Η Γερμανία αποκτά κυβέρνηση, έναν νέο μεγάλο συνασπισμό της Χριστιανικής Ενωσης της Ανγκελα Μέρκελ και των Σοσιαλδημοκρατών του Μάρτιν Σουλτς. Θα είναι μία κυβέρνηση με τη Μέρκελ αλλά χωρίς τον Σουλτς. Μετά την υπογραφή της κυβερνητικής συμφωνίας, θεωρούνταν δεδομένο ότι ο Σουλτς θα αναλάβει το υπουργείο Εξωτερικών, γεγονός που οδήγησε τον σημερινό υπουργό Ζίγκμαρ Γκάμπριελ σε πρωτοφανή επίθεση εναντίον του για αθέτηση υποσχέσεων, χωρίς να τις διευκρινίσει. Ο Σουλτς είχε ανακοινώσει ήδη ότι θα παραιτηθεί από πρόεδρος του SPD προτείνοντας την Αντρεα Νάλες. Η πίεση λόγω αναξιοπιστίας, δεδομένου ότι είχε αποκλείσει τη συμμετοχή του σε κυβέρνηση της Μέρκελ, τον οδήγησε χθες στην απόφαση να μην διεκδικήσει το υπουργείο Εξωτερικών. «Δεν θα συμμετέχω στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση και ελπίζω έτσι να τερματιστούν οι εσωκομματικές διαφωνίες», δήλωσε ο Σουλτς, που είχε προκαλέσει την αντίδραση του συντρόφου του Ζίγκμαρ Γκάμπριελ όταν κινήθηκε προς το υπουργείο Εξωτερικών. Και έτσι η νέα κυβέρνηση αντιμετωπίζει, με το καλημέρα, κρίση.

Την περασμένη Πέμπτη η Ανγκελα Μέρκελ δέχτηκε στην καγκελαρία τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και τον πρόεδρο του Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ. Οι δύο κορυφαίοι θεσμικοί παράγοντες της ΕΕ πραγματοποιούν περιοδεία στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για την προετοιμασία της συνόδου κορυφής της ΕΕ. Στο Συμβούλιο θα τεθούν μια σειρά από θέματα που εκκρεμούν, μεταξύ άλλων το πλαίσιο για τον επόμενο προϋπολογισμό της ΕΕ, που θα είναι ο πρώτος χωρίς τη Μεγάλη Βρετανία, το κενό της οποίας θα πρέπει να καλυφθεί από τα 27 μέλη. Θα συζητηθεί επίσης και η μείωση του αριθμού των ευρωβουλευτών που συνδέεται επίσης με την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ.

Είναι δύο, σίγουρα όχι τα κρισιμότερα, ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπίσει η ΕΕ το επόμενο διάστημα. Η κυβερνητική κρίση της Γερμανίας μετά τις εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου είχε παραλύσει και την ΕΕ. Ο Μακρόν και η Ευρώπη περίμεναν την απάντηση του Βερολίνου στην πρόκληση για τη μεταρρύθμιση της ΕΕ και της ευρωζώνης. Η συμφωνία στην οποία κατέληξαν τελικά τα κόμματα της δεξιάς Χριστιανικής Ενωσης (CDU/CSU) και οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) για επανέκδοση του μεγάλου συνασπισμού κλείνει την περίοδο της αστάθειας και εξασφαλίζει στην Ανγκελα Μέρκελ μια νέα, την τελευταία, θητεία της στην καγκελαρία.

«Η Γερμανία αποκτά μία σταθερή, κοινωνικά πιο ευαίσθητη και στα ευρωπαϊκά θέματα πιο ευέλικτη κυβέρνηση» σχολιάζει στα «ΝΕΑ» ο πολιτειολόγος Χάιο Φούνκε του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου – FU. «Αυτό ήταν πλέον επιβεβλημένο» προσθέτει, μετά τη χρονοβόρα διαδικασία των διαβουλεύσεων και τις αποτυχίες προσπαθειών για τον σχηματισμό κυβέρνησης μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Η ειδοποιός διαφορά του νέου μεγάλου συνασπισμού που θα αποκτήσει η Γερμανία σε σύγκριση με την κυβέρνηση της προηγούμενης τετραετίας είναι ότι τα δύο κρίσιμα υπουργεία Εξωτερικών και Οικονομικών θα βρίσκονται στα χέρια των Σοσιαλδημοκρατών. «Αυτό θα σημαίνει μία σαφώς φιλευρωπαϊκή πολιτική του Βερολίνου», εκτιμά ο Φούνκε. Αναμένει ότι η νέα κυβέρνηση θα εξετάσει σοβαρά τις προτάσεις Μακρόν για τις μεταρρυθμίσεις στην ΕΕ και την ευρωζώνη και θα τερματίσει τη «σκληρή γραμμή Σόιμπλε» στην ευρωπαϊκή πολιτική και τα οικονομικά ζητήματα.

Η Μέρκελ εκχώρησε τα δύο σημαντικά υπουργεία στους Σοσιαλδημοκράτες προκειμένου να εξασφαλίσει την έγκριση της συμφωνίας από τη βάση του SPD. Αλλά ο καθηγητής Φούνκε δεν δέχεται την κριτική ότι η Μέρκελ τα έδωσε όλα στο SPD. «Η Χριστιανική Ενωση συνεχίζει να έχει στα χέρια της 9 υπουργεία, μεταξύ των οποίων κάποια πολύ σημαντικά». Σε αυτά συγκαταλέγει το υπουργείο Εσωτερικών που καταλαμβάνουν οι Χριστιανοκοινωνιστές με τον Ζεεχόφερ, καθώς η Χριστιανική Ενωση CDU/CSU έχει ενιαία Κοινοβουλευτική Ομάδα στην Μπούντεσταγκ.

Η κατανομή είναι ίδια όπως στην προηγούμενη κυβέρνηση, το νέο για το SPD είναι το υπουργείο Οικονομικών. Με αυτό το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης, ο Φούνκε εκτιμά ότι η βάση του SPD θα εγκρίνει το κυβερνητικό πρόγραμμα στο εσωκομματικό δημοψήφισμα που θα ακολουθήσει. «Υπολογίζω μάλιστα ότι το όχι θα βρεθεί κάτω από το 40%», λέει ο Φούνκε.