«Να σκεφτούμε το αδιανόητο» ήταν η προτροπή του Βίλι Μπραντ για την υπέρβαση της διαίρεσης της Γερμανίας και της Ευρώπης. Το «αδιανόητο» στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου όταν μεσουράνησε ο ιστορικός ηγέτης της Γερμανίας, αποτελεί 25 χρόνια τώρα πραγματικότητα. Η 3η Οκτωβρίου, η επίσημη εθνική γιορτή για την επανένωση της Γερμανίας το 1990, δεν έχει την ίδια συναισθηματική φόρτιση με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου ένα χρόνο νωρίτερα, αλλά αποτελεί το θεσμικό ορόσημο για τη Γερμανία και την Ευρώπη. Με την επίσημη επανένωση της Γερμανίας στις 3 Οκτωβρίου 1990 έκλεισε οριστικά και το «γερμανικό ζήτημα», που απασχόλησε και αιματοκύλισε την Ευρώπη με δύο Παγκοσμίους Πολέμους τους τελευταίους δύο αιώνες, λέει ο γερμανός ιστορικός Χάινριχ Αουγκουστ Βίνκλερ (συγγραφέας του βιβλίου «Βαϊμάρη: η ανάπηρη Δημοκρατία 1918-1933», στα ελληνικά από τις Εκδ. Πόλις). Λύθηκε ως εδαφικό ζήτημα με την οριστική αναγνώριση των συνόρων Γερμανίας – Πολωνίας. Λύθηκε και «ως μόνιμο πρόβλημα ενότητας και ελευθερίας της Γερμανίας που είχε τεθεί με την επανάσταση του 1848, με την ανάπηρη Δημοκρατία της Βαϊμάρης μέχρι την ενοποίηση του 1990» σημειώνει ο ιστορικός. Το «γερμανικό ζήτημα» λύθηκε επίσης ως πρόβλημα της ευρωπαϊκής ασφάλειας, με την ένταξη της ενοποιημένης πλέον χώρας στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, που δεν επιτρέπει επικίνδυνα πειράματα αυτονόμησης της Γερμανίας.
Ο «καγκελάριος της ενοποίησης» Χέλμουτ Κολ και η γενιά του έβλεπαν την επανένωση της Γερμανίας άρρηκτα δεμένη με την ταυτόχρονη προώθηση της πολιτικής και νομισματικής ενοποίησης της Ευρώπης. Ωστόσο προχώρησε αρχικά μόνο η νομισματική ένωση την οποία ήθελε επειγόντως ο Φρανσουά Μιτεράν για να αποτρέψει τη γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη, θυμίζει ο γερμανός ιστορικός. «Το μάρκο είναι η γερμανική ατομική βόμβα» έλεγε ο Μιτεράν. Τα προβλήματα της αποσύνδεσης της νομισματικής από την πολιτική ενοποίηση της ΕΕ φάνηκαν στην ευρωκρίση χρέους. Ωστόσο, και στο αποκορύφωμα της κρίσης, η νοσταλγία των Γερμανών για το μάρκο ήταν πολύ περιορισμένη, δεδομένου ότι οι Ανατολικογερμανοί πρόλαβαν να το «χαρούν» μόλις μία δεκαετία. Η προσαρμοστικότητα που έδειξαν οι Γερμανοί μέχρι τώρα ενισχύεται σαφώς από το γεγονός ότι το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα είναι γερμανικής «κοπής» και οτιδήποτε αμφισβητεί τον χαρακτήρα του σκληρού νομίσματος αντιμετωπίζεται τουλάχιστον με δυσπιστία.
Αυτοκίνητα και γυναίκες
«Η σημερινή Γερμανία είναι μια καλή Γερμανία, είναι η καλύτερη που υπήρξε ποτέ» λέει ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Γιόαχιμ Γκάουκ. Το γεγονός ότι το λέει ένας Ανατολικογερμανός έχει μεγαλύτερη σημασία. Στη Δυτική Γερμανία η συμφιλίωση των Γερμανών με το κράτος τους είχε συντελεστεί ως ιστορική επεξεργασία της ναζιστικής θηριωδίας. «Το άνευ όρων άνοιγμα της Ομοσπονδιακής Γερμανίας στην πολιτική κουλτούρα της Δύσης είναι η μεγάλη πνευματική κατάκτηση για την οποία η μεταπολεμική γενιά μπορεί να είναι υπερήφανη» έλεγε ο φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας στα μέσα της δεκαετίας του ‘80.
Η εσωτερική ενοποίηση της Γερμανίας έχει ακόμη δρόμο μπροστά της. Είκοσι πέντε χρόνια μετά, μισθοί και συντάξεις δεν έχουν εξισωθεί, το βιοτικό επίπεδο στα ανατολικά κρατίδια είναι χαμηλότερο, η ανεργία μεγαλύτερη. Αλλά έγιναν μεγάλα βήματα. Ανατολικογερμανικές πόλεις, όπως το ιστορικό Κέμνιτς, που είχαν αδειάσει γιατί δεν είχαν καμία προοπτική, εξελίσσονται τώρα σε μαγνήτη και για Δυτικογερμανούς. Παρά την έμφυτη γκρίνια των Γερμανών, η πλειονότητα διαπιστώνει ότι είναι σε καλύτερη θέση από πολλούς γείτονες. Δείγμα και οι πρόσφυγες που έχουν στόχο μόνον τη Γερμανία. Αυτοί θα είναι η μεγάλη πρόκληση για το μέλλον.
Προς το παρόν, μόνο το σκάνδαλο της VW ρίχνει βαριά σκιά. Ακυρώνει τον «ηθικό ιμπεριαλισμό» των Γερμανών που φάνηκε στην ευρωκρίση, αλλά κυρίως ανατρέπει τη βασική αρχή για κάθε απλό Γερμανό, όπως την τραγούδησε το συγκρότημα Die Prinzen: «Αγαπάμε τα αυτοκίνητά μας περισσότερο από τις γυναίκες μας, γιατί τα αυτοκίνητά μας τα εμπιστευόμαστε».