Στον βάλτο ενός στρατηγικού αδιεξόδου παραπαίει η Νέα Δημοκρατία οδεύοντας προς μια διαδοχή – λαστέξ, που προσδιορίστηκε σε ενάμιση μήνα, διάστημα που ισοδυναμεί με έναν αιώνα πολιτικού χρόνου.

Οι υποψήφιοι για την αρχηγία του κόμματος επιχειρούν να αυτοτοποθετηθούν με ιδεολογικούς όρους –αλλά η πολιτική ζωή κυριαρχείται από τα Μνημόνια. Και έχοντας υπερψηφίσει το δεύτερο και το τρίτο από αυτά, η αξιωματική αντιπολίτευση οδηγείται τώρα νομοτελειακά σε μια τυφλή «αντιμνημονιακή» γραμμή: ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, ως υποψήφιος για την αρχηγία, προφανώς δεν θα μπορούσε να απευθυνθεί στο νεοδημοκρατικό κοινό έχοντας ψηφίσει και δεύτερη φορά μέτρα μαζί με τον Αλέξη Τσίπρα, τη στιγμή που ο κυριότερος εσωκομματικός αντίπαλός του δεν είναι καν μέλος του Κοινοβουλίου.

Ομως, αυτή η –αναγκαστική –επιλογή σημαδεύει τη Νέα Δημοκρατία αφαιρώντας μεγάλο μέρος της αξιοπιστίας της στα μάτια των συντηρητικών ψηφοφόρων. Εχοντας απολέσει τα προηγούμενα χρόνια το αντιμνημονιακό της κομμάτι, η αξιωματική αντιπολίτευση κινδυνεύει τώρα να χάσει τη μνημονιακή βάση της –και να δικαιώσει τον Αλέξη Τσίπρα ως καλύτερο διαχειριστή της συμφωνίας με τους δανειστές.

Το χειρότερο για τη Νέα Δημοκρατία είναι ότι ενώ μεταθέτει χρονικά την εκλογή του αρχηγού, αρνείται και πάλι να συζητήσει πολιτικά σε ένα συνέδριο, το οποίο θα μπορούσε ανέτως να πραγματοποιηθεί ώς τα μέσα Νοεμβρίου. Χάνει έτσι και την τελευταία ευκαιρία να διαμορφώσει μια συνθετική πολιτική γραμμή, με βάση την οποία θα μπορούσε στη συνέχεια να αναζητήσει το πρόσωπο του προέδρου της παράταξης.

Η αξιωματική αντιπολίτευση είναι πλέον καταδικασμένη να βιώσει 43 ημέρες δημόσιας εσωστρέφειας, από τις οποίες κινδυνεύει να βγει διπλά αποδυναμωμένη –και πολιτικά και αριθμητικά, ασχέτως του ποιος θα επικρατήσει στην εσωκομματική κάλπη.