Ξεπέρασαν τα 7 δισ. ευρώ οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου τον Μάιο καθώς το Δημόσιο κάνει ουσιαστικά στάση πληρωμών για να τα βγάλει πέρα ο προϋπολογισμός.

Την ίδια ώρα, σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Οικονομικών, αναμένονται οι αιτήσεις των φορέων για να αρχίσουν να εξοφλούνται οι πρώτες ληξιπρόθεσμες οφειλές, με τα κεφάλαια (1,8 δισ. ευρώ) που εισπράχθηκαν γι’ αυτό τον σκοπό από τη δόση του δανείου. Κανονικά πρέπει τις επόμενες ημέρες να αρχίσει η εξόφληση καθώς –όπως διαβεβαιώνουν οι πηγές –ο μηχανισμός είναι έτοιμος, έχει εκδοθεί η υπουργική απόφαση, αλλά καθυστερούν οι φορείς.

Οι καθυστερήσεις μπορεί να κοστίσουν αφού με βάση το νέο Μνημόνιο δεν θα εκταμιεύονται νέα κεφάλαια για ληξιπρόθεσμα, αν προηγουμένως δεν έχουν εξοφληθεί τα προηγούμενα, σε ποσοστό 80%. Κανονικά, τα 1,8 δισ. ευρώ πρέπει να δοθούν ώς το τέλος Αυγούστου και η τήρηση της προθεσμίας αυτής δείχνει ήδη δύσκολη.

Οι πληρωμές θα κατευθυνθούν σε νοσοκομεία, ΕΟΠΥΥ, επιστροφές φόρων, προμηθευτές, πληρωμές εφάπαξ και συντάξεων.

ΤΑ ΧΡΕΗ. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, από το σύνολο των 7,02 δισ. ευρώ των ληξιπρόθεσμων στο τέλος Μαΐου, οι Οργανισμοί Κοινωνικής Ασφάλισης είχαν οφειλές 3,06 δισ. ευρώ, τα νοσοκομεία 1,14 δισ. ευρώ, τα υπουργεία 676 εκατ. ευρώ, τα νομικά πρόσωπα 554 εκατ. ευρώ και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης 327 εκατ. ευρώ. Οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων συμπληρώνουν την εικόνα, φθάνοντας τα 1,26 δισ. ευρώ.

Στο μεταξύ, η κυβέρνηση σχεδιάζει να φέρει σύντομα στη Βουλή τη νομοθετική ρύθμιση για το Πρόγραμμα Οικειοθελούς Γνωστοποίησης Περιουσιακών Στοιχείων. Οπως ανακοινώθηκε χθες, μετά τη συνεδρίαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής, υπό τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη, το πρόγραμμα θα δίνει μια τελευταία ευκαιρία στους μη συνεπείς φορολογουμένους να γνωστοποιήσουν τα αδήλωτα περιουσιακά τους στοιχεία πριν επιβληθούν αυστηρές κυρώσεις.

Σύμφωνα με πληροφορίες, ωστόσο, η πρόθεση αυτή της κυβέρνησης συναντά την αντίθεση των θεσμών, που επιμένουν να διατηρηθούν οι ποινικές διώξεις, καθιστώντας ουσιαστικά τη ρύθμιση δώρον – άδωρον.