«Βρε τσόγλανε! τα θέλεις και τα λες ή σου ξεφεύγουν;»

Διονύσης Σαββόπουλος, «Αχαρνής»

Αργά ή γρήγορα, η κατάσταση ανωμαλίας που ζούμε, από τη στιγμή που η συγκυβέρνηση μετά τις ευρωεκλογές έσκισε τα Μνημόνια –και μάλλον γρήγορα -, τελειώνει. Η νέα συγκυβέρνηση εδώ και λίγους μήνες επιτάχυνε την κρίση και η χώρα έχει φθάσει σε οφθαλμοφανή πλέον κατάρρευση. Οι προθέσεις, καλές. Αλλά το αποτέλεσμα τραγικό. Οπως και η λύση, όποια και αν δοθεί, θα μας φέρει σε σημείο εκκίνησης πολύ χαμηλότερο από αυτό που βρισκόμασταν πέρυσι τέτοιον καιρό. Οι πιθανές εκδοχές για τη συνέχεια; Τρεις: «Σάπισμα» εντός ευρώ. Φιλική έξοδος σε νέο νόμισμα και επιστροφή της οικονομίας στη δεκαετία του 1970. Αναρχη πτώχευση και μετατροπή της Ελλάδας σε κράτος-παρία.

Οι λόγοι είναι πολλοί. Μένω στη διαπίστωση του Στέλιου Ράμφου που αποδίδει την εθνική κατάπτωση στην προβληματική σχέση της κοινωνίας με την πραγματικότητα.

Θα σταθώ σε ένα μόνο σημείο ρήξης με την πραγματικότητα, από τα πολλά που συσσωρεύονται εδώ και χρόνια –αποσπασματικά μεν, αλλά «έτσι συμβαίνουν τα ατυχήματα, με συσσώρευση πολλών σφαλμάτων».

Η σοβαρή γερμανική εφημερίδα «Zeit» δημοσιεύει άρθρο στο οποίο διατυπώνεται η ερώτηση πού πήγαν τα 240 δισ. ευρώ που δανειστήκαμε από τους θεσμούς. Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι. Από αυτά, τα 27 δισ. ευρώ πήγαν μόνο σε κάλυψη κρατικών ελλειμμάτων και τα υπόλοιπα σε επιστροφές παλαιών και νέων τόκων κ.λπ. Οι αριθμοί συνηγορούν στο αίτημα για αναδιάρθρωση του χρέους.

Ο τρόπος όμως που χειριστήκαμε το ζήτημα ήταν καταστροφικός. Από την πρώτη ημέρα η κυβέρνηση έθεσε δημοσίως ως προϋπόθεση για όποια συμφωνία το κούρεμα. Το ήξεραν οι δανειστές και είχαν το 2012 πολύ διακριτικά αναλάβει την υποχρέωση να το συζητήσουν μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης δανειακής σύμβασης. Οχι τυχαία κράτησαν χαμηλούς τόνους για το λεπτό αυτό ζήτημα που αφορά κατά κύριο λόγο χρήματα φορολογουμένων. Είναι το σημείο ρήξης των δανειστών με τη χώρα. Και συνεχίζουμε ακόμη και σήμερα να το προβάλλουμε ως προαπαιτούμενο για συμφωνία.

Ωσάν ταύροι εν υαλοπωλείω μπήκαμε σε διάλογο με ύφος και με γλώσσα εξεγερμένου εφήβου, αγνοώντας προκλητικά τις ευαισθησίες των άλλων, ώσπου τελικά ραγίσαμε το γυαλί.

Δεν καταλάβαμε τίποτε ή σκόπιμα συνεχίζουμε το ίδιο μοτίβο ώστε να μην υπάρξει συμφωνία;

Οι καρβουνιαραίοι του Αριστοφάνη ξέρουν μόνο έναν τρόπο διαπραγμάτευσης. Τον πόλεμο. Το Κούγκι. Ακόμη και αν είναι βέβαιο ότι θα χάσουν. Ο Δικαιόπολις, όμως, δεν ακολούθησε…