Παιδί, επί χούντας, πήγα με τον πατέρα μου στο Παναθηναϊκό Στάδιο να δω την τελετή της Πολεμικής Αρετής των Ελλήνων. Είχα γοητευθεί με την αναπαράσταση μιας μάχης, όπου έλληνες και πέρσες φαντάροι, με άσπρα φουστανάκια οι μεν, με ποδήρεις χιτώνες οι δε, ξιφομαχούσαν με χάρτινες ασπίδες και ξύλινα σπαθιά. Είχα σκάσει στα γέλια. Αργότερα έμαθα ότι αυτή η υπέροχη σκηνή ήταν κιτς. Κακόγουστο; Οχι, κάτι πολύ πιο βαθύ. Μια αναπαράσταση με σπαράγματα ενός μυθικού παρελθόντος που στόχος της ήταν η ταύτιση πολλών με την ανωτερότητα ενός αρχαίου πολιτισμού, του οποίου κομπάζουμε ότι είμαστε απόγονοι.

Τους πολεμιστές εναντίον του Ξέρξη τούς ξαναείδα πρόσφατα, με χλαμύδες και ασπίδες, στη Σαλαμίνα, σε μια γιορτή στην οποία αρχιτελετάρχης ήταν ο Πάνος Καμμένος. Τις ίδιες ασπίδες τις ξαναείδα τις προάλλες στη Νεμέα, στη Νεμεάδα, την (ο Δίας να την κάνει) αναβίωση των Νεμέων, των αρχαίων αγώνων. Το γεγονός ότι υπήρξε διεθνής αντιπροσωπεία αρχαιόπληκτων στη γιορτή δεν την κάνει λιγότερο κιτς. To γεγονός ότι, εκτός του Προέδρου της Δημοκρατίας και του υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ με αρμοδιότητα τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου Τέρενς Κουίκ, παραβρέθηκαν και βουλευτές όλου του φάσματος, ακόμα και συριζαίοι, είναι το μόνο αισιόδοξο σημάδι: όσο το εθνικό κιτς στην Ελλάδα είναι διακομματικό, οι διαιρέσεις θα παραμένουν τεχνητές. Ισχύς μας το δικαίωμα όλων στο εθνικό παραμύθι της ανωτερότητας, που εκφράζεται με την αισθητική του φελιζόλ. Στην επικράτεια του φελιζόλ σταματούν οι αντιπαραθέσεις, οι εμφυλιακές κορόνες, τα μίση.

Η νεότερη Ελλάδα γεννήθηκε χάρη σε ένα ρομαντικό όνειρο και επιζεί λόγω της καλοσύνης των ξένων. Οσο μπορεί να παράγει διακομματικά εικόνες φελιζόλ δεν τη φοβάμαι. Θα παραμένει η Ντίσνεϊλαντ των φτωχών. Ουδείς θα τη ζηλεύει, αλλά κουτσά στραβά όλο και κάποιοι θα τη συντηρούν. Το κιτς είναι η εθνική μας βιομηχανία. Ας επενδύσουμε.