Ποιος έφερε –τέτοια εποχή –τον Ερντογάν στην Ελλάδα; Είναι το ερώτημα που κυριαρχεί από το μεσημέρι της Πέμπτης ακόμη και σε υπουργικά γραφεία. Και εξακολουθούσε να μονοπωλεί τις συζητήσεις και την ώρα που το Airbus 330 της τουρκικής προεδρίας απογειωνόταν χθες το απόγευμα από την Αλεξανδρούπολη για την πτήση της επιστροφής. Αν ο σύγχρονος «σουλτάνος» επέστρεψε στο Ακ Σαράι (Λευκό Παλάτι) της Αγκυρας ως τροπαιούχος, κάποιοι στην Αθήνα έχουν την ευθύνη.

Οσοι παρακολουθούν στενά τη διαχρονική εξέλιξη των ελληνοτουρκικών και, πολύ περισσότερο, την πορεία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν από την αφετηρία του ως δημάρχου Κωνσταντινούπολης, δεν εξεπλάγησαν από το ύφος και την εικόνα του στην αθηναϊκή βόλτα του. Στο Προεδρικό Μέγαρο και το Μέγαρο Μαξίμου, ο Ερντογάν ήταν ο εαυτός του. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Προκάλεσε, όπως έχει προκαλέσει και σε άλλες δυτικές πρωτεύουσες, επιδιώκοντας να συντηρήσει ένα ισχυρό προφίλ στο δικό του ακροατήριο που φθίνει, έστω κι αν παραμένει πολυπληθές. Σταθερά την τελευταία τριετία, ο Ερντογάν ανοίγει εκτός συνόρων θέματα για να καλύψει μια προβληματική κατάσταση στο εσωτερικό. Αν στην Αγκυρα υπάρχει ανησυχία για την τουρκική συνοχή και εδαφική ακεραιότητα, η Τουρκία εκτός έδρας πρέπει να φαίνεται μεγάλη. Στα καθ’ ημάς, η πολιτειακή και πολιτική ηγεσία όλα αυτά τα γνωρίζει –και ο αιφνιδιασμός δείχνει δυσεξήγητος. Συνεπώς, η συζήτηση για την προετοιμασία και τους στόχους της επίσκεψης Ερντογάν μόλις τώρα ανοίγει.

Ο Νίκος Κοτζιάς ένιωσε την ανάγκη να απαντήσει πριν ακόμη η συζήτηση φουντώσει. Το «αιδώς Αργείοι» του υπουργού Εξωτερικών σε πολλούς θύμισε τον μαθητή που, με κοκκινισμένο πρόσωπο, κοιτάζει αλλού για τη ζημιά στην τάξη. Αλλά ήταν προφανές ότι από το νεοκλασικό της Βασιλίσσης Σοφίας επεδίωξαν να περάσουν στην επίθεση προτού οι προβολείς της αντιπολίτευσης, διεθνολόγων και λοιπών ειδικών στραφούν πάνω στον υπουργό. Ο Κοτζιάς, που διαχειρίστηκε από τον περασμένο Οκτώβριο σχεδόν όλες τις λεπτομέρειες της επίσκεψης Ερντογάν, δεν υπεραμύνεται μιας διπλωματικής επιτυχίας –ψέγει όσους προεξόφλησαν την αποτυχία της, «επιπόλαια κριτική». Υπό μία έννοια, αποδίδει σε «γρουσούζηδες» το φιάσκο μιας επίσκεψης που την περίμενε ως «ιστορικό γεγονός», επενδύοντας σε αυτήν και το δικό του πολιτικό κεφάλαιο.

Η προετοιμασία για τον ΥΠΕΞ υπήρξε «καλή και λεπτομερής», με εκατέρωθεν προπαρασκευαστικές επισκέψεις και συνεννοήσεις. Εν ολίγοις, αλλού πρέπει να αναζητηθούν οι υπεύθυνοι εάν στράβωσαν τα πράγματα –ο ίδιος δεν έχει θέση στο κάδρο των ευθυνών. Είναι αμφίβολο εάν θα καταφέρει να πείσει ακόμη και τους συνοδοιπόρους στην Κίνηση Ιδεών και Δράσης «Πράττω». Η ανάγκη προκαταβολικής «απολογίας», ωστόσο, ανάγκασε τον Κοτζιά να φθάσει ώς τη χερσόνησο της Κορέας –εκεί όπου υποτίθεται ότι οι Νότιοι δυσανασχετούν επειδή δεν έχουν κανάλια επικοινωνίας με τους βόρειους γείτονές τους –για να αντλήσει επιχειρήματα. Κατήγγειλε ακόμη τους επικριτές τους ως στηρίγματα ενός ιδιόμορφου «νεοαπομονωτισμού». Αυτό κι αν έχει ενδιαφέρον, την ώρα που ο στυλοβάτης ενός «αριστερόστροφου πατριωτισμού» ετοιμαζόταν να υψώσει αναχώματα στον «φιλελεύθερο πατριωτισμό» που ανακαλύπτει ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως νέο δόγμα της ΝΔ, προκειμένου να ικανοποιήσει τους καραμανλικούς του «ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού» και τους οπαδούς του «οικονομικού φιλελευθερισμού». Θα ήταν μια αντιπαράθεση που ο ΥΠΕΞ περίμενε να μεγαλώσει τον δικό του πολιτικό χώρο –εάν δεν είχε μεσολαβήσει η ανάγκη να σπρώχνει «σκονάκια» σε Παυλόπουλο και Τσίπρα για να σώσει ό,τι σώζεται, την ώρα που είχε τον λόγο ο Ερντογάν. Στην τάξη, ως γνωστόν, τα «σκονάκια» σπανίως βοηθούσαν τους αδιάβαστους.