Εκ των προτέρων νομοθέτηση των μέτρων που θα εξασφαλίσουν υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα ζητεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όπως καθιστούν σαφές σε άρθρο τους που δημοσιεύθηκε χθες στον ιστότοπο του Ταμείου ο Πολ Τόμσεν και ο Μορίς Ομπστφελντ, επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ. Επιπλέον, ξεκαθαρίζουν ότι ανεξάρτητα από τους στόχους που θα τεθούν για το πρωτογενές πλεόνασμα, το αφορολόγητο όριο πρέπει να μειωθεί και οι συντάξεις να κοπούν.

Την παραμονή της επανέναρξης των διαπραγματεύσεων στην Αθήνα με τους εκπροσώπους των θεσμών, τα στελέχη του Ταμείου έκαναν δυναμική παρέμβαση, προκαλώντας ερωτηματικά για την τύχη της αξιολόγησης και τη συμμετοχή του Ταμείου στο πρόγραμμα. Το άρθρο έχει τίτλο «Το ΔΝΤ δεν ζητάει περισσότερη λιτότητα για την Ελλάδα». Αντίθετα, τα δυο στελέχη του υποστηρίζουν ότι ένα πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ, όσο αποδίδουν τα ήδη υφιστάμενα μέτρα του προγράμματος, θα ήταν αρκετό. Ωστόσο, προσθέτουν ότι η Ελλάδα πρέπει ούτως ή άλλως να προχωρήσει σε ριζικές αναδιαρθρώσεις για λόγους αναπτυξιακούς. Οι δυο αρθρογράφοι μιλούν για ένα καθεστώς φορολογίας που εξαιρεί πάνω από τα μισά νοικοκυριά, όταν ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 8%, και ένα υπερβολικά γενναιόδωρο συνταξιοδοτικό σύστημα που στοιχίζει 11% του ΑΕΠ, όταν ο μέσος όρος στην υπόλοιπη ευρωζώνη είναι 2,25% του ΑΕΠ.

ΤΟ ΧΡΕΟΣ. Οσο για το χρέος, θεωρούν ότι είναι «κατά πολύ μη βιώσιμο». Δείχνοντας, πάντως, κατανόηση προς τους πολιτικούς περιορισμούς της ευρωζώνης, αναφέρουν ότι θα μπορούσε να συμφωνηθεί ένα υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα για κάποιο διάστημα, αρκεί «οι αριθμοί να βγαίνουν». Στο πλαίσιο αυτό ζητούν εκ των προτέρων νομοθέτηση των μέτρων «για να μην υπάρξει καμία αμφιβολία για την πολιτική αποφασιστικότητα της Ελλάδας να ξεπεράσει την αντίσταση των κατεστημένων συμφερόντων που έχουν εμποδίσει την εφαρμογή του προγράμματος στο παρελθόν».