Αν ξανακούσει ή έστω ξαναδιαβάσει κανείς όσα είπε ο Πρωθυπουργός στην τελευταία του συνέντευξη, θα χρειαστεί σίγουρα λίγο χρόνο για να τα εμπεδώσει και να συνέλθει από το αρχικό σοκ. Και τότε, αν δεν κλειστεί σε μοναστήρι, αν δεν παραφρονήσει, σίγουρα θα χρειαστεί τη βοήθεια της επιστήμης για να σιγουρευτεί ότι έχει καλώς στην υγεία του. Δεν μπορεί να ισχύουν όσα εκείνος είπε και να ζούμε όλοι στην ίδια χώρα. Δεν μπορεί να συμβαδίζουν αυτά που είπε με την πραγματικότητα, όπως και να θέλει να τη δει κανείς. Είναι ανήκουστο, για παράδειγμα, να λέει έτσι χωρίς ενδοιασμούς ότι επί των ημερών του μόνο ο ΦΠΑ αυξήθηκε μία μονάδα, όταν οι πολίτες βιώνουν τη φορολογική καταιγίδα που σαρώνει τα πάντα.

Στην πολιτική πράγματι λέγονται και υπερβολές, πάντοτε έτσι συνέβαινε –και ενδεχομένως θα συνεχίσει να συμβαίνει όσο υπάρχουν ευήκοα ώτα που προτιμούν το ευχάριστο ψέμα από τη δυσάρεστη αλήθεια. Με αυτή τη μέθοδο, η οποία αλλιώς λέγεται λαϊκισμός, πολλοί κέρδισαν ψήφους και πέτυχαν εκλογικές νίκες που ενίοτε τους έφεραν και στην εξουσία. Αυτό όμως ξέραμε ότι γινόταν και απέδιδε σε προεκλογικές περιόδους, όπου ο υποψήφιος κρίνεται συνήθως από τα λόγια του, αν βεβαίως δεν έχει κυβερνητικό παρελθόν, όπως συνέβη με τους νυν κυβερνώντες.

Τώρα όμως, ύστερα από δυόμισι χρόνια στην εξουσία, με την αλήθεια να έχει πάρει διαζύγιο από κάθε τους πράξη και κάθε τους λέξη, κάτι άλλο συμβαίνει. Χρειάζεται να έχει κανείς άγνοια κινδύνου ή περίσσευμα πολιτικού θράσους για να μπορεί έτσι, φόρα παρτίδα, να περιγράφει τη ζοφερή πραγματικότητα και την καταστροφή που ζει ο τόπος περίπου ως ευημερία. Οταν περιφρονείς με τόσο προκλητικό τρόπο τη νοημοσύνη των πολιτών και πιστεύεις ότι αραδιάζοντας ψεύδη ατόφια μπορείς να αλλάξεις την εικόνα, είσαι αναγκασμένος να υποστείς τις συνέπειες όταν έρθει η ώρα της κρίσεως.

Υπάρχει όμως κάτι βαθύτερο και ακόμη πιο επικίνδυνο στη σκέψη αυτών που επιλέγουν τη διαστροφή της πραγματικότητας για να περιγράψουν τη σημερινή κατάσταση. Είναι ενδεχόμενο να πιστεύουν ότι έτσι έχουν τα πράγματα και τότε ζήτω που καήκαμε. Χρειαζόμαστε εξιτήριο για έναν άλλο κόσμο.