Η κλιματική αλλαγή δεν αποτελούσε ποτέ ένα «καυτό» θέμα. Οι λόγοι είναι βασικά δύο: ότι δεν έχει άμεση επίδραση στο πορτοφόλι μας και ότι αφορά τις επόμενες γενιές. Ορισμένοι πολιτικοί μάλιστα, με προεξάρχοντα τον Ντόναλντ Τραμπ, αρνούνται ακόμη και την ύπαρξη του προβλήματος. Το αποτέλεσμα είναι να μη λαμβάνονται ουσιαστικά μέτρα για την αντιμετώπιση του φαινομένου του θερμοκηπίου και η κατάσταση να επιδεινώνεται: δάση καταστρέφονται, οι εκπομπές ρυπογόνων αερίων αυξάνονται, τα ακραία καιρικά φαινόμενα πολλαπλασιάζονται. Και όπως επισήμαναν αυτή την εβδομάδα 15.000 επιστήμονες, σε λίγο θα είναι πολύ αργά.

Η χώρα μας είναι ουραγός και σε αυτό το πεδίο. Δύο είναι εδώ τα μεγάλα προβλήματα. Το ένα είναι ότι εγκλήματα δεκαετιών, όπως η αυθαίρετη δόμηση ή το μπάζωμα των ρεμάτων, διαιωνίζονται αντί να αντιμετωπίζονται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα φυσικές καταστροφές όπως αυτή που έπληξε χθες τη Δυτική Αττική, και συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με την κλιματική αλλαγή, να γίνονται ακόμη καταστροφικότερες και φονικότερες. Καμιά κυβέρνηση δεν χάραξε μια τολμηρή και μακροπρόθεσμη στρατηγική. Καμιά κυβέρνηση δεν έκανε σοβαρά αντιπλημμυρικά έργα. Ο λόγος είναι απλός: επειδή σε αυτές τις περιπτώσεις τα πολιτικά οφέλη αργούν να φανούν.

Να το ξεκαθαρίσουμε προς πάσης ιδεολογίας πολιτικάντηδες: η κλιματική αλλαγή δεν απαλλάσσει τις κυβερνήσεις από τις ευθύνες τους. Δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία για την αδιαφορία και την αδράνεια. Αντίθετα, η πολλαπλασιαστική της δράση επιτάσσει ακόμη πιο αποφασιστικά προληπτικά μέτρα. Η κήρυξη εθνικού πένθους για τη χθεσινή πολύνεκρη τραγωδία είναι επιβεβλημένη, αλλά έχει επικοινωνιακό μόνο χαρακτήρα.

Το άλλο πρόβλημα έχει να κάνει με τη γενικότερη ανεπάρκεια της Ελλάδας στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής. Εκθεση που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα τοποθετεί τη χώρα μας στην 39η θέση ανάμεσα σε 56 χώρες που αξιολογήθηκαν ή στην 23η θέση ανάμεσα στις 28 χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης (έναντι της 17ης θέσης όπου βρισκόταν πέρυσι). «Η εμμονική στήριξη στον λιγνίτη και τις εξορύξεις υδρογονανθράκων», σημειώνει ο Τάκης Γρηγορίου από το ελληνικό τμήμα της Greenpeace, «παραπέμπει περισσότερο σε πολιτικές επιλογές Τραμπ παρά σε προοδευτικό κράτος που στοχεύει στη γρήγορη και κοινωνικά δίκαιη ενεργειακή μετάβαση».

Εχουμε κι εδώ να κάνουμε με ανθρώπινες ζωές, αν και με λιγότερο δραματικό τρόπο. Εδώ κι ένα χρόνο, η WWF Ελλάς και η Greenpeace έχουν προειδοποιήσει τον προκάτοχο του σημερινού υπουργού Περιβάλλοντος ότι οι εν λειτουργία λιγνιτικοί σταθμοί της ΔΕΗ όχι μόνο δεν εφαρμόζουν τις πιο σύγχρονες αντιρρυπαντικές τεχνολογίες, αλλά κάνουν και χρήση όλων των δυνατών παρεκκλίσεων από την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μια επιπλέον ρύπανση που προκαλεί τον πρόωρο θάνατο 475 ανθρώπων κάθε χρόνο.

Αλλά αυτή η διάσταση φαίνεται περιέργως να απουσιάζει από τις διαπραγματεύσεις του Γιώργου Σταθάκη τόσο με τους συνδικαλιστές όσο και με τους εταίρους.