Πολύ μακριά στα βάθη της ομαδικής ψυχής υπάρχει σε κατάσταση ηρεμίας η δεύτερη υπόσταση του ανθρώπου, η πραγματική, η συμπτυγμένη σε μια μόνο λέξη: εθνικότητα!

Αυτή, η δεύτερη υπόσταση του ομαδοποιημένου ατόμου, κυριαρχεί πάντα και διέπει τις αντιδράσεις, την έκφραση και τον τρόπο σκέψης και κινήσεων σε δύσκολες ή απλές στιγμές.

Το «όπου γη και πατρίς» ισχύει μεν, όμως κάθε άνθρωπος κουβαλάει μια πατρίδα μέσα του.

Η ομάδα ποδοσφαίρου είναι μια μικρή κοινωνία ατόμων, ομαδοποιημένων μεν, που όμως διατηρούν ανέπαφα και αναλλοίωτα τα ατομικά χαρακτηριστικά τους, και δεν εννοούμε τα χαρακτηριστικά που έχουν να κάνουν με την αθλητική συμπεριφορά ή τις επιδόσεις εντός αγωνιστικών χώρων. Τα ατομικά χαρακτηριστικά εκπορεύονται κυρίως από την καταγωγή, τις προσλαμβάνουσες μέχρι τα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσης, τα παιδικά χρόνια και το οικογενειακό περιβάλλον, χοντρικά.

Μια ποδοσφαιρική ομάδα λοιπόν, που έχει στρατευμένους στις τάξεις της «λεγεωνάριους» από όλα τα μήκη και τα πλάτη της υδρογείου, όταν για να επικοινωνήσει ο προπονητής με τους παίκτες του χρειάζεται δύο ή τρεις διερμηνείς και έναν γνώστη της νοηματικής, είναι καταδικασμένη να χάνεται στη μετάφραση και να χάνει στα γήπεδα.

Κάποτε, τη 10ετία του ’80, ο τότε προπονητής της ΑΕΚ Μίλτος Παπαποστόλου, μη έχοντας στρατό ικανό για δύσκολες μάχες και με μια διοίκηση σε παρακμή, κλήθηκε να αντιμετωπίσει την πανίσχυρη ομάδα του βαρδινογιάννειου Παναθηναϊκού. Ο αείμνηστος Μιλτιάδης κάλεσε τους παίκτες του και επί ώρα τους μίλησε με λόγια που άγγιξαν ευαίσθητες χορδές τους. Η ΑΕΚ νίκησε τον Παναθηναϊκό αξιοποιώντας το μοναδικό ισχυρό όπλο της: το φιλότιμο.

Ποιο «φιλότιμο» και ποιες ευαίσθητες χορδές να αγγίξει ο σημερινός προπονητής, ο Ισπανός, όταν απέναντί του έχει όλες τις εθνικότητες της Αφρικής, Λατινοαμερικάνους, Αγγλους, Γάλλους, Πορτογάλους, Μπόερς κι Οθωμανούς…

Για ποια ομάδα και ποια φανέλα θα αγωνιστεί ο μισθοφόρος λεγεωνάριος, που κυρίως θα φροντίσει για τη σωματική του ακεραιότητα κι έπειτα για την επικράτηση της εταιρείας όπου εργάζεται;

«Κάποτε ήμασταν μια οικογένεια, ο ένας γνώριζε τα προβλήματα του άλλου, χτύπαγε τον συμπαίκτη στον ώμο και συζητούσαν τα οικογενειακά τους. Τώρα;». Ο παλαίμαχος παίκτης του Ολυμπιακού Γιώργος Δαρίβας ήταν ξεκάθαρος όταν του ζητήθηκε η γνώμη του για τη σημερινή κατάσταση στο ελληνικό ποδόσφαιρο.

Και δεν είναι μοναχά ελληνικό το φαινόμενο, είναι πανευρωπαϊκό, αν όχι παγκόσμιο.

Ομως στην Ελλάδα –όπως πάντα υπερβολικοί –το έχουμε παρακάνει. Να παρουσιάζονται 11άδες δίχως έναν Ελληνα; Ε, άντε σ’ αυτούς τους παίκτες να μιλήσεις για Θύρα 7, για κάποιον Γουλανδρή, για κάποιον Μπάρλο, άντε να τους εμψυχώσεις απαριθμώντας τους επικές νίκες και ήρωες· να τους μιλήσεις για Ρωσσίδη, για Μουράτη, για Νεστορίδη, Μαύρο, Δομάζο, Αντωνιάδη… Κι άντε και τους τα πεις, σε ποια γλώσσα θα τα καταλάβουν;

Η ομαδική ακύρωση των ατομικών ιδιοτήτων έχει οδηγήσει στην, διά των αριθμών, ερμηνεία του ποδοσφαίρου. Λάθος. Το ποδόσφαιρο είναι πάθος, είναι κατάθεση ψυχής, είναι έρωτας και κατά κύριο λόγο είναι η έκφραση της ατομικής προσπάθειας μέσω της ομαδικότητας. Κι όλα αυτά τα φορτώσαμε σε πλοία με σημαίες ευκαιρίας…

«…Και την τέχνη μας τη στολίσαμε τόσο πολύ

που φαγώθηκε από τα μαλάματα το πρόσωπό της».