Αν αυτό το έργο με τις άδειες έχει ρόλους ο Γιάννης Βαρδινογιάννης έπαιξε τον άνθρωπο που δεν ήταν εκεί.

Δεν μπήκε ο ίδιος στους κλωβούς της δημοπρασίας γιατί, λένε, δεν ήθελε να αποτελέσει παθητικό πρωταγωνιστή στο τελετουργικό της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης. Από την άλλη, όμως, λέγεται επίσης ότι είχε διαφωνήσει και με την άποψη, που ζύμωναν την τελευταία εβδομάδα οι παλαιοί καναλάρχες, να μποϊκοτάρουν από κοινού τον διαγωνισμό.

Οσο αντίρροπα ήταν τα κίνητρα της απουσίας –ή μάλλον της σκιώδους παρουσίας –του στη δημοπρασία άλλο τόσο αμφίσημο είναι το αποτέλεσμά της. Η πρώτη ανάγνωση είναι ότι η οικογένεια Βαρδινογιάννη βγήκε χαμένη. Είχε ενάμισι κανάλι και σήμερα δεν έχει κανένα. Είχε αποσύρει από νωρίς το ενδιαφέρον της από το Mega, για να διεκδικήσει αυτόνομη παραμονή στο μιντιακό στερέωμα και μάλιστα με δύο σχήματα στη διαδικασία. Η αποτυχία αποδίδεται, έτσι, σε λάθος υπολογισμό του ανταγωνισμού. Ή σε αδυναμία προσαρμογής στη νέα εποχή.

Η άλλη ανάγνωση είναι ότι, σε αντίθεση με τους πλειοδότες, ο Γιάννης Βαρδινογιάννης ήταν ο μόνος που επέμεινε σε μια ορθολογική οικονομικά προσφορά. Τιμολόγησε την ιδιότητα του καναλάρχη ως επιχειρηματική δραστηριότητα, με έσοδα και έξοδα, και όχι ως σκήπτρο γοήτρου ή πολιτικής ισχύος. Το ίδιο σκεπτικό είχε ακολουθήσει ο Τζίγγερ και στην απαγκίστρωση της οικογένειας από τον Παναθηναϊκό. Και τότε είχε εφαρμόσει μια ανάλυση κόστους – οφέλους, υποσκελίζοντας το γόητρο.

Πρόκειται για μια επιλογή που προϋποθέτει την παραδοχή ότι στην Ελλάδα η big business μπορεί να είναι μόνο business. Μπορείς να είσαι μεγαλοεπιχειρηματίας χωρίς να χρειάζεται να είσαι παράγοντας. Χωρίς να εξασφαλίζεις πολιτικό εκτόπισμα με ομάδες και media. Πάντως, η αποστασιοποίηση από τα MME δεν είναι κοινό γνώρισμα σε όλη την οικογένεια Βαρδινογιάννη.

Μένει να φανεί ποια προσέγγιση θα επικρατήσει τώρα που έχει αποδειχτεί ότι καμία διευθέτηση με τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν είναι ασφαλής. Οι επόμενοι μήνες θα είναι ούτως ή άλλως αφρισμένη θάλασσα. Οι Βαρδινογιάννηδες δεν είναι οι μόνοι συστημικοί παίκτες που ίσως αναπροσανατολίσουν τις επιλογές τους –επιχειρηματικές και πολιτικές. Ηδη έχουν βγει στην αγορά κι εκείνοι που κοιμήθηκαν την περασμένη Πέμπτη τσιπρικοί και ξύπνησαν την Παρασκευή τσιπροφάγοι.

Πόσο αξίζει τελικά ένα κανάλι; Οχι πάνω από είκοσι εκατομμύρια, ήταν η απάντηση του Τζίγγερ. Ο διαγωνισμός όμως έδειξε ότι σε μια χώρα κατεστραμμένη οικονομικά, όπου κανείς δεν στέργει να επενδύσει, η εκτίμηση αυτή ήταν εκτός αγοράς. Γιατί η αγορά των media δεν λειτουργεί με όρους αγοράς. Ποτέ δεν λειτουργούσε.

Οπως λέει κι ο υπουργός Επικρατείας, τα κανάλια δεν είναι κομμωτήρια. Και οι εκπρόσωποι του γηγενούς κεφαλαίου δεν είναι σαν τον κινηματογραφικό ήρωα των αδελφών Κόεν, τον μπαρμπέρη στον «Ανθρωπο που δεν ήταν εκεί». Εκείνος έκανε μόνο μια δουλειά. «Εγώ;» έλεγε «δεν πολυμιλάω. Μόνο μαλλί κόβω».