Με το ξεπέρασμα του κάβου της αξιολόγησης, η κυβέρνηση παίρνει μια ανάσα –τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Σε αυτήν τη συγκυρία είναι χρήσιμο, αν και παρακινδυνευμένο, να εξετάσουμε ποιο θα είναι το μέλλον του κομματικού συστήματος στη χώρα μας. Ποια θα είναι η μελλοντική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ; Γενικά, ποια θα είναι η γενική δομή της κομματικής αρένας;

Οι ευθύνες

Ξεκινώ με τη γενική παρατήρηση πως η συλλογική μνήμη είναι εξαιρετικά ασθενής. Ξεχνάμε γρήγορα τα κακά των προηγούμενων κυβερνήσεων και επικεντρωνόμαστε σε αυτά της τωρινής διακυβέρνησης. Συγκεκριμένα, ποιος αναφέρεται σήμερα στις ευθύνες των προηγούμενων κυβερνήσεων σε ό,τι αφορά το ασφαλιστικό σύστημα; Σίγουρα ούτε η αντιπολίτευση αλλά ούτε και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, μερικές από τις οποίες έχουν ένα μέρος ευθύνης για τις αδικίες και τη γενική κατάντια του συστήματος. Ξεχνάμε πως όλες οι κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης αρνήθηκαν να ασχοληθούν σοβαρά με τις σαθρές βάσεις του. Πέταγαν συστηματικά το μπαλάκι στην επόμενη κυβέρνηση μέχρι που η βόμβα έσκασε στα χέρια του Τσίπρα. Οσο για το πρόβλημα του χρέους, ποιος αναφέρει πως ο Καραμανλής ο νεότερος με την περίφημη στρατηγική τής «επανίδρυσης του κράτους» έκανε τη Δημόσια Διοίκηση τόσο γαλάζια που διπλασίασε το δημόσιο χρέος; Και πως, έπειτα από μια παρατεταμένη σιωπή, θεωρείται σήμερα από πολλούς νεοδημοκράτες «εθνικό κεφάλαιο»!

Με τα παραπάνω δεν επιχειρώ να δικαιολογήσω τα πάμπολλα σφάλματα της σημερινής κυβέρνησης: τις αλλεπάλληλες κωλοτούμπες, την αρχική άγνοια του πώς λειτουργεί η ευρωζώνη, την αφελή υπερτίμηση της δύναμης της κυβέρνησης έναντι των εταίρων, τις λανθασμένες κινήσεις στις διαπραγματεύσεις που επιδείνωσαν το χρέος, την γκάφα των Wikileaks κ.λπ. Παρ’ όλα αυτά, δεν υπάρχει αμφιβολία πως την ευθύνη για τη σημερινή κατάντια της χώρας την έχουν περισσότερο οι προηγούμενες κυβερνήσεις και λιγότερο η σημερινή.

Το μέλλον

Οσο για το τι θα συμβεί από εδώ και πέρα, είναι σίγουρο πως αντίθετα με τις πολυάριθμες Κασσάνδρες, κατά τη γνώμη μου, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να καταρρεύσει και να ξαναγίνει ένα κομματίδιο του 4%. Ούτε πρόκειται να επιβάλει ένα αυταρχικό καθεστώς τσαβικού τύπου. Από τη στιγμή που ο Πρωθυπουργός απέρριψε τη λαφαζανική στρατηγική της δραχμής, από τη στιγμή που επέλεξε τον ευρωζωνικό δρόμο που η πλειοψηφία του ελληνικού λαού επιθυμεί, ούτε ο τσαβισμός ούτε άλλου είδους βίαιη «ανατροπή» είναι δυνατή –και αυτό παρ’ όλη την κρατικίστικη ιδεολογία του. Λόγω των πιέσεων που υφίσταται από τους ισχυρούς παίκτες της ευρωζώνης θα αναγκαστεί να συνεχίσει τις αποκρατικοποιήσεις και τη μερκελική στρατηγική της λιτότητας. Με άλλα λόγια, η προσγείωση του Πρωθυπουργού στη σκληρή πραγματικότητα δεν μπορεί παρά να συνεχισθεί. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν θα αγωνιστεί, μαζί με άλλες προοδευτικές ευρωπαϊκές δυνάμεις, να αλλάξει την πολιτική της λιτότητας που οι γερμανικές ελίτ έχουν επιβάλει. Δεν σημαίνει πως δεν στοχεύει στο πέρασμα από το νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό-καζίνο σε ένα δεύτερο εξανθρωπισμό του καπιταλισμού (ο πρώτος επιτεύχθηκε τη «χρυσή εποχή» της βορειοδυτικής ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας στην πρώιμη μεταπολεμική περίοδο). Βέβαια σήμερα, στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, απαιτούνται νέες στρατηγικές σε μεταεθνικό επίπεδο.

Αν η παραπάνω πρόβλεψη είναι σωστή, μεσοπρόθεσμα, στον πολιτικοκομματικό χώρο θα έχουμε ένα διπολικό σύστημα με τον ΣΥΡΙΖΑ να αποτελεί τον αριστερό πόλο και τη ΝΔ τον δεξιό (οι ΑΝΕΛ μάλλον θα απορροφηθούν από τη ΝΔ). Και στο μέσον, διάφορους κομματικούς σχηματισμούς που για διάφορους λόγους αρνούνται και την ενοποίηση και την ουσιαστική συνεργασία. Εκτός από αυτόν τον διπολικό δημοκρατικό χώρο θα εξακολουθούν να λειτουργούν με σχετική επιτυχία τα δύο κόμματα που έχουν ως στόχο την κατάργηση της «αστικής» αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας: το ΚΚΕ και η Χρυσή Αυγή. Το μεν πρώτο δεν φαίνεται να θέλει να ξεπεράσει την απομόνωσή του και το όνειρο ενός νεοσοβιετικού παραδείσου. Το δεύτερο πιστεύω, πως λόγω του νεοναζιστικού προσανατολισμού του, δεν θα αυξήσει σημαντικά τα ήδη υψηλά ποσοστά του.

Τέλος, δύο λόγια για τη ΝΔ. Από τη μια μεριά ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατόρθωσε να προσελκύσει νέους ψηφοφόρους έχοντας στόχο τον εκσυγχρονισμό της οργανωτικής δομής και την άμβλυνση της δύναμης του παλαιοκομματικού κατεστημένου. Από την άλλη μεριά όμως, η βιασύνη του να πάρει την εξουσία εδώ και τώρα δείχνει πολιτική ανωριμότητα. Τη στιγμή που η αξιολόγηση έκλεισε, τη στιγμή που ούτε οι εταίροι μας ούτε η πλειοψηφία του ελληνικού λαού θέλει ακόμα μια φορά εκλογές, η εμμονή του νέου αρχηγού της ΝΔ να καθήσει αμέσως στην πρωθυπουργική «ηλεκτρική» καρέκλα σημαίνει πως είτε δεν μπορεί να αντισταθεί στις πιέσεις του κόμματος είτε δεν έχει εμπιστοσύνη στις μελλοντικές εξελίξεις. Οσο για το στυλ της αντιπολιτευτικής κριτικής, από τη μια μεριά παρατηρούμε γενικολογίες του τύπου ΣΥΡΙΖΑ= σκότος/ψέματα, ΝΔ= φως/αλήθεια! Από την άλλη, παρατηρούμε πλήρη απουσία σοβαρών εναλλακτικών προτάσεων αναφορικά με τα καυτά θέματα του Ασφαλιστικού και του δημοσιονομικού.

Συμπέρασμα

Το δίπολο ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ είναι πολύ πιθανό να αντικαταστήσει αυτό του ΠΑΣΟΚ – ΝΔ. Θα υπάρξουν βέβαια πιθανές συνεργασίες μεταξύ των δύο ισχυρών και των αδύνατων κομμάτων του Κέντρου. Νομίζω όμως πως ο πιθανός νέος διπολισμός δεν θα καταρρεύσει σύντομα. Βέβαια ο διπολισμός, κυρίως στη χώρα μας, δεν βοηθάει τον εκδημοκρατισμό. Ελπίζω στο μέλλον να δημιουργηθεί ένας τρίτος πόλος στο κέντρο του κομματικού συστήματος. Για την ώρα, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται στον ορίζοντα.

Ο Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στη London School of Economics