Οι Ελληνες είμαστε εικονολάτρες δίχως αμφιβολία.

Τις μέρες που έρχονται τις αυγουστιάτικες, τις μέρες που γιορτάζουν οι Παναγιές, όλο και κάποια ιστορία ακούμε για εικόνα που βρέθηκε στη θάλασσα να ταξιδεύει λάμποντας, για εικόνα που φανερώθηκε στον ύπνο μιας βοσκοπούλας, για την εικόνα που μεταφέρθηκε από τους αγγέλους και οι ιστορίες χάνονται στα βάθη των θρύλων. Τούτος ο λαός, αφέντη μου, που λέει και ο στίχος του Ρίτσου, δεν ξέρει πολλά λόγια, σωπαίνει, ακούει κι όσα του λες τα δένει κομπολόγια, τούτος ο λαός, αφέντη μου, όμως έχει πολλά είδωλα να προσκυνάει, και με ένα από αυτά αρχίζει τη μέρα του και μ’ ένα από αυτά την τελειώνει.

Κάτι σαν προσευχή και σαν κατάρα. Τούτος ο λαός λοιπόν, εκτός από τις θρησκευτικές εικόνες, ασπάζεται και τις ποδοσφαιρικές και τις υπολήπτεται ωσάν τα Αγια των Αγίων.

Κάποτε, πιο παλιά, στο προσκεφάλι του ο πιτσιρικάς είχε σαν χειροποίητη δαντέλα τις φωτογραφίες του Σιδέρη, του Δομάζου, του Παπαϊωάννου να του ομορφαίνουν τα όνειρα. Λίγα χρόνια πιο μετά ήρθαν ο Μαύρος ο Θεός, ο Σαραβάκος, ο Αναστόπουλος και πήραν θέση στο εικονοστάσι της προσωπικής εκκλησιάς του οπαδού, που είχε μάθει να λατρεύει με πάθος. Στην Ωραία Πύλη των ποδοσφαιρικών ναών κατά καιρούς εμφανίστηκαν πρόσωπα θεία σαν τον Ντέταρι, τον Φούνες, τον Ζάχοβιτς, τον Σαβέβσκι, τον Δημητριάδη, τον Ζάετς, τον Ασάνοβιτς, έστω…

Δεν ξέρω αν τούτη τη στιγμή διορθώνω τις αναμνήσεις μου με τον τρόπο που διορθώνουμε άθελά μας τα όνειρα σαν πάμε να τα αφηγηθούμε, όμως κάτι μου λείπει από τούτη την εποχή τη στεγνή, την εποχή της εικονομαχίας.

Θα πεις: δεν βαριέσαι, όλοι κάποτε υπήρξαμε νικητές και όλοι κάποτε ηττημένοι. Δεν είναι όμως έτσι. Κάποιοι δεν παραδίδονται στο συμπτωματικό, ούτε αποδέχονται τη μοίρα όπως τη βρήκαν να τους περιμένει στο μαξιλάρι τους. Κάποιοι οργίζονται και αρνούνται να εντάξουν στο άλμπουμ των προσωπικών αναμνήσεών τους έναν Ελαμπντελαουί, έναν Ραμπεσαντρατανά (πού τον θυμήθηκα;), έναν Μαζουακού. Αρνούνται να ασπαστούν την εικόνα του Ιμπάρμπο, του Αμπέντ, του Κρισάντους, του Ντουρμάζ.

Ζούμε την εποχή που ακατέργαστοι άνθρωποι των σπηλαίων γεμίζουν το οπτικό πεδίο μας και που κάποιοι προσπαθούν να μας πείσουν πως έχουμε απέναντί μας βιρτουόζους, καλλιτέχνες.

Είναι δική μας υπόθεση να επαναστατήσουμε, να αποκαθηλώσουμε τις ανόσιες εικόνες που μας πουλάνε στα πανηγύρια σαν θαυματουργές. Εμείς πρέπει να καθαρίσουμε το επικάθισμα πάνω από την επιφάνεια του ποδοσφαίρου (και όχι μόνο του ποδοσφαίρου).

Οσο κι αν συρθούμε με τα γόνατα στην ανηφοριά της Τήνου, όσο κι αν περπατήσουμε ξυπόλητοι από τη Μυτιλήνη στην Αγιάσο, οι Παναγιές δεν θαυματουργούν επί νεκρωμένων ιστών. Και, όσο κι αν δεν θέλουμε να το αποδεχτούμε, νεκρωμένοι εγκεφαλικοί ιστοί μόνο αποδέχονται όσα τους παραδίδουν, τούτες τις μέρες, για ιερά και όσια, και τα προσκυνούν και τα λατρεύουν. Οι άλλοι, οι αναζητούντες την αλήθεια, απλώς θεωρούνται άθεοι και βλάσφημοι.

Και ο Πατίτο να βάλει το χέρι του…