Η Βρετανία βρίσκεται σε κατάσταση κόκκινου συναγερμού, καθώς εκατοντάδες άνθρωποι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους σε πολλές περιοχές της Βόρειας Αγγλίας από τις καταστροφικές πλημμύρες. Στη Νότια Αμερική περισσότεροι από εκατό χιλιάδες άνθρωποι απομακρύνθηκαν από τα σπίτια τους εξαιτίας των πλημμυρών που συνδέονται με το φαινόμενο Ελ Νίνιο.
Στην Ελλάδα πάλι, μετά τα «ανοιξιάτικα» Χριστούγεννα οι μετεωρολόγοι προειδοποιούν για απότομη αλλαγή του καιρού, ραγδαία πτώση της θερμοκρασίας και λευκή Πρωτοχρονιά σε μεγάλο μέρος της χώρας. Ο καιρός αλλάζει. Σύμφωνα με τη μελέτη της Τραπέζης της Ελλάδος (2011) οι μεταβολές στη συχνότητα και την ένταση των ακραίων φαινομένων θα είναι από τις κύριες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής για την Ελλάδα τα επόμενα χρόνια, με επακόλουθες αρνητικές επιδράσεις στις κοινωνίες και τα οικοσυστήματα.
Γεωργία, κτηνοτροφία, δασικά οικοσυστήματα, υδάτινοι πόροι και τουρισμός είναι μερικοί από τους τομείς που αναμένεται να πληγούν ιδιαίτερα από την αλλαγή του κλίματος. Η Ελλάδα έχει ήδη αργήσει όσον αφορά την οχύρωσή της στις επερχόμενες αλλαγές. Στο υπουργείο Περιβάλλοντος έχουν ξεκινήσει αγώνα δρόμου και τώρα βάζουν τις τελευταίες πινελιές στην Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή.

«Πλέον συναντάμε καιρικά φαινόμενα που παλαιοτέρα βλέπαμε για παράδειγμα μόνο στην Ασία. Πολύ ζεστή, υψηλή υγρασία, ξαφνικές και δυνατές βροχοπτώσεις, δυνατούς ανέμους», λέει ο ομότιμος καθηγητής πολεοδομίας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ) Γιάννης Πολύζος. «Στην Ευρώπη έχουν λάβει εδώ και καιρό το μήνυμα ότι ο τρόπος που έχουν σχεδιαστεί οι πόλεις μπορεί να επηρεάσει την ένταση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής».

Οπως εξηγεί, ο κατάλληλος χωροταξικός και πολεοδομικός σχεδιασμός προσφέρει λύσεις που θα μπορούσαν να αυξήσουν την αντίσταση στα φαινόμενα από την κλιματική αλλαγή.

Οι πράσινοι διάδρομοι. Σε μελέτη που έγινε από το Εργαστήριο Αστικού Περιβάλλοντος του ΕΜΠ (Γιάννης Πολύζος, Δημήτρης Μπαλαμπανίδης, Λουκάς Τριάντης) προτείνεται η αύξηση του πρασίνου και η δικτύωση των ελεύθερων χώρων ώστε να διευκολύνεται η κίνηση των αέριων ρευμάτων από τα βουνά προς τις πυκνοδομημένες περιοχές προκειμένου να ανανεώνεται ο αέρας στην πόλη. Η μελέτη παραδόθηκε τον Ιούλιο του 2014 στην Περιφέρεια Αττικής.
Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, οι πράσινοι διάδρομοι μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση του μικροκλίματος. «Και αυτό μπορεί να γίνει χωρίς απαλλοτριώσεις και γκρεμίσματα, αλλά με την ένωση των ήδη υπαρχόντων ανοιχτών μικρών και μεγάλων ελεύθερων χώρων καθώς και των διάσπαρτων πολιτιστικών στοιχείων πάνω σε μια διαδρομή της πόλης», συμπληρώνει ο Γιάννης Πολύζος.

Ενας από τους επτά πράσινους διαδρόμους που προτείνεται στη μελέτη, μήκους 18 χλμ. ενώνει τη Μονή Καισαριανής στον Υμηττό με τη Μονή Δαφνίου στο όρος Αιγάλεω.

Τα ρέματα. Σημαντική θέση στον ανασχεδιασμό της πόλης κατέχουν τα ρέματα. Πλέον, σύμφωνα με ειδικούς, έχει αποδειχθεί ότι η διευθέτησή τους ήταν μια πολύ κακή ιδέα.
Και αυτό επειδή όταν κλείνεις το ρέμα, η ζέστη από το χώμα αντανακλάται πολύ πιο εύκολα στους τσιμεντένιους όγκους. Τα ξεμπαζωμένα ρέματα δημιουργούν διαύλους για να κυκλοφορούν τα αέρια ρεύματα. Επίσης το κλείσιμό τους ευθύνεται για τις πλημμύρες των περιοχών που γειτνιάζουν με αυτά.

Οπως εξηγεί ο πρώην ερευνητής στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών Μιχάλης Πετράκης, το 95% των προβλημάτων που προκύπτουν από τα ρέματα οφείλεται στον κακό αστικό σχεδιασμό και μόνο το 5% στα καιρικά φαινόμενα. Στην Αττική εκτιμάται ότι ρέματα μήκους 550 χιλιομέτρων είναι είτε μπαζωμένα είτε καταπατημένα, ενώ σε πολλά από αυτά έχουν χτιστεί οι κοίτες και άλλα έχουν μετατραπεί σε χωματερές.

Πολύ νερό – λίγο χώμα. Οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι από εδώ και πέρα ίσως να έχουμε μικρότερο αριθμό έντονων βροχοπτώσεων, αλλά μεγαλύτερες ποσότητες νερού. Αυτό, σε συνδυασμό με την έλλειψη χώματος από την έντονη τσιμεντοποίηση –που παρατηρείται σχεδόν παντού στο Λεκανοπέδιο και ιδίως στα δυτικά προάστια –δημιουργεί ορμητικούς χειμάρρους που παρασύρουν τα πάντα στο διάβα τους.

Σύμφωνα με ειδικούς, πριν από χρόνια –πριν εντατικοποιηθεί η τσιμεντοποίηση –το 80% της βροχής το απορροφούσε το έδαφος και μόλις το 20% έπεφτε στη θάλασσα. Σήμερα, το ποσοστό έχει αλλάξει σημαντικά.

Οπως αναφέρει ο ομότιμος καθηγητής Πολεοδομίας στο ΕΜΠ Γιάννης Πολύζος, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι δομημένες επιφάνειες της Αθήνας κάλυπταν περίπου το 25% της έκτασης του Λεκανοπεδίου. Μετά το 1975, το 75% καλύφθηκε από δομημένες επιφάνειες και δρόμους –δίκτυα, ενώ οι ελεύθεροι χώροι αποτελούν μόλις το 4%.

Στην ανάγκη αλλαγής του σχεδιασμού εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής στέκεται και ο μηχανικός περιβάλλοντος ειδικός στις πλημμύρες Μιχάλης Διακάκης: «Από τη δεκαετία του ’70 και μετά έχουμε αύξηση των πλημμυρώ σε όλη την Ελλάδα και στην Αττική», εξηγεί.

Ο ίδιος, στέκεται και σε ένα άλλο σημείο. Οπως λέει, «βλέπουμε ακόμη να αυξάνονται οι θάνατοι από αυτοκινητικά δυστυχήματα κατά τη διάρκεια των πλημμύρων. Στη Ρόδο για παράδειγμα, είχαμε και 2004 και το 2013 από τέσσερις νεκρούς».

Σύμφωνα με τον καθηγητή Γεωλογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Ευθύμιο Λέκκα, το πρόβλημα που υπάρχει σήμερα με τις πλημμύρες οφείλεται στο γεγονός ότι έχουμε εξαφανίσει το φυσικό υδρογραφικό δίκτυο. Και δυστυχώς, όπως λέει, πλέον λίγα πράγματα μπορούμε να κάνουμε για να διορθώσουμε την κατάσταση, αφού δεν μπορούμε να γκρεμίσουμε τη μισή πόλη.