Στην Ελλάδα φθάνουμε ολοταχώς στο σημείο αν δεν είσαι άνεργος να θεωρείσαι πλούσιος. Και έτσι να σε μεταχειρίζεται η Εφορία.

Η πρώτη πράξη του σύγχρονου αυτού ελληνικού φοροδράματος παίχτηκε στα δύο πρώτα Μνημόνια. Οσες μεταρρυθμίσεις δεν μπορούσαν να προωθήσουν οι κυβερνήσεις Παπανδρέου και Σαμαρά τις φόρτωναν σε φόρους στις πλάτες των φορολογουμένων. Γι’ αυτό και απέτυχαν τα δύο προγράμματα. Οι φοροκαταιγίδες συρρίκνωσαν τα εισοδήματα και βάθυναν την ύφεση στην οικονομία, που όσο βούλιαζε αδυνατούσε να αποδώσει τα επιπλέον έσοδα στο κράτος. Και η φοροδιαφυγή ακλόνητη.

Η δεύτερη πράξη της σύγχρονης νεοελληνικής φοροτραγωδίας παίζεται τώρα. Διαθέτει, δε, όλα τα στοιχεία για να αποδειχθεί χειρότερης εκτέλεσης από την πρώτη. Προκειμένου να ρίξει στον Καιάδα επώδυνες μεταρρυθμίσεις στο Δημόσιο και να αποφύγει τις, πολιτικά δύσπεπτες, ιδιωτικοποιήσεις, η σημερινή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είτε ρίχνει στο τραπέζι του Brussels Group είτε είναι έτοιμη να αποδεχθεί ένα τσουβάλι φόρους για να κλείσει όπως όπως η συμφωνία ύστερα από τέσσερις μήνες άκαρπης διαπραγμάτευσης. Από την αύξηση ΦΠΑ και τη διατήρηση του ΕΝΦΙΑ μέχρι τις αναπροσαρμογές στους φόρους των αυτοκινήτων, τις προτάσεις για την επιβολή τέλους στις αναλήψεις μετρητών και έκτακτης εισφοράς ακόμη και σε μεσαίου επιπέδου εισοδήματα, όλα έχουν έναν και μοναδικό κοινό παρονομαστή: φόροι αντί για μεταρρυθμίσεις. Η χώρα θα γλιτώσει τη χρεοκοπία, όχι όμως και οι πολίτες της.

Μένοντας πιστή στην «παράδοση» όλων των κυβερνήσεων της Μεταπολίτευσης, και η σημερινή κυβέρνηση ετοιμάζεται να δικαιολογήσει τα μέτρα που συζητεί και προωθεί στο όνομα της σύλληψης τη φοροδιαφυγής και της δικαιότερης κατανομής των φορολογικών βαρών. Τι ειρωνεία, όμως! Ενώ από το ένα χέρι μοιράζει φόρους, από το άλλο δίνει συγχωροχάρτι στους φοροφυγάδες με τη ρύθμιση για τη νομιμοποίηση έναντι φόρου 15% των μαύρων καταθέσεων στο εξωτερικό. Αλλά και την άφεση αμαρτιών προς όλους όσοι διατηρούν αδήλωτα εισοδήματα στην Ελλάδα, εάν καταβάλουν φόρο 30%.

Κάπως έτσι διαγράφεται το περίγραμμα της νέας φορολογικής πολιτικής που υποτάσσεται, για άλλη μια φορά, στην πιεστική ανάγκη για εξεύρεση εσόδων. Αυτή τη φορά υπό το βάρος της τρομακτικής έλλειψης ρευστότητας στην οποία έχει περιέλθει η χώρα. Ετσι, οι κατ’ επάγγελμα φοροφυγάδες θα κληθούν να συνεισφέρουν τον οβολό τους από τους φόρους που δεν είχαν πληρώσει, με ένα γενναίο αντάλλαγμα: τη νομιμοποίηση όλων των αδήλωτων εισοδημάτων τους. Και όλοι οι υπόλοιποι συνεπείς φορολογούμενοι θα πληρώσουν νέους φόρους, είτε στο όνομα του εκσυγχρονισμού της φορολογίας των αυτοκινήτων και των ακινήτων είτε της αναδιάρθρωσης του ΦΠΑ και της φορολογίας εισοδήματος. Αυτό όμως δεν είναι μια δίκαιη αναδιανομή των φορολογικών βαρών. Είναι μια βίαιη εξίσωση των μεσαίων εισοδημάτων προς τα κάτω.