Η πολιτική του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν απέναντι στη Δύση έχει παρανοηθεί ευρέως. Αντί να επικεντρώνονται σε ευρύτερα γεωπολιτικά μοτίβα –ιδιαίτερα την επίδραση της οικονομικής κρίσης του 2007-2008 στην παγκόσμια πολιτική σκηνή –οι σχολιαστές έχουν μετατρέψει την πολιτική του Κρεμλίνου σε ψυχόδραμα, το οποίο μπορεί να κατανοηθεί μόνο μέσω μιας ενδελεχούς εξερεύνησης της ρωσικής ψυχής. Το αποτέλεσμα είναι αλλεπάλληλες και ανεξέλεγκτες παρανοήσεις σχετικά με τους λόγους που οδήγησαν στη στροφή του Πούτιν από μια πολιτική που έμοιαζε με εκσυγχρονιστική, συμβιβαστική, ακόμη και φιλοδυτική στάση στον επιθετικό ρεβιζιονισμό.

Δύο τέτοιες λανθασμένες εξηγήσεις για τη σημερινή εξωτερική πολιτική της Ρωσίας έχουν προσφερθεί. Η πρώτη, από τους συμπαθούντες τον Πούτιν στη Γερμανία, θεωρεί ότι η ρωσική πολιτική αποτελεί τη λογική απάντηση στη στρατηγική περικύκλωσης που επιχειρεί η Δύση, χαρακτηρίζοντας την επέκταση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ προς την Ανατολή ως αχρείαστη πρόκληση. Αυτή η προσέγγιση βασίζεται στον ισχυρισμό ότι την εποχή της κατάρρευσης του Τείχους του Βερολίνου και της διάλυσης της Σοβιετικής Ενωσης η Δύση είχε υποσχεθεί ότι δεν θα υπάρξει επέκταση του ΝΑΤΟ.

Ομως αυτό δεν έγινε ποτέ. Μάλιστα, την άνοιξη του 1990 οι ΗΠΑ διατύπωσαν την άποψη ότι μια ενοποιημένη Γερμανία δεν μπορεί να είναι μέρος δύο διαφορετικών αμυντικών συστημάτων. Είναι σημαντικό όμως ότι στη δεκαετία του 1990 η Ρωσία δεν έδειξε να ανησυχεί για τις ευρωπαϊκές οικονομικές και αμυντικές δομές στις χώρες πρώην δορυφόρους της ΕΣΣΔ στην Κεντρική Ασία ή ακόμα και στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Εάν το είχε κάνει το Κρεμλίνο δεν θα χρειαζόταν να περάσουν δύο δεκαετίες για να αντεπιτεθεί. Η δεύτερη πιθανή εξήγηση για τη στροφή του Πούτιν υποστηρίζει ότι είναι παράλογος και μεγαλομανής. Μα είναι δυνατόν ο άνθρωπος που κάποτε έμοιαζε με σύγχρονο ηγέτη και ο Τζορτζ Μπους είχε χαρακτηρίσει το 2001 «ειλικρινή και αξιόπιστο» να μεταμορφώθηκε ξαφνικά σε κάποιον πιο τρελό από τον Ρασπούτιν; Μια καλύτερη εξήγηση μπορεί να δοθεί εάν κοιτάξουμε την προϊστορία της αλλαγής της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής που ξεκίνησε το 2008 με την κρίση στη Γεωργία. Οταν η Γεωργία, που φλερτάριζε με την ένταξη στο ΝΑΤΟ, απάντησε στρατιωτικά στις επιθέσεις από αυτονομιστές στη Νότια Οσετία –που υποστηρίζονταν από το Κρεμλίνο –η Ρωσία προχώρησε σε εισβολή προκειμένου να προστατεύσει την περιοχή, ενώ ενίσχυσε τη στρατιωτική της παρουσία και στην Αμπχαζία. Αυτή η κρίση ήταν ο προπομπός της ανάπτυξης ρωσικών δυνάμεων στην Κριμαία με τη δικαιολογία της προστασίας ρώσων πολιτών.

Ομως από τη Σύνοδο για την Ασφάλεια που έγινε στο Μόναχο το 2007 ο Πούτιν είχε δείξει ένα καινούργιο πρόσωπο, δίνοντας έμφαση στη δυναμική των αναδυόμενων οικονομικών –Βραζιλία, Ινδία, Κίνα και Ρωσία –ως εναλλακτική λύση στην παντοδυναμία των ΗΠΑ. Τον επόμενο χρόνο χτύπησε η κρίση, πείθοντας τον Πούτιν ότι η άποψή του ήταν προφητική, καθώς έδειχνε ότι οι ημέρες της αμερικανικής κυριαρχίας ήταν μετρημένες. Η ερμηνεία αυτή υποστηρίχθηκε από τις πολιτικές εξελίξεις σε Αμερική και Ευρώπη, καθώς ο Ομπάμα υποχώρησε σε κάποιες δεσμεύσεις και η αμερικανική απάντηση στις εξεγέρσεις της Αραβικής Ανοιξης ήταν αδύναμη. Ετσι ο Πούτιν προστάτευσε τα συμφέροντα της χώρας του στη Συρία.

Ενώ οι δυτικοί ηγέτες προσπαθούσαν να αποφύγουν την κρίση, ο Πούτιν λειτούργησε σαν αυτή να είχε ήδη επέλθει. Για τη Δύση, η διαχείριση του γεωπολιτικού χάους που ακολούθησε θα είναι ακόμα πιο δύσκολη από την επιδιόρθωση των λαβωμένων οικονομιών.

O Χάρολντ Τζέιμς είναι καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον

Επιχειρήματα

Η κρίση χρέους στην Ευρώπη – και η προφανής ανικανότητα των ηγετών της να αναλάβουν συντονισμένη δράση – έδωσε στο Κρεμλίνο, επιχειρήματα. Δεδομένου ότι τα χρέη και τα ελλείμματα στην Ευρώπη είναι πολύ χαμηλότερα από εκείνα των ΗΠΑ ή της Ιαπωνίας, θα περίμενε κάποιος ότι θα ήταν πιο εύκολο να αποφευχθούν η πόλωση και η παράλυση