Ποιος είπε ότι σήμερα ακούγονται μόνο όσοι μιλούν με τα μονοσύλλαβα του θυμού; Ποιος είπε ότι ο στοχαστικός πολιτικός λόγος είναι καταδικασμένος να πνίγεται στις λασποσυρμές του Διαδικτύου;

Ο Μπαράκ Ομπάμα είναι το ζωντανό παράδειγμα ότι η όντως πολιτική δεν έχει παραιτηθεί ακόμη από την αξίωσή της να γοητεύει. Ομως, το να επαινεί κανείς τον Ομπάμα για τη ρητορική του μαγεία είναι σαν να έχει παρασυρθεί από τη μουσική, χωρίς να έχει προσέξει τους στίχους.

Η χθεσινή του ομιλία είχε σχεδιαστεί σαν αυλαία της θητείας του πριν από την επικράτηση Τραμπ. Φαίνεται ότι στο περιεχόμενό της δεν άλλαξαν πολλά. Αλλαξε όμως το ιστορικό περιβάλλον. Ο προσχεδιασμένος ύμνος στη δημοκρατία, μετά τον Τραμπ αντήχησε κάπως αποκαλυπτικός –με τη βιβλική έννοια.

Εκτός από αυτά που είπε ο Ομπάμα, οφείλει κανείς να προσέξει και αυτά που δεν είπε. Ενα μεγάλο βόδι του πατούσε τη γλώσσα. Δεν μπορούσε ευθέως να αναμετρηθεί με αυτό που έχει συμβεί. Πρώτον, γιατί η αμερικανική θεσμική κουλτούρα του επιβάλλει να είναι τουλάχιστον συγκαταβατικός με τον διάδοχό του. Και, δεύτερον, γιατί προτεραιότητά του είναι να καθησυχάσει τον κόσμο ότι οι ΗΠΑ θα εξακολουθήσουν να παίζουν τον καθοδηγητικό τους ρόλο.

Ξανά και ξανά, η αγωνία του ήταν να πείσει ότι η οπισθοδρόμηση θα είναι παροδική. Οι ασυνέχειες είναι μέσα στο πρόγραμμα. «Το τόξο του ηθικού σύμπαντος, όσο μακρύ κι αν είναι», είπε παραπέμποντας στον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, «κλίνει προς τη δικαιοσύνη».

Πώς να μην ακούσει κανείς σαν ευχολόγιο –εμβριθέστατο, αλλά ευχολόγιο –αυτό το δόγμα περί δημοκρατικής προόδου, όταν στην παγκόσμια σκηνή επικρατούν ο Τραμπ, ο Πούτιν, ο Ερντογάν; Οταν η Δύση έχει αρχίσει να φαίνεται ευάλωτη στο μοντέλο της «δημοκρατορίας» –της ανελεύθερης δημοκρατίας που επιτρέπει μεν τις εκλογές, αλλά ψαλιδίζει τα δικαιώματα και βάζει τους θεσμούς στον γύψο;

Αυτό που σίγουρα βλέπει, αλλά δεν μπορεί να πει, ο Ομπάμα είναι ότι η μετάβαση στον Τραμπ δεν συνιστά απλώς μετάβαση σε έναν χειρότερο πρόεδρο. Συνιστά ιστορικό χάσμα που χθες φωτίστηκε από το ίδιο το ύφος του Ομπάμα.

Ναι, ήθελε να καθησυχάσει. Αλλά μίλησε περισσότερο σαν «οικολόγος» των δυτικών αξιών, που φοβάται την εξαφάνισή τους. Ο οπτιμισμός του ακούστηκε σαν συναγερμός. Σαν εκείνη την ανησυχαστική διαβεβαίωση που είχε δώσει ο πατέρας της αμερικανικής δημοκρατίας Bενιαμίν Φραγκλίνος όταν, μετά το Συντακτικό Συνέδριο του 1787, μια γυναίκα τον ρώτησε: «Λοιπόν, τι (πολίτευμα) έχουμε;». «Δημοκρατία, κυρία μου, αν μπορέσετε να την κρατήσετε».