Υστερα από έξι χρόνια Μνημονίου, οι εξαγωγές ελληνικών προϊόντων εξακολουθούν να είναι σημαντικά χαμηλότερες από τις εισαγωγές. Το πρώτο τρίμηνο φέτος οι Ελληνες δαπάνησαν για εισαγωγές προϊόντων 7,8 δισ. ευρώ, ενώ τα χρήματα που μπήκαν στη χώρα από εξαγωγές ελληνικών εμπορευμάτων ήταν 4,3 δισ. ευρώ!

Παράγοντες της αγοράς και οι έγκυροι οικονομικοί αναλυτές χτυπούν συναγερμό. Παρά τη βαθιά εσωτερική υποτίμηση της ελληνικής οικονομίας στα χρόνια των Μνημονίων, το εμπορικό ισοζύγιό της παραμένει ελλειμματικό. Οι δραματικές περικοπές σε μισθούς και συντάξεις και οι πρωτοφανείς αυξήσεις στους φόρους προσγείωσαν απότομα την κατανάλωση. Οι εισαγωγές μειώθηκαν, αλλά η προσαρμογή σταμάτησε εκεί. Παρότι το κόστος εργασίας υπέστη απότομη συμπίεση σε μια πλήρως απορρυθμισμένη αγορά εργασίας, η εγχώρια παραγωγή δεν ανέκαμψε και οι εξαγωγές δεν αυξήθηκαν.

Η πολιτική μεγάλης υποτίμησης μισθών και συντάξεων μαζί με τις αυξήσεις των φόρων έφεραν, με υπέρμετρο κόστος, δημοσιονομικά οφέλη. Επιδείνωσαν, όμως, το παραγωγικό πρόβλημα της χώρας που τις περασμένες δεκαετίες εξέθρεψε την κρίση χρέους και άνοιξε την πόρτα των Μνημονίων το 2010. Εξι χρόνια μετά, η Ελλάδα, όπως δείχνει η εικόνα του εξωτερικού ισοζυγίου της, εξακολουθεί να παράγει ελάχιστα. Εξαρτημένη πλήρως από τα εισαγόμενα ξένα προϊόντα προκαλεί σοβαρές επιφυλάξεις για την ικανότητά της στο μέλλον να δημιουργεί δημόσια έσοδα επαρκή για να διατηρηθούν τα δημοσιονομικά επιτεύγματα των τελευταίων ετών. Αλλά και για να επιτευχθούν οι στόχοι εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, ακόμη και μετά την όποια διευθέτησή του από τους δανειστές.

Θα δώσει λύση στο πρόβλημα ο νέος κύκλος παρεμβάσεων στα εργασιακά που θα ανοίξει, με απαίτηση των δανειστών, από τον Σεπτέμβριο; Είναι μια νέα μείωση του κατώτατου μισθού και η απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων –μέτρα που βάζουν στο τραπέζι οι δανειστές –το φάρμακο για να πάρει μπροστά μια οικονομία στην οποία ήδη είναι καθεστώς οι εργαζόμενοι των 400 ευρώ χωρίς ωράρια και διασφαλίσεις; Δεδομένης της έως τώρα εμπειρίας, η απάντηση είναι προφανής στο πρώτο ερώτημα και κοινά αποδεκτή τόσο από την πλευρά των εργαζομένων όσο και των εργοδοτών: Μια νέα μείωση του κατώτατου μισθού ή ανατροπές σε άλλες κρίσιμες παραμέτρους που τον καθορίζουν θα βαθύνει απλά τη διαδικασία φτωχοποίησης του εργατικού δυναμικού της χώρας.

Και οι ομαδικές απολύσεις; Σίγουρα η απάντηση δεν μπορεί να είναι η πλήρης απελευθέρωση τους χωρίς τον ελάχιστο έλεγχο από τη διοίκηση και την κοινωνία της κατάστασης που βιώνει μια επιχείρηση, λένε έγκυροι κύκλοι της οικονομίας. Ούτε, βεβαίως, είναι λύση η πλήρης απαγόρευσή τους όταν αποδεικνύεται, βάσει σχεδίου, ότι διευκολύνουν τη διάσωση μιας επιχείρησης και τη διατήρηση των υπόλοιπων θέσεων εργασίας σ’ αυτήν. Τυφλές αρνήσεις στο θέμα αυτό τις πλήρωσε κατά καιρούς η ελληνική οικονομία με μεγάλα λουκέτα και δεκάδες χιλιάδες ανέργους.

Δυστυχώς, η εμπειρία δείχνει και οι ειδικοί λένε ότι χωρίς μια δομημένη αγορά εργασίας (που σήμερα δεν υπάρχει) και ένα ρεαλιστικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης με λιγότερους και χαμηλότερους φόρους (που επίσης είναι ζητούμενο), η Ελλάδα δύσκολα θα ξεφύγει από τον φαύλο κύκλο της.