Ο κύριος Χ. είναι πελάτης και κάθεται απέναντί μου. Η νομική ενέργεια που μου ζήτησε έχει διεκπεραιωθεί. Είμαστε στη δεύτερη μεγαλύτερη στιγμή κάθε δικηγορικής καριέρας (μετά τις δικαστικές επιτυχίες), που, όπως για κάθε ελεύθερο επαγγελματία, είναι η διά της αμοιβής επιβράβευση: «100 ευρώ, κύριε Χ., συν ΦΠΑ, 124» αναγγέλλω το κόστος. Ο κύριος Χ. βγάζει από το πορτοφόλι του και ακουμπά στο γραφείο μου 124 ευρώ. Ανοίγω το μπλοκ, κόβω την απόδειξη και την παραδίδω. Ο κύριος Χ. αποχωρεί κι εγώ παίρνω στα χέρια μου τα 124 ευρώ και ανοίγω τα συρτάρια του γραφείου μου: στο πρώτο υπάρχει ένας κουμπαράς. Αναγράφει: «ΦΠΑ». Εναποθέτω 24 ευρώ. Στο δεύτερο, άλλος κουμπαράς: «Φόρος Εισοδήματος». Εναποθέτω 29 ευρώ. Στο τρίτο: «Προκαταβολή Φόρου Εισοδήματος». Αλλα 29 ευρώ. Στο τέταρτο συναντώ τον τελευταίο κουμπαρά: «ΕΦΚΑ», και εναποθέτω 38,5 ευρώ. Κατεβαίνω στο περίπτερο. Είμαι χαρούμενη. Μου έχουν μείνει 3,5 ευρώ για τσιγάρα.

Η παραπάνω ιστορία, όσο υποθετική κι αν ακούγεται, είναι μια ιστορία καθημερινής φορολογικής τρέλας, όχι μόνο ενός δικηγόρου, αλλά κάθε ελεύθερου επαγγελματία αυτής της χώρας. Το κράτος δεν ζητά απλά αρωγή για να επιτελέσει τους σκοπούς του, αλλά ουσιαστικά συνεταιρίζεται με κάθε ελεύθερο επαγγελματία.

Δυστυχώς, μόνιμη, τελευταία, κυβερνητική επωδός είναι η «πάταξη της φοροδιαφυγής». Τότε, λένε, θα μειώσουμε τους συντελεστές. Το παραπάνω, όμως, είναι ένα απλό παράδειγμα κρατικής ώθησης στη φοροδιαφυγή: είναι αδύνατο για οποιονδήποτε άνθρωπο να ζήσει με 3,5 ευρώ σε κάθε 124 ευρώ αμοιβής. Είναι τρελό κι όμως πραγματικό: ΦΠΑ 24%, Φόρος Εισοδήματος 29%, Προκαταβολή Φόρου 100%, ΕΦΚΑ 38,5%. Με τα ποσοστά αυτά, η συνολική ετήσια φοροασφαλιστική επιβάρυνση αγγίζει το 80%, αν θεωρήσουμε ότι η προκαταβολή φόρου δεν επιβαρύνει κάθε φορολογικό έτος. Περίπου 8 από κάθε 10 ευρώ αμοιβής καταλήγουν στη μαύρη χοάνη ενός σπάταλου και αδηφάγου κράτους.

Το λογικό (αλλά ρητορικό) ερώτημα είναι αν οι ιθύνοντες αντιλαμβάνονται έστω και στο ελάχιστο τα παραπάνω. Δεν χρειάζεται ούτε μεταπτυχιακό στα οικονομικά, ούτε ντοκτορά. Είναι απλοί μαθηματικοί υπολογισμοί. Ερώτημα είναι, επίσης, εάν αντιλαμβάνονται πως οι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν είναι άπαντες μεγιστάνες του πλούτου, ώστε να μην ενδιαφέρονται για την εισφορολογική τους επιβάρυνση.

Η φοροδιαφυγή δεν πατάσσεται μόνο με εντατικοποίηση ελέγχων. Πατάσσεται με την εγκαθίδρυση της συνείδησης ότι «τα λεφτά σου πιάνουν τόπο» και με την εκλογίκευση των απαιτήσεων. Ο Πρωθυπουργός δεν είναι ούτε καπνιστής ούτε ελεύθερος επαγγελματίας. Αν ήταν όμως και τα δύο, σίγουρα θα είχε κόψει το κάπνισμα.

Η Σοφία Νικολάου είναι δικηγόρος www.sofianikolaou.com