Η κυβέρνηση της «πρώτης φοράς Αριστερά» (με τη συνδρομή των ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου) επικαλέστηκε, και συνεχίζει να επικαλείται, ένα μεταφυσικό ηθικό πλεονέκτημα –στο όνομα των διώξεων που υπέστησαν οι κομμουνιστές από το κράτος, ιδίως μετά την ήττα του αποκληθέντος Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, το 1949, που τερμάτισε τον Εμφύλιο αλλά επέτρεψε σε μια κοντόθωρη Δεξιά να προσπαθήσει να σταθεροποιήσει την εξουσία της στη διαιώνιση του ιδεολογικού μίσους του Εμφυλίου. Οι διώξεις αυτής της περιόδου έφτιαξαν το φωτοστέφανο του μάρτυρα για οτιδήποτε αριστερό και συνέβαλαν στη διάδοση των κομμουνιστικών ιδεών, την περίοδο της Μεταπολίτευσης, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στην υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη, όπου η Αριστερά, σοσιαλδημοκρατική ή ευρωκομμουνιστική κατά κύριο λόγο, προσδιορίστηκε από την αντίθεσή της στα αυταρχικά καθεστώτα του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» (όπως τα λέγαμε τότε).

Το φωτοστέφανο αυτό το αμφισβήτησε η άκρα Δεξιά –και ελάχιστοι αριστεροί. Οι λίγοι εκπρόσωποι του ΚΚΕ εσωτερικού, που με ανανεωτικό αίτημα είχε προκύψει από τη διάσπαση του 1968, κάποιοι μεμονωμένοι διανοούμενοι, μερικά περιοδικά. Οι άνθρωποι αυτοί συκοφαντήθηκαν ως όργανα του ιμπεριαλισμού και αναθεωρητές, ενώ όποια κριτική διατυπωνόταν εναντίον του ανατολικού μπλοκ αποκαλούνταν αντικομμουνιστική υστερία.

Κι όμως. Τα ίδιο διάστημα κυκλοφόρησαν στα ελληνικά σπουδαία κείμενα που περιέγραφαν τι ακριβώς συνέβαινε στις κομμουνιστικές χώρες (Σολζενίτσιν αλλά και Κέστλερ, Κούντερα αλλά και Καστοριάδης). Ολη αυτή η κριτική αφορούσε, ωστόσο, μια ελίτ. Οι μαζικές συνήθειες αυτή την ειδική γνώση την αποστρέφονταν.

Ανάμεσα στις εκδηλώσεις της αντιαυταρχικής αριστερής ελίτ, της δεκαετίας του 1980, ήταν και τα συνέδρια για τον σοσιαλισμό και τις ελευθερίες που είχε οργανώσει το περιοδικό «Αντί». Είχαν προσκληθεί και ήρθαν στην Αθήνα σημαντικοί αντικαθεστωτικοί από κομμουνιστικές χώρες (θυμάμαι με έμφαση τον Πολωνό Ανταμ Μίχνικ), ανάμεσά τους και ένας Ελληνας, που δίδασκε στο Πανεπιστήμιο της Λιλ, είχε ζήσει στην Τσεχοσλοβακία και είχε αφιερώσει την πολιτική δράση του στην αποκάλυψη της αυταρχικής φύσης αυτών των καθεστώτων. Το όνομά του: Ηλιος Γιαννακάκης.

Ο Ηλιος Γιαννακάκης, που πέθανε πριν από μερικές μέρες, είχε γεννηθεί στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Ο πατέρας του ήταν ιδρυτικό στέλεχος του ΚΚ Αιγύπτου. Εκείνος τον παρότρυνε να φύγει από την Αίγυπτο για την Ελλάδα, να πολεμήσει με τον Δημοκρατικό Στρατό. Δεν τα κατάφερε, έμεινε στην Τσεχοσλοβακία όπου ήρθαν πολλοί ακόμα ηττημένοι Ελληνες και, μαζί τους, πολλά παιδιά, που είχαν απαχθεί από τη χώρα. Εργάστηκε στη διαφώτιση ομάδων τέτοιων παιδιών, έπεσε σε δυσμένεια και μετατέθηκε σε ορυχεία, συστρατεύτηκε με τον Ντούμπτσεκ στα γεγονότα της Ανοιξης της Πράγας, δραπέτευσε από τη χώρα όταν κατέπνιξαν την εξέγερση για σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία τα ρωσικά τανκς… Και έκτοτε αφιέρωσε τη ζωή του στον πόλεμο εναντίον του κομμουνιστικού αυταρχισμού.

Ανάμεσα στις εργασίες του είναι και η αποκάλυψη όσων συνέβαιναν στο ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα, τα ίδια χρόνια που διεκδικούσε το φωτοστέφανο του μαρτυρίου. Στη «Μαύρη Βίβλο του Κομμουνισμού» (ελληνική έκδοση: Εστία) δημοσίευσε κεφάλαιο όπου διερευνά τα εγκλήματα κατά κομμουνιστών που διαφώνησαν με το Κόμμα, από τους ίδιους τους συντρόφους τους. Είναι αναρίθμητα.

Ο Ηλιος Γιαννακάκης ήταν μια από τις ελάχιστες φωνές που υπήρξαν, ταυτόχρονα, οπαδοί της χειραφέτησης των πολιτών και ενός δικαιότερου κόσμου, και αντίπαλοι κάθε αυταρχισμού –και του αριστερού, τον οποίο δεν εξωράισαν. Σε μια εποχή που, στην Ελλάδα, ένας νέος εθνικολαϊκιστικός αυταρχισμός, σε μεγάλο βαθμό αριστερής καταγωγής, απειλεί αυτονόητες έως πρόσφατα ελευθερίες (όπως π.χ. τον πλουραλισμό και την ελευθερία του Τύπου), αυτός ο δημοκράτης αντικομμουνιστής θα μπορούσε να εμπνέει με το παράδειγμά του. Παράδειγμα μαχητικότητας και θάρρους υπέρ των ελευθεριών.