Ο χρόνος ήταν ρεκόρ. Δεν έχει συμβεί ποτέ σε διάστημα τόσο σύντομο από την ορκωμοσία του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να βρεθεί στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης. Εκείνο που δεν ήταν πρωτοφανές ήταν ότι ο Πρόεδρος βρέθηκε στην πλευρά του κόμματος που τον πρότεινε – και δεν συμπίπτει με το κόμμα από το οποίο προέρχεται. Αυτός ο άξονας Προεδρικού Μεγάρου – Μαξίμου με τον Πρόεδρο να ανήκει σε άλλη παράταξη από τον Πρωθυπουργό τείνει να προσλάβει κανονικότητα εθίμου στην ελληνική δημόσια ζωή.

Η εμπειρία έχει δείξει ότι οι διαφορετικές πολιτικές καταγωγές κάθε άλλο παρά εμποδίζουν τη συνεργασία. Ποια είναι η γενεαλογία της συγκατοίκησης;

Και πώς έχει δοκιμαστεί στα δίδυμα Στεφανόπουλου – Σημίτη και Παπούλια – Καραμανλή προτού καταλήξει στο σχήμα Παυλόπουλου – Τσίπρα;

Ηταν η πρώτη παρουσία του Προκόπη Παυλόπουλου στο Κοινοβούλιο μετά την εκλογή του. Κι ωστόσο ήταν αρκετή για να σπάσει το μορατόριουμ που εθιμικά προστατεύει την Προεδρία από τα βέλη της τρέχουσας πολιτικής αντιπαράθεσης.

Ο Πρόεδρος είχε παραστεί και χαιρετίσει στην εναρκτήρια συνεδρίαση της «Επιτροπής Αλήθειας για το Χρέος». Πρόκειται για μια Επιτροπή που δεν ψηφίστηκε από το Κοινοβούλιο, αλλά ορίστηκε από την Πρόεδρό του, ενώ στις εργασίες της δεν είχαν κληθεί, όπως διατείνονται, η ΝΔ, Το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ.

Οι αντιδράσεις ήταν ασυνήθιστες. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ απέστειλε μάλιστα δημόσια επιστολή προς τον Παυλόπουλο χαρακτηρίζοντας «θεσμικά οδυνηρή» τη συμμετοχή του Προέδρου σε μια διαδικασία που «υποδύεται την κοινοβουλευτική, χωρίς να είναι τέτοια». Μέχρι και ο ευρωβουλευτής της ΝΔ Γιώργος Κύρτσος επιτέθηκε στον Παυλόπουλο, κρίνοντας «λογική την παρουσία του στην Επιτροπή για το χρέος. Με τόσους διορισμούς συνέβαλε στην αύξησή του» όπως σχολίασε στο twitter ο ευρωβουλευτής.

Ο Παυλόπουλος απάντησε στον Βενιζέλο αποφεύγοντας την οξύτητα, τονίζοντας ωστόσο ότι «έχει πλήρη συναίσθηση του πλαισίου των αρμοδιοτήτων του».

Η σύμπλευσή του με την κυβέρνηση –που εκφράστηκε και με την παρουσία του στην Επιτροπή –θεωρήθηκε πάντως αναμενόμενη. Το σκεπτικό ήταν ότι όλοι οι Πρόεδροι έχουν την τάση να ανταποδίδουν τη στήριξη στα κόμματα που τους πρότειναν. Σύμφωνα με αυτή την ανάγνωση, θα ήταν έκπληξη αν είχε αρνηθεί την πρόσκληση.

Αλλωστε η πολιτική του σύγκλιση με τον ΣΥΡΙΖΑ είχε εμφανιστεί πριν το κυβερνών κόμμα τον προτείνει για το ύπατο αξίωμα. Ως βουλευτής της ΝΔ είχε βρεθεί αρκετές φορές πιο κοντά στις απόψεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παρά στην κυβέρνηση Σαμαρά –πότε υπερασπιζόμενος την αντισυνταγματικότητα του ΕΝΦΙΑ και πότε επιτιθέμενος ευθέως στον υπουργό Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα.

Πρόκειται για μια σύγκλιση που δεν περιορίζεται στο πρόσωπό του, αλλά, σύμφωνα με μια εκδοχή, περιλαμβάνεται στο ευρύτερο «φλερτ» της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ με τη νεοκαραμανλική πτέρυγα της συντηρητικής παράταξης.

Οπως κι αν εξελιχθεί η ώσμωση, ο Παυλόπουλος, από τα πρώτα δείγματα γραφής του στην Προεδρία, δείχνει ότι ακολουθεί την πεπατημένη της βελούδινης συγκατοίκησης, διευκολύνοντας την ατζέντα της κυβέρνησης που είχε την πρωτοβουλία της ανάδειξής του.

Η εποχή της εξωστρέφειας

Με τον Στεφανόπουλο αρχίζει η παράδοση να προτείνει το κυβερνών κόμμα Πρόεδρο προερχόμενο από την αντίπαλη παράταξη –αν και η πρωτοβουλία για την υποψηφιότητα Στεφανόπουλου το 1995 ανήκε στην Πολιτική Ανοιξη και το ΠΑΣΟΚ είχε τυπικά ακολουθήσει.

Η δεύτερη πρωτοτυπία ήταν ότι ο προερχόμενος από τη συντηρητική παράταξη Πρόεδρος εγκαινίασε ένα τελείως διαφορετικό στυλ στην άσκηση των καθηκόντων του, σε σχέση με τον προκάτοχό του. Ο νέος ένοικος του Προεδρικού Μεγάρου δεν ήταν ο λακωνικός και ακριβοθώρητος άρχοντας που εμφανιζόταν μόνο στις επίσημες τελετές. Ο Στεφανόπουλος καθιέρωσε μια νέα εξωστρέφεια: πήγαινε σχεδόν όπου τον καλούσαν, ακόμη και σε βραβεύσεις, παρουσιάσεις βιβλίων κ.α. Συνομιλητής του εκείνη την εποχή μαρτυρά ότι η επιλογή αυτή ήταν συνειδητή. Ο Στεφανόπουλος ήθελε ο θεσμός να φαίνεται πιο προσιτός στους πολίτες και αντιπαρήλθε τις επιφυλάξεις ορισμένων που του έλεγαν ότι «προσέξτε, κύριε Πρόεδρε, γιατί μπορεί να καταλήξετε να σας χτυπούν στην πλάτη».

Το αποτέλεσμα ήταν η υψηλότατη δημοτικότητα του Στεφανόπουλου, που προσέδιδε σε κάθε του πρωτοβουλία, ακόμη και μια απλή δήλωση, μεγάλη πολιτική βαρύτητα. Ολες αυτές οι πρωτοβουλίες ήταν σε αρμονία –αν όχι σε πλήρη συμφωνία –με την κυβέρνηση Σημίτη, με την οποία ο Στεφανόπουλος συγκατοίκησε κατά τα οκτώ από τα δέκα χρόνια της θητείας του.

Τα παραδείγματα της αρμονικής συμβίωσης ήταν πολλά. Το 1999, στο δείπνο για την υποδοχή του προέδρου Κλίντον, ο Στεφανόπουλος είχε εκτονώσει το κλίμα έντονου αμερικανισμού, κάνοντας ορισμένες αιχμηρές αναφορές για το Κυπριακό, που δεν θα μπορούσε να είχε κάνει η κυβέρνηση.

Στη διαμάχη που είχε ξεσπάσει το 2003 για το αν έπρεπε ο αλβανικής καταγωγής μαθητής Οδυσσέας Τσενάι να είναι σημαιοφόρος στην παρέλαση, είχε αντιταχθεί στις αντίθετες φωνές τής τότε ΝΔ (Καμμένος, Ψωμιάδης) και είχε προσφέρει θεσμική κάλυψη στην άποψη του υπουργείου Παιδείας ότι δικαιούται ο αριστούχος να κρατήσει τη σημαία, ανεξαρτήτως ιθαγένειας. Και στην πιο εμβληματική παρέμβασή του, το 2001, είχε απορρίψει το αίτημα του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου για τις ταυτότητες, παρότι υπέρ του είχε σπεύσει να υπογράψει ο πρόεδρος της ΝΔ Κώστας Καραμανλής. «Οι εκτός νομοθετημένης διαδικασίας συλλεγείσες υπογραφές δεν είναι δυνατόν να ανατρέψουν τις διατάξεις του Συντάγματος (για τη διενέργεια δημοψηφίσματος)» ανέφερε τότε η ανακοίνωση της Προεδρίας.

Ο Στεφανόπουλος δεν έκρυψε άλλωστε ποτέ την εκτίμησή του για τον Κώστα Σημίτη, τον οποίο, σε συνέντευξή του μετά την αποχώρησή του από το αξίωμα, είχε χαρακτηρίσει «εντιμότατο άνθρωπο με πολύ σημαντικό έργο». Την εκτίμηση αυτή δεν του συγχώρησε ποτέ ένα κομμάτι της συντηρητικής παράταξης, όπως φάνηκε και από τις αντιδράσεις στην τελευταία δημόσια παρέμβασή του. Οταν, τον Δεκέμβριο του 2011, ο Στεφανόπουλος είχε με άρθρο του ζητήσει να στηριχθεί από τα κόμματα η κυβέρνηση Παπαδήμου προκειμένου να εξαντλήσει την τετραετία, κύκλοι προσκείμενοι στη ΝΔ είχαν σπεύσει να αποδομήσουν τον πρώην Πρόεδρο, χαρακτηρίζοντάς τον ως «γνωστό σημιτικό».

Χημεία εκτός πρωτοκόλλου

Η προεδρία Παπούλια κατά την πρώτη πενταετία της είχε ευθείες αναλογίες προς την περίοδο Στεφανόπουλου. Τα κομματικά πρόσημα είχαν αντιστραφεί –ο Πρόεδρος προερχόταν από το ΠΑΣΟΚ και είχε προταθεί από νεοδημοκράτη πρωθυπουργό -, αλλά λέγεται ότι δεν χρειάστηκε καν να προσπαθήσουν για να βρουν modus vivendi. Οταν ερωτάται σήμερα κορυφαίος παράγοντας της νεοκαραμανλικής διακυβέρνησης πώς ήταν οι σχέσεις του Κώστα Καραμανλή με τον Πρόεδρο, απαντά μονολεκτικά: «Αριστες».

Καραμανλής και Παπούλιας φαίνεται ότι, πέραν της θεσμικής συνεννόησης, είχαν και προσωπική χημεία, που εκφραζόταν και εκτός πρωτοκόλλου, με δείπνα σε ταβέρνες της Ραφήνας και κοινές πασχαλινές διακοπές στα χωριά των Ιωαννίνων.

Η δεύτερη θητεία του Παπούλια έμελλε να εκτυλιχθεί στον αντίποδα της πρώτης. Η Προεδρία δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη από την πολιτική θύελλα της κρίσης. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι από το 2009 μέχρι το 2015 ο Παπούλιας είδε να ορκίζονται μπροστά του πέντε πρωθυπουργοί (ο ένας εκ των οποίων υπηρεσιακός). Ο Πρόεδρος δεχόταν συνεχώς εκκλήσεις να εμπλακεί στην πολιτική ζωή –μην υπογράφοντας Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, όπως εκείνη για το κλείσιμο της ΕΡΤ, ή ακόμη και παραιτούμενος -, ενώ κλήθηκε να παίξει τον ρόλο του ρυθμιστή σε πρωτοφανείς συνθήκες. Κλήθηκε ακόμη και να εκπροσωπήσει τη χώρα σε Σύνοδο Κορυφής –λόγω της αδυναμίας του Αντώνη Σαμαρά να ταξιδέψει αεροπορικώς μετά την εγχείρηση στο μάτι του.

Στη συλλογική μνήμη έχει μείνει ως πιο δραματική στιγμή του Παπούλια η παρέλαση που διακόπηκε επεισοδιακά στις 28 Οκτωβρίου του 2011 στη Θεσσαλονίκη. Ωστόσο, συνεργάτης του θυμάται ότι η πιο δύσκολη περίοδος για την Προεδρία ήταν οι μέρες που ακολούθησαν, μετά την παραίτηση Παπανδρέου και μέχρι τον σχηματισμό κυβέρνησης υπό τον Λουκά Παπαδήμο.

Οπως εξηγεί ο ίδιος, η σταθερή μέριμνα του Παπούλια ήταν να μείνει υπεράνω της πολιτικής αντιπαράθεσης και όχι, όπως λέγεται, «να κάνει τον ήρωα». «Η Προεδρία απέφευγε να γίνεται μέρος του προβλήματος. Ο Παπούλιας ήταν έμπειρος. Εμενε ψύχραιμος και ήξερε να κινηθεί μέσα στο θεσμικό πλαίσιο».