Με την ηθική συμβαίνει ό,τι με τα ασημικά. Οσο πιο κραυγαλέα τα επιδεικνύει ένα νοικοκυριό τόσο του λείπει αυτό που θέλει να σημαίνουν. Ποτέ στην Ελλάδα η ηθική δεν χρησιμοποιήθηκε τόσο πολύ ως εργαλείο πολιτικής πειθούς όσο αυτά τα χρόνια της υπερθετικής εθνικής κατάπτωσης σε όλα τα επίπεδα. Λαός πονηρός στα πίτουρα και αφελής στο αλεύρι καθώς είμαστε, καταλάβαμε από τους τελευταίους στον κόσμο ότι το ηθικό πλεονέκτημα είναι βλακώδες ως πολιτικό επιχείρημα και αρχίζουμε να υποψιαζόμαστε ότι είναι, προπαντός, επικίνδυνο ως πολιτικό άλλοθι. Κάλλιο αργά παρά ποτέ βέβαια. Αυτή η έστω καθυστερημένη γνώση είναι μια σημαντική συμβολή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην ωρίμανση της συλλογικής μας συνείδησης.

Ακόμη και οι αριστεροί –προπαντός οι αριστεροί –θα πρέπει να νοσταλγούν ανομολόγητα τις περιόδους της Μεταπολίτευσης όπου κυβερνούσε η Δεξιά, γεμάτη ενοχές για τα Μακρονήσια, τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων και τα τανκς που κατέβασαν έναν Απρίλη τα πιο ατίθασα παιδιά της, γεμάτη κόμπλεξ για τις ντεμοντέ ιδέες της (στην πραγματικότητα για την ένδεια σε ιδέες), γι’ αυτό υποχωρητική σε αριστερά αιτήματα, με ένα κάποιο φρένο στις ευνοιοκρατικές τακτικές της και με ακόμη περισσότερες αναστολές για ωμές επεμβάσεις στη Δικαιοσύνη ή στα ΜΜΕ. Θα νοσταλγούν οι αριστεροί και τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, που με τη δική τους αγωνία να πείσουν ότι δεν ήταν θίασοι από καπηλευτές επαναστατικών συμβόλων, εξωμότες της σοσιαλιστικής πίστης και βαλέδες του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, είχαν όχι λιγότερη ευπάθεια και υποχωρητικότητα στις εφόδους της συνδικαλιστικής και της καλλιτεχνικής προφυλακής του λαϊκού κινήματος. Ηταν η εποχή που το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς, σαν ταριχευμένος Ελ Σιντ καβάλα στο άλογό του, ενέπνεε φόβο στον αστικό εχθρό και φαντασιώσεις ακατάλυτης, φυσικής ανωτερότητας στο αριστερό στρατόπεδο.

Αν τα ηθικά ελλείμματα των αστικών κομμάτων συντέλεσαν στην κατάρρευση του δημοκρατικού μεταπολιτευτικού συστήματος, εξασφάλισαν από την άλλη μια σχετικά ομαλή και ισορροπημένη λειτουργία του για σαράντα χρόνια, ακριβώς επειδή τα κόμματα αυτά ήταν αναγκασμένα να εξαγοράζουν τις αμαρτίες τους, ή ό,τι καταγγελλόταν ως τέτοιες, με παραχωρήσεις στην άλλη πλευρά. Η βεβαιότητα κάποιου ότι είναι ηθικά ανώτερος από τους άλλους είναι ό,τι και η βεβαιότητα ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια: το πρώτο βήμα προς την τυραννία. Οταν εσύ αντιπροσωπεύεις το φως, ο αντίπαλός σου δεν μπορεί παρά να είναι η ενσάρκωση του σκότους, ένας διάβολος –και εναντίον του διαβόλου δικαιολογούνται ακόμη και διαβολικές μέθοδοι. Ολα τα αυταρχικά καθεστώτα της Ιστορίας, οποιασδήποτε ιδεολογικής απόχρωσης, δικαιολόγησαν τα εγκλήματά τους με ηθικούς όρους, που τοποθετούσαν τα ίδια στην πλευρά της αγνότητας: ως μαχητές κατά της διαφθοράς των ηθών, υπέρ της ομόνοιας του λαού, κατά του εθνικού εκφυλισμού, υπέρ του Ανθρώπου (με κεφαλαίο άλφα), κατά των πλουσίων, υπέρ των πληβείων, κατά της φαύλης αθεΐας κ.λπ. κ.λπ. Πίσω και μέσα από αυτά τα συνθήματα προωθούσαν τη δική τους διαφθορά. Ακόμη και σε δημοκρατικά καθεστώτα η καλλιέργεια ηθικής πόλωσης χρησιμεύει ως προπέτασμα για την εξαχρείωση. Ας θυμηθούμε ότι το προανάκρουσμα της δεύτερης, αμαρτωλής τετραετίας του ΠΑΣΟΚ ήταν, κατά ειρωνικό αλλά ταιριαστό τρόπο, η διακήρυξη όχι κανενός άλλου από τον Μένιο Κουτσόγιωργα για την πάλη του φωτός με το σκοτάδι.

Η ηθική ακεραιότητα είναι μια αξιοθαύμαστη ατομική αρετή (γιατί συλλογική δεν μπορεί να είναι ποτέ) και συχνά ευεργετική στον δημόσιο χώρο. Αλλά η δημοκρατία δεν είναι βασισμένη σε αυτή ούτε σε κάποια απόλυτη αλήθεια. Ισα ίσα, η όποια υπεροχή της απέναντι σε άλλα καθεστώτα οφείλεται στην αναγνώριση των εγγενών ανθρώπινων αδυναμιών, της πάντοτε ενεδρεύουσας φαυλότητας και του γεγονότος ότι η αλήθεια είναι μια συνεχής διαδικασία, όχι ένας οριστικά κατακτημένος στόχος, ότι είναι σύνθεση, όχι σύνθημα. Από αυτή τη σοφία της μετριοπάθειας πηγάζουν οι θεσμοί της που ελέγχουν τις τάσεις αυθαιρεσίας και εξισορροπούν αντίρροπες δυνάμεις στην κοινωνία. Το πεζό, αλλά καθησυχαστικό πλεονέκτημα της δημοκρατικής συνείδησης είναι η ανήσυχη επίγνωση των μειονεκτημάτων της.