Η έντονη αντιπάθεια του δέκατου ένατου αιώνα για τον συνεπέστατο στις αρχές του ρεαλισμό είναι η λύσσα του Κάλιμπαν, όταν αντικρίζει το πρόσωπό του στον καθρέφτη, για να θυμηθούμε τον Οσκαρ Ουάιλντ (1854-1900), ο οποίος ουδέποτε σφάλλει, σύμφωνα με τον Χόρχε Λούις Μπόρχες. Το κοσμοείδωλο, όπως ακριβώς αναπαράγεται μέσα στο καθ’ όλα πειστικό αφήγημα ενός αξιωματικού πραγματισμού, όχι ως κραταιό επίτευγμα ή έστω ως ικανή και αναγκαία παρένθεση στην εξόφθαλμη υποτροπή της ύπαρξης, αλλά ως μοιραία αρά, προκαλεί, όπως άλλωστε θα περίμενε κανείς, ένα ανυπόκριτο δέος. To πρόσωπο κατ’ ανάγκη τρέπεται έντρομο αλλού. Θέλει επιμόνως έναν άλλο καθρέφτη, περισσότερο ασφαλή. Δηλαδή λιγότερο αντικειμενικό, αλλά επαρκέστερο από αμιγώς εικονοπλαστική άποψη. Δεν έχει σημασία αν το υποκείμενο της ανάγνωσης θα ικανοποιηθεί αμέσως. Αρκεί ν’ αλλάξει καθρέφτη. Αυτό ακριβώς είναι το ζητούμενο, ήτοι η ευρύτητα των παρεχόμενων κειμενικών διαθλάσεων. Και βεβαίως, συν τοις άλλοις, η πληθώρα των αμφισημιών, των εύκρατων δισημιών και των πολλαπλών διερμηνειών, ενδεχομένως αντιφατικών, των κρίσιμων εκφάνσεων του λόγου και των εκάστοτε συμφραζομένων του. Σε συνδυασμό μάλιστα με ανεξιχνίαστα κατά κανόνα αίτια και αιτιατά των πράξεων και των παραλείψεων των φορέων της δράσης, το κείμενο που παράγεται προοικονομεί τις μείζονες αλλαγές, οι οποίες θα υλοποιηθούν στο μέλλον.

Στυλίστας

Η όλη ρευστότητα, η μη χάραξη καθαρών γραμμών μεταξύ του ίσως πιθανού και του μετά πάσης βεβαιότητος τετελεσμένου γεγονότος, που χαρακτηρίζουν τόσο τη διάπλαση των χαρακτήρων όσο και την περιγραφή των δρωμένων στην κεντρική σκηνή των παθών στο «Αγρυπνο μάτι», προαναγγέλλουν από την πλευρά τους τρόπους και εκδοχές του μυθιστορήματος των ημερών μας. Εξού και η μέριμνα των εκδόσεων Αγρα να μας το φιλέψουν σε άρτια μετάφραση. Συγκρατώ την επίσης υποδειγματική εισαγωγή.

Η συγκεκριμένη κειμενική απόκλιση του ομολογούμενου στυλίστα Σέρινταν λε Φανί (1814-1873), για τον οποίο ο M.R. James φρονούσε ότι «κατορθώνει να εμπνέει τον μυστηριώδη τρόμο καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον συγγραφέα», ενώ ο Henry James πίστευε ότι οι ιστορίες του ήταν «το ιδανικό ανάγνωσμα για μεταμεσονύχτιες ώρες σ’ ένα σπίτι στην εξοχή», έχει κι αυτή ως αφετηρία την εν μέρει ή και ολική ενίοτε διαγραφή της όποιας δεδομένης πραγματικότητας. Η παρεπόμενη συμπλήρωσή της από ένα αρκετά διαφοροποιημένο σύμπαν ορατών και αοράτων τεκμηριώνει, και μάλιστα κατά τρόπο αμάχητο, την ικανότητα του εαυτού να ανανεώνει τους μηχανισμούς ενόρασης. Εχει ήδη υπογραμμισθεί ότι ο εν λόγω συγγραφέας επηρέασε δραστικά, μεταξύ άλλων, τον M.R. James, τον Bram Stoker, τη Charlotte Brontë, αλλά και τον Henry James, του οποίου ειδικότερα «Το στρίψιμο της βίδας» συνιστά σαφή προέκταση του όλου δαιμονικού καταπιστεύματος του Σέρινταν λε Φανί. Οι απεριόριστες δυνατότητες περιδιάβασης στο εκεί – Αλλο, οι οποίες αυτομάτως παρέχονται, συνιστούν εν ολίγοις τη γραφή φυγής. Εξού και η φούγκα του πολύπειρου, πειθαρχημένου, κατά τα φαινόμενα, πλοιάρχου Τζέιμς Μπάρτον, σαράντα δύο ή σαράντα τριών ετών, όπως αποτυπώνεται στο εμβληματικό «The watcher». Σημειώνω ότι αυτός είναι στο πρωτότυπο ο τίτλος του παρόντος έργου, το οποίο κυκλοφόρησε πρώτη φορά το 1851.

Το Δουβλίνο είναι το τελευταίο, ασφαλές λιμάνι, όπου θα ήθελε να τερματίσει η αποδεδειγμένως επιτυχής σταδιοδρομία των κυμάτων: ο βίος του πολύπλαγκτου, επαγγελματία ναυτικού θα ήταν προφανώς ατελής χωρίς σύζυγο. Ο πλάνης οφείλει να μεταλλαχθεί σε αρχετυπικό σπιτόγατο. Αυτό προβλέπει σαφώς το κοινωνικό κατεστημένο, το οποίο, σημειωτέον, πνέει τα λοίσθια στο πεδίο της υπερδομής του. Το ορμέμφυτο της επιβίωσης και της διατήρησης εν συνεχεία του είδους θα οδηγήσει μαθηματικά τον Τζέιμς Μπάρτον στον αρραβώνα του με την ευειδή, αρκούντως προσηνή, όντως καλοαναθρεμμένη, πλην όμως άπορη δεσποινίδα Μόνταγκιου. Το προσεκτικά επιλεγμένο πρόγραμμα βίου θα το υπονομεύσει στη συνέχεια πλήρως ένας μάλλον φασματικός ή κατά περίπτωση αληθέστατος διώκτης του πλοιάρχου, ο οποίος, σημειωτέον, ματαίως προσπαθεί να διατηρήσει την ψυχραιμία του. Σε σύντομο χρονικό διάστημα αρχίζει να δείχνει έντονα συμπτώματα μελαγχολίας. Τα βήματα που τον ακολουθούν απηνώς ανήκουν, καταρχήν, σ’ ένα αόρατο ον. Ή μήπως είναι τα βήματα της ίδιας της ανομολόγητης Ενοχής του; Οι σφαίρες που βουίζουν κάποια στιγμή στ’ αφτιά του είναι άραγε δείγματα της επερχόμενης παράκρουσης; Η πιθανότητα της εμφάνισης ενός διώκτη με σάρκα και οστά εννοείται ότι θα σημάνει για τον άτυχο αρραβωνιαστικό την άμεση παραίτηση από τη ζωή.

Βικτοριανή εποχή

Πρόκειται για μια εμφανή υπαγωγή στη σιδερένια νομοτέλεια, εκείνη δηλαδή που χαρακτηρίζει τη λειτουργία αλλά και την πτώση ολόκληρης της βικτωριανής περιόδου. Σαράντα πέντε ακριβώς χρόνια μετά τον θάνατο του Σέρινταν λε Φανί, ο διάσημος πλέον μαθητής του, από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού Ωκεανού, ο Χάουαρντ Φίλιππος Λάβκραφτ (1890-1937), το ίνδαλμα, ως γνωστόν, του Μισέλ Ουελμπέκ, συνοψίζει τα προαναφερόμενα. Εννοώ: «Ολες οι μορφές του ορθολογισμού προσπαθούν να ελαχιστοποιήσουν την αξία και τη σπουδαιότητα της ζωής, να ελαττώσουν τη συνολική ποσότητα της ανθρώπινης ευτυχίας. Πολλές φορές η αλήθεια μπορεί να οδηγήσει στην αυτοκτονία ή, τουλάχιστον, να προκαλέσει μια σχεδόν αυτοκτονική κατάθλιψη». Επισημαίνω ότι «Το άγρυπνο μάτι» παρέχει επιπροσθέτως μια πρώτης τάξεως κρύπτη για να δράσει απελευθερωμένο το είναι μέσα στο ίδιο του το όνειρο. Εκεί η ύπαρξη συναντά ασφαλώς κατάματα και τον φόβο. Ο,τι κι αν αυτός σημαίνει για τον καθένα. Την καθεμία ξεχωριστά.

Προς το τέλος της αφήγησης μαθαίνουμε τι θα μπορούσε να ήταν η οπωσδήποτε υπάρχουσα σκοτεινή πλευρά του πλοιάρχου. Αλλά και πάλι δεν θα επιβεβαιωθούν με ακρίβεια ταυτότητες θυτών και θυμάτων. Το συγκεχυμένο και το αμφισβητούμενο διεκδικεί με πείσμα να εξοβελίσει κάθε ίχνος αυτοπεποίθησης του σημαίνοντος. Η δε απόπειρα της επιβαλλομένης εξόδου από το ομιχλώδες, καταθλιπτικό εν τέλει Δουβλίνο αποτυγχάνει παταγωδώς. Η εκούσα άκουσα επιστροφή στην πόλη σηματοδοτεί απλώς την ακραία επιδείνωση των δεινών. Η πόλη καθίσταται ο προθάλαμος του σκότους. Ο εφιάλτης έχει εντείνει την απειλή του. Δεν υφέρπει πια, αλλά παίρνει τη διάσταση ενός χειροπιαστού, απολύτως σωματικού Κακού. Κι αυτή ακριβώς η προσωποποίηση του δαίμονα θα φέρει τον Τζέιμς Μπάρτον στο χείλος του μηδενός. Από εκεί όμως θα μεταφερθεί στη μείζονα επικράτεια της δημιουργικής γραφής.

Sheridan

le Fanu

Το άγρυπνο μάτι

Εισαγωγή Ευαγγελία Κουλιζάκη

Μτφ. Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Εκδ. Αγρα, 2017, σελ. 125

Τιμή 11 ευρώ