Διχάζει εργοδότες και εργαζόμενους το σχέδιο του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, για τη φορολογική μεταρρύθμιση, που παρουσιάστηκε την Τετάρτη με τους μεν να το χαρακτηρίζουν ως καταλύτη στην επιτάχυνση της ανάπτυξης και τους δε να κάνουν λόγο για «απάτη». Το σχέδιο που ο ίδιος ο Τραμπ χαρακτηρίζει «επαναστατική» πρόταση«υπέρ της ανάπτυξης, υπέρ της απασχόλησης, υπέρ των οικογενειών, υπέρ των Αμερικανών», προβλέπει πάνω απ’ όλα μια μεγάλη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τις εταιρείες, ο οποίος από το 35% θα μειωθεί στο 20% και διχάζει τόσο για τον κοινωνικό όσο και για τον οικονομικό του αντίκτυπο που ενδέχεται να έχει.

Ο αμερικανός πρόεδρος μίλησε για μια «ιστορική ευκαιρία» και πρόσθεσε «θα μειώσουμε τους φόρους για την μεσαία τάξη και θα απλοποιήσουμε τον φορολογικό κώδικα, ώστε να είναι πιο δίκαιος για τον μέσο Αμερικανό. Παράλληλα, θα φέρουμε πίσω τις θέσεις εργασίας και τον πλούτο που έχουν μεταφερθεί εκτός της χώρας μας, ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι νομίζουν ότι αυτό έγινε για καλό».

Πέραν από την μείωση της φορολογίας των εταιρικών κοινοπραξιών σε ποσοστό “όχι μεγαλύτερο του 20%” η πρόταση του Τραμπ προβλέπει οφέλη για τις επιχειρήσεις που θα μεταφέρουν τις γραμμές παραγωγής τους εντός των ΗΠΑ και θα αποφασίζουν να φέρουν επίσης εντός της αμερικανικής οικονομίας τα κέρδη τους, που υπολογίζονται σε “τρισεκατομμύρια” δολάρια και τα οποία βρίσκονται σήμερα σε διάφορους φορολογικούς παραδείσους. Σύμφωνα με τον αμερικανό πρόεδρο: «το φορολογικό πλαίσιο που προτείνουμε θα σταματήσει να τιμωρεί τις αμερικανικές επιχειρήσεις που διατηρούν τα κέντρα διοίκησής τους εντός των ΗΠΑ».

Ο Λευκός Οίκος υποστηρίζει ότι η φορολογική μεταρρύθμιση που προτείνει η κυβέρνηση Τραμπ θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των μισθών, αλλά και ένα θετικό οικονομικό όφελος για την αμερικανική οικονομία στο σύνολό της. Παράλληλα, ο φόρος για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα έχει οροφή σε ποσοστό 25%, όπως γνωστοποίησε ο αμερικανός πρόεδρος.

Ο Μπραντ Κλόουζ, αντιπρόεδρος της εθνικής ομοσπονδίας ανεξάρτητων επιχειρήσεων (NFIB), μίλησε για μία μεταρρύθμιση «κρίσιμη προκειμένου να βοηθηθούν οι μικρές επιχειρήσεις να επενδύσουν και να δημιουργήσουν θέσεις απασχόλησης».Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της NFIB οι μικρές εταιρείες «ουδέποτε συνήλθαν μετά την παγκόσμια κρίση» του 2008-2009, εκτιμώντας πως μια μείωση των φόρων ίσως τους δώσει μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών.

Το αίτημα για μείωση της φορολογίας για τις επιχειρήσεις και απλούστευση του φορολογικού κώδικα, ήταν πάγιο αίτηματόσο της NFIB όσο άλλων οργανισμών εργοδοτών.

Για μεταρρύθμιση που θα «τονώσει την οικονομία» κάνει λόγο και ηομοσπονδία των εμπόρων λιανικής (NRF).

Αντίθετη είναι η άποψη των οργανώσεων των εργαζομένων, με τον Ρίτσαρντ Τράμκα, πρόεδρο της μεγαλύτερης συνομοσπονδίας εργατικών συνδικάτων των ΗΠΑ, της AFL-CIO να αναφέρει ότι το σχέδιο της φορολογικής μεταρρύθμισης«δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια απάτη και οι εργαζόμενοι είναι ανάμεσα σε αυτούς που επιχειρείται να εξαπατηθούν».«Πρώτα-πρώτα γίνεται η υπόσχεση για μειώσεις φόρων για τους πλούσιους και για τις μεγάλες εταιρείες και ότι (σ.σ. τα χρήματα που θα εξοικονομήσουν) μπορεί να ξαναγυρίσουν στην οικονομία. Κατόπιν η υπόσχεση ότι αυτές οι μειώσεις φόρων θα αυτοχρηματοδοτηθούν (…). Τίποτα από αυτά δεν είναι αλήθεια», τόνισε ο Τράμκα και πρεξόφλησε ότι αφού εξοικονομήσουν οι πλούσιοι δισεκατομμύρια δολάρια «θα μας πουν ότι δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να περικόψουμε» τις καλύψεις των προγραμμάτων Medicaid, Medicare και της κοινωνικής ασφάλισης, πρόσθεσε.

Ο Ουίλιαμ Κλάιν, οικονομολόγος του Peterson Institute for International Economics, αναφέρει ότι είναι δύσκολο να εκτιμηθεί πραγματικά ο αντίκτυπος που θα έχει η μεταρρύθμιση. «Θα έχει αναμφίβολα κάποιες θετικές επιπτώσεις», σημείωσε και πρόσθεσε:«Δεν είμαι πολύ ενθουσιώδης για τον αντίκτυπό του» καθώς «το βασικό ερώτημα παραμένει εάν αυτό το μέτρο μείωσης των φόρων θα οδηγήσει στη δημιουργία δημόσιου ελλείμματος», πρόσθεσε. «Κατά τη δική μου άποψη, η οικονομική ανάπτυξη δεν θα αρκέσει προκειμένου αυτές οι περικοπές να αυτοχρηματοδοτηθούν».

Η κυβέρνηση Τραμπ, που ακόμη ψάχνει μια «επιτυχία» μετά την κατάρρευση της τελευταίας προσπάθειάς της να ακυρώσει το Obamacare, διαβεβαιώνει ότι οι μειώσεις των φόρων δεν θα κοστίσουν απολύτως τίποτε στο κράτος διότι θα αυτοχρηματοδοτηθούν, αυξάνοντας την ανάπτυξη και άρα τα έσοδα του δημοσίου.

Την Τετάρτη όμως η Επιτροπή για έναν Υπεύθυνο Ομοσπονδιακό Προϋπολογισμό προέβλεψε ότι το κόστος που θα έχει η μείωση των φόρων για το δημόσιο θα ανέλθει σε 2,2 τρισεκ. δολάρια μέσα σε μια δεκαετία.

Για τον Κλάιν δεν πρόκειται να υπάρξουν ούτε θεαματικά, ούτε καταστροφικά αποτελέσματα: «ο αντίκτυπος στην οικονομία θα είναι πιθανόν μέτριος», είπε και τόνισε πως τα αποτελέσματα δεν θα μπορέσουν να εκτιμηθούν πριν περάσει τουλάχιστον 1,5 χρόνος από την εφαρμογή της μεταρρύθμισης.

«Να θυμόμαστε ότι η φορολογική πολιτική αφορά τόσο την οικονομική όσο και τη δημοσιονομική πολιτική. Οι δημοσιονομικοί περιορισμοί θα είναι καθοριστικοί», επισήμανε από την πλευρά του ο Μίκι Λέβι της Berenberg Capital Markets.