«Σκότωσα έναν δικό μου…Με σκότωσε… Εχασα». Ακούγονται πυροβολισμοί. Και τα πλήκτρα μιας κονσόλας. Κι έπειτα: «Καλωσήρθατε στο σπίτι όπου μένω», σε σπαστά ελληνικά. «Παίζω εδώ, με τον Χασάν. Να σας πω πώς ήρθα εδώ στην Ελλάδα. Πέρασα από την πατρίδα μου στο Σουδάν, την Αίγυπτο, τη Συρία και την Τουρκία. Περπατάω για να βρω το μέρος που πρέπει να πάω. Θα πάω τον Αύγουστο στη Ζυρίχη – εκεί είναι η μητέρα μου και ο θείος μου… Εχω χάσει πολλούς φίλους. Αλλά, εντάξει, έτσι είναι η ζωή… Και τώρα, ψάξε στο μαγνητόφωνο πού είναι το Play και με την εντολή μου πάτα το…».

Ο μικρός που ακούγεται στα ακουστικά μου ενώ κάθομαι μπροστά στο μαγνητόφωνο, στη θέση 5, είναι ένα από τα – ασυνόδευτα – προσφυγόπουλα που ζουν στον Σταθμό Εφήβων του Συλλόγου Μέριμνας Ανηλίκων (έχει ήδη δράση πάνω από έξι δεκαετίες) στα Εξάρχεια. Και είναι ένας από τους κατά κύριο λόγο κυνηγημένους πρωταγωνιστές μιας θεατρικής περφόρμανς – πείτε το θέατρο ντοκουμέντου – των περιζήτητων γι’ αυτό ακριβώς το είδος ανά την Ευρώπη Γερμανών Rimini Protokoll.

Τους είχαμε χειροκροτήσει το 2010 στο Ηρώδειο με τη «στατιστική αλυσιδωτή αντίδραση», όπως την αποκαλούσαν, περφόρμανς καθ’ ημάς, «Ο Προμηθέας στην Αθήνα», για την οποία ανέβασαν στη σκηνή 103 κατοίκους της Αθήνας όλων των ηλικιών με βάση τα στατιστικά δεδομένα της πόλης (ανάμεσά τους η φωνητική «παρουσία» της Κωνσταντίνας Κούνεβα, αλλά και τρεις «παράνομοι» μετανάστες), από ντελιβεράδες και συνταξιούχους έως αστροφυσικούς και νήπια, που μοιράστηκαν εμπειρίες τους (όπως η συγκλονιστική «Εχουμε δει κάποιον να πεθαίνει») και φώναξαν «Είμαστε η Αθήνα!». Οπως αντίστοιχα σε παραστάσεις υπό τον τίτλο «100%…» ή «100 Prozent…» ανέβασαν στη σκηνή το… Βερολίνο, την Κοπεγχάγη κ.ά. Τους έχουμε δει και σε περφόρμανς υπό τον τίτλο «Situation Rooms» στη Στέγη, με το κοινό, με ένα iPad στο χέρι, να γνωρίζει «από μέσα» τα μυστικά ενός ακτιβιστή, ενός γιατρού, ενός εμπόρου κ.ο.κ. και θα τους ξαναδούμε σε ένα τμήμα των «X-appartments» από 21 Μαΐου.

Ομως τούτη η πρόβα, η δοκιμή της περφόρμανς με τις αφηγήσεις παιδιών από τη Μέριμνα, προσφύγων και όχι μεταναστών, έγινε σε μια φιλόξενη αίθουσα του χώρου «Baumstrasse – Ο δρόμος με τα δέντρα», δίπλα στη λεωφόρο Αθηνών, στη μικρή οδό Σερβίων. Και το ίδιο βράδυ τα υλικά πακεταρίστηκαν για να μεταφερθούν στο Φεστιβάλ Schlossmediale 2015 στην Ελβετία. Οπου τα λεγόμενα των προσφυγόπουλων της Αθήνας θα κληθούν να αποδώσουν στα ίδια ακουστικά για το ξένο κοινό έφηβοι από τη μικρή πόλη όπου γίνεται το φεστιβάλ στο καντόνι του St. Gallen.

ΣΤΙΣ ΠΡΟΒΕΣ. Στόχος και εδώ, όπως μου εξηγεί η ψυχή των Rimini Protokoll – ένας εκ των τριών γερμανών ιδρυτών του σχήματος – Ντάνιελ Βέτσελ (κάποτε παντρεμένος με Ελληνίδα), είναι το ταρακούνημα του θεατή, που στην πραγματικότητα συμμετέχει και συμβάλλει στην ηχητική παράσταση. Ηχοι από αρμόνιο, από ένα αυτοκινητάκι, ένα πυροβόλο, αλυσίδες, μπίρες, κουδούνια, έναν πλαστικό καρχαρία, πέτρες, μέταλλα προστίθενται στις φωνές και στις αφηγήσεις μέσα από τα ακουστικά. «Θέλουμε να σας δείξουμε αυτό που θα έπρεπε να δείτε», λέει ο το μέλος των Rimini Protokoll. Και να ακούσουμε, έστω, θα προσέθετα.

Από τον Δεκέμβριο οι Rimini έχουν ξεκινήσει τη δουλειά γι’ αυτή τη «θεατρική δράση», στην οποία ο θεατής καλείται να εισέλθει και βγαίνει – όπως κι εγώ, θα πρέπει να πω – συγκλονισμένος ύστερα από 40 λεπτά βομβαρδισμού από αφηγήσεις, από μια αλληλουχία αλλόκοτων ήχων, από συναισθήματα. Αυτός είναι ο στόχος. Και σε αυτόν βοήθησαν και συνέβαλαν ο σκηνοθέτης Μενέλαος Καραμαγγιώλης (του «J.A.C.E.» και του «Rom»), που κλήθηκε να βιντεοσκοπεί, ο παλιός συνεργάτης τους Πρόδρομος Τσινικόρης, η Ιωάννα Βαλσαμίδου.

Κάπως έτσι δούλεψε ο Ντάνιελ Βέτσελ και για το σχέδιο του Μαΐου. Γύρισε στα στενά της Κυψέλης, ρώτησε για δρόμους και ανθρώπους και κατέληξε σε ένα ογκώδες ημιτελές γιαπί στην οδό – τι παράξενο! – Λήθης. Που έκοψε τη θέα προς την Ακρόπολη των περιοίκων και μένει κουφάρι αναξιοποίητο μιας πόλης που ξεχνάει ακόμη και τι ήθελε να κάνει. Εκεί έστησε για την περφόρμανς σε έναν όροφο τον κύριο Δημήτρη και σε άλλον δύο πιάνα με ουρά, αφημένα στα δάχτυλα των πιανιστριών αδελφών Αγγελικής και Μαίρης Μπόλλα. Και έψαξε. Εψαξε πολύ. Ετσι ανακάλυψε ότι κάτω από το πολυώροφο γιαπί κάποτε λειτουργούσε ο «Αρης», το πρώτο σινεμά της Αθήνας για ομιλούντα κινηματογράφο!

Αυτό για την αθηναϊκή περφόρμανς. Για την ελβετική, που πιθανότατα θα πάει και αλλού με τις σπαρακτικές φωνές των προσφυγόπουλων της Αθήνας (όπως μια άλλη περφόρμανς των δραστήριων Rimini Protokoll, με μια γυναίκα παράλυτη ύστερα από ένα ατύχημα σε πισίνα ξενοδοχείου της Κρήτης, καρφωμένη σε αμαξίδιο, να παλεύει να επικοινωνήσει με το κοινό, παρά την τραχειοτομή στην οποία έχει υποβληθεί), ο Βέτσελ εξήγησε στους 24 που συμμετείχαμε στη δοκιμή ότι βασίστηκε σε ένα «έργο» του πρωτοπόρου αμερικανού συνθέτη Τζον Κέιτζ. Ενα «έργο» πλασμένο από αλλόκοτους ήχους, που εκείνος είχε «ερμηνεύσει», με μπανιέρες, μπλέντερ, αρμόνιο και μαγνητοτόφωνο – μια ολόκληρη τρίλεπτη «παρτιτούρα» ήχων – το 1963, σε δημοφιλές αμερικανικό τηλεοπτικό σόου. Υπό τον τίτλο «Waterwalk» (κάτι σαν βάδισμα στο νερό).

Στη δική τους περφόρμανς ο τίτλος γίνεται «Evros Walkwater» και οι 24 θέσεις θεατών – με τα ακουστικά – πατούν πάνω σε έναν χάρτη με κέντρο την Ελλάδα ώς την Αφρική και την Ασία, απ’ όπου προέρχονται ή περνούν κυνηγημένα από νόμους, ανθρώπους και διωκτικά έθιμα τα προσφυγόπουλα: Πακιστάν, Αφγανιστάν, Ιράν, Συρία, Τουρκία. Ολα με ένα μεγάλο φουσκωτό, γεμάτο με νερό, στο κέντρο.