετά του πολέμου, Αγγλοι και Γάλλοι είχαν διαφορετική στάση. Ο βρετανός πρωθυπουργός Λόιδ Τζορτζ ήθελε λιγότερο σκληρή αντιμετώπιση της ηττημένης Γερμανίας, ειδικά ως προς τις αποζημιώσεις και τα χρέη του πολέμου. Ο γάλλος πρωθυπουργός Κλεμανσό επέμενε για πολύ πιο σκληρή στάση, η οποία, τελικά, και επικράτησε. Ο πιο στενός συνεργάτης του Λόιδ Τζορτζ στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των νικητών συμμάχων δεν ήταν άλλος από τον αργότερα μέγα καθηγητή οικονομικών Τζον Μέιναρντ Κέινς, ο οποίος ήταν και ο εμπνευστής της ηπιότερης πολιτικής για τη Γερμανία. Το επιχείρημά του ήταν προφητικό: αν η πίεση του χρέους είναι τεράστια, η Γερμανία θα βρεθεί σε κατάσταση ασφυξίας που θα την οδηγήσει τελικά σε νέα έγερση και την Ευρώπη σε νέο πόλεμο. Η επικράτηση της σκληρής γαλλικής στάσης οδήγησε τον Κεινς σε παραίτηση –θεώρησε τον Λόιδ Τζορτζ «μαλθακό» έναντι των Γάλλων, που όμως είχαν δει την πατρίδα τους να γίνεται ένα ατέλειωτο νεκροταφείο στα πέντε χρόνια του πολέμου, κάτι που δεν συνέβη με την Αγγλία. Στη συνέχεια και με βάση το τι συνέβη στις Βερσαλλίες, ο Κέινς έγραψε το κορυφαίο βιβλίο του Οι οικονομικές συνέπειες της Ειρήνης, με το οποίο προέβλεψε το ξέσπασμα του επόμενου πολέμου είκοσι χρόνια πριν αυτό επέλθει. Εξελίχθηκε στον πιο σημαντικό οικονομολόγο του 20ού αιώνα.

Η ΑΥΓΗ ΤΟΥ ΝΑΖΙΣΜΟΥ. Τελικά, το 1924, η Γερμανία κήρυξε οριστικά την αδυναμία εξυπηρέτησης του χρέους της. Η πτώχευσή της ήταν μια νέα πραγματικότητα που εξελίχθηκε σε πολλά αλληλένδετα πεδία και επίπεδα και με καταλυτικές επιπτώσεις.

Η πιο γνωστή εξ αυτών είναι η περίπτωση ενός, εκείνη την εποχή, νεαρού ακόμα, παντελώς άγνωστου αυστριακής καταγωγής εθνοκήρυκα, ο οποίος στα 35 του χρόνια άρχισε αμέσως να οργώνει όλη τη διαλυμένη και υπό μερική κατοχή χώρα και να μιλά σε συγκεντρώσεις, πολύ συχνά όχι μεγαλύτερες των πέντε ανθρώπων.

Πρόσωπο που θα το συναντήσει κανείς στα μεταγενέστερα αυτά δημοσιεύματα των «Αθηναϊκών Νέων» στις αρχές της δεκαετίας του ’30. Οργωσε έτσι τη Γερμανία από πάνω μέχρι κάτω και από την Ανατολή μέχρι τη Δύση. Ο τίτλος της ομιλίας του, που ήταν πάντοτε η ίδια, ήταν τρεις λέξεις: «Μίσος, Μίσος, Μίσος». Το όνομά του, Αδόλφος Χίτλερ.