«Αποφύγαμε τον κλινικό θάνατο, αλλά η αρρώστια παραμένει». Αυτό έγραφε τη Δευτέρα στη Μοντ ένας από τους πιο ενδιαφέροντες νέους συγγραφείς της Γαλλίας, ο Ραφαέλ Γκλικσμάν, γιος του γνωστού φιλοσόφου Αντρέ Γκλικσμάν. Ο κλινικός θάνατος στον οποίο αναφέρεται είναι η μίμηση του αμερικανικού, του βρετανικού, του πολωνικού ή του ουγγρικού παραδείγματος. Και η αρρώστια είναι βέβαια τα 11 εκατομμύρια που ψήφισαν τη Λεπέν και τα 16 εκατομμύρια που ψήφισαν λευκό ή απέσχον. Οι πρώτοι δεν είναι στο σύνολό τους ρατσιστές. Οι δεύτεροι δεν είναι στο σύνολό τους ασυνείδητοι ή αδιάφοροι.

Τι φταίει; Η όξυνση του διαχωρισμού μεταξύ ενσωματωμένων και αποκλεισμένων, απαντά ο Γκλικσμάν. «Οι κοινωνικοπολιτισμικές τάξεις υπάρχουν. Και αυτή στην οποία ανήκω εγώ δεν έχει ουδόλως την ίδια σχέση με την παγκοσμιοποίηση, το άνοιγμα των συνόρων και την Ευρωπαϊκή Ενωση που έχει το προλεταριάτο. Για μένα που ζω στο 10ο διαμέρισμα του Παρισιού, είναι απείρως πιο εύκολο να υμνώ τις αρετές του ευρωπαϊκού σχεδίου απ’ ό,τι είναι για τον άνεργο που το εργοστάσιό του μετακόμισε στη Ρουμανία».

Η προφανής αυτή αλήθεια, την οποία συχνά αρνούμαστε, πρέπει να καθοδηγεί κάθε σκέψη και κάθε πολιτική δράση, συνεχίζει ο 37χρονος συγγραφέας. «Αλλιώς, οι εκκλήσεις μας για τη σωτηρία της φιλελεύθερης δημοκρατίας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα είναι όλο και πιο μάταιες. Και την επόμενη φορά, η ψήφος υπεράσπισης του ρεπουμπλικανικού μετώπου θα ηττηθεί από την ταξική ψήφο».

Στην παράγραφο αυτή κρύβεται το κλειδί του αδιεξόδου στο οποίο βρίσκονται σήμερα τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα σε όλη την Ευρώπη. Οπως, εν μέρει, και η εξήγηση του φαινομένου ΣΥΡΙΖΑ και των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η Νέα Δημοκρατία να προσελκύσει ψηφοφόρους που έχουν απογοητευτεί από το αριστερό πείραμα –κι ας συχνάζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε «κόκκινα» καφενεία. Η Κεντροδεξιά εγκατέλειψε τους χαμένους της παγκοσμιοποίησης επειδή δεν ανήκουν στο target group της. Η Κεντροαριστερά τούς εγκατέλειψε επειδή μιμήθηκε την Κεντροδεξιά. Και το κενό έσπευσαν να καλύψουν οι λαϊκιστές της Δεξιάς και της Αριστεράς.

Για να αποκαταστήσουν τη διαταραγμένη ισορροπία, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα φαίνεται τώρα να επιλέγουν το άλλο άκρο: όλο αριστερά! Το έκανε ο Μπενουά Αμόν στη Γαλλία, το κάνουν ο Τζέρεμι Κόρμπιν στη Βρετανία και ο Πέδρο Σάντσεθ στην Ισπανία. Το κάνει με τον τρόπο της (έναν τόσο ελληνικό τρόπο!) και η Φώφη Γεννηματά. Ολα αυτά τα στελέχη δεν ενδιαφέρονται αν έτσι φέρνουν τα κόμματά τους πιο κοντά στον στόχο της εξουσίας. Δεν τους απασχολεί καν αν οι προτάσεις τους είναι ρεαλιστικές. Αυτό που τους νοιάζει είναι να δηλώνουν και να φαίνονται αριστεροί.

Και το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι δεν πτοούνται από τις αποτυχίες. Ο Σάντσεθ επανέρχεται, παρ’ όλο που έχασε δύο φορές σημειώνοντας τα χειρότερα αποτελέσματα στην Ιστορία του κόμματος. Ο Κόρμπιν προειδοποιεί ότι δεν θα παραιτηθεί, όσο βαριά κι αν είναι η ήττα του στις 8 Ιουνίου. Και η Γεννηματά πιστεύει ότι θα ξεπεράσει την κρίση που ξέσπασε στο κόμμα της διώχνοντας τον Ξεκαλάκη.

Το προφανές, τελικά, είναι μια λέξη σχετική. Αντίθετα με την αλήθεια.