Ανήμερα την Ημέρα των Ευχαριστιών του 2012. Ενας ψηλός, ευπαρουσίαστος δημοσιογράφος ονόματι Τζέιμς Φόλεϊ βρίσκεται καθοδόν προς τα τουρκικά σύνορα, όταν αποφασίζει να κάνει μία στάση σε Ιντερνετ καφέ, σε μία πόλη στη Βορειοδυτική Συρία. Ο εμφύλιος πόλεμος έχει ερημώσει την περιοχή κι έτσι ο Φόλεϊ έχει προσλάβει μεταφραστή για να τον βοηθήσει να περάσει τα σύνορα. Οι δύο άνδρες μπαίνουν μαζί στο καφέ, όπου περνούν περίπου μία ώρα, για δουλειά και κουβέντα με φίλους.

Στη συνέχεια καλούν ταξί με σκοπό να τους οδηγήσει κατευθείαν στα σύνορα. Κάπου στον δρόμο, τους σταματούν τρεις ένοπλοι άνδρες, ένας εκ των οποίων με καλυμμένο το πρόσωπο, και απάγουν τον 38χρονο τότε Φόλεϊ και τον μεταφραστή. Ο δεύτερος αφέθηκε ελεύθερος αργότερα. Ο Φόλεϊ όχι. Πέρασαν δύο χρόνια από τότε, χωρίς κανένα ίχνος του. Εως σήμερα. Οι εξτρεμιστές μαχητές του Ισλαμικού Κράτους ανέβασαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης βίντεο της δολοφονίας του διά αποκεφαλισμού.

«Η Συρία είναι το πιο επικίνδυνο μέρος για τους δημοσιογράφους. Περισσότεροι από 60 έχουν σκοτωθεί από όταν ξεκίνησε ο πόλεμος και πολλοί ακόμη έχουν απαχθεί, με σκοπό να γίνουν ενεχυροδανειστήρια της σύρραξης». Με αυτόν τον σύντομο πρόλογο ξεκινούσε το εκτενές άρθρο του στο Vanity Fair τον περασμένο Μάιο ο δημοσιογράφος Τζέιμς Χάρκιν, ο οποίος από το 2013 είχε μεταβεί στη Συρία σε μία προσπάθεια να αναζητήσει τα χνάρια του Τζέιμς Φόλεϊ και του Οστιν Τάις, επίσης δημοσιογράφου, αμφότεροι εξαφανισμένοι από το 2012.

Μερικές μέρες προτού ο Χάρκιν αναχωρήσει για τη Συρία, η ιστοσελίδα Global Post με την οποία συνεργαζόταν ο Φόλεϊ, είχε αναθέσει σε μία ιδιωτική εταιρεία ασφάλειας να ερευνήσει την εξαφάνισή του. Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία που είχε καταφέρει να συγκεντρώσει, ο Φόλεϊ είχε συλληφθεί από τις δυνάμεις του σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ και κρατούνταν σε φυλακή της Δαμασκού. Η πλειονότητα ωστόσο των ανθρώπων με τους οποίους ήρθε σε επαφή ο Χάρκιν δεν το πίστευαν. Σύμφωνα με δημοσιογράφο της ιστοσελίδας της συριακής αντιπολίτευσης, ο Φόλεϊ είχε απαχθεί από σύρους ισλαμιστές της οργάνωσης Αλ Νόστρα, παρακλάδι της Αλ Κάιντα στη Συρία.

Στον αγώνα της ενημέρωσης, ο Φόλεϊ είχε θέσει πολλές φορές τη ζωή του σε κίνδυνο στη Συρία. Δεν ανήκε σε εκείνη τη γενιά των δημοσιογράφων που πληρώνονταν με το αζημίωτο για να καλύψουν πολέμους, από το Βιετνάμ έως το Κουβέιτ, σχολιάζει η Washington Post. Ο Φόλεϊ ήταν freelancer. Μετά τον θάνατο της αμερικανίδας δημοσιογράφου Μαρί Κόλβιν το 2012 στη Χομς, άλλωστε, τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης έπαψαν να στέλνουν ανταποκριτές. Ο Χάρκιν εκτιμά ότι περίπου το 80% των δημοσιογράφων που βρίσκονται σήμερα στη Συρία είναι freelancers.

Οπως προκύπτει από την εκτενή έρευνα του Χάρκιν, οι δημοσιογράφοι που συλλαμβάνονταν από το καθεστώς του Ασαντ, στις περισσότερες περιπτώσεις αφήνονταν ελεύθεροι μετά την καταβολή λύτρων. Ο αντάρτες της αντιπολίτευσης από την πλευρά τους προσπαθούσαν να προστατεύσουν τους δημοσιογράφους – στην αρχή του εμφυλίου, τουλάχιστον – καθώς ήθελαν οι αγριότητες του συριακού καθεστώτος να κάνουν τον γύρο του κόσμου. Ο χρόνος περνούσε όμως και χωρίς καμία μεσολάβηση από τη Δύση, αρκετοί αντάρτες άρχισαν επίσης να χρησιμοποιούν τους δημοσιογράφους για να αντλήσουν χρήματα. Στην περίπτωση του Φόλεϊ ωστόσο, κανείς δεν είχε ζητήσει χρήματα, γεγονός που έστρεφε τις υποψίες προς τους τζιχαντιστές.

Ο Φόλεϊ εξαφανίστηκε σε μία περιοχή στην οποία εισέβαλαν το 2013 τζιχαντιστές, είτε «εγχώριοι» (του Μετώπου Αλ Νόστρα) είτε από άλλα μέρη, περιλαμβανομένων των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους. Οπως χαρακτηριστικά έγραφε στο Vanity Fair ο Χάρκιν, «δεν είναι μόνο οι δημοσιογράφοι freelancer στη Συρία, αλλά και οι ένοπλοι εξτρεμιστές. Αυτό είναι που κάνει τον πόλεμο τόσο διαφορετικό και τόσο δύσκολο για ένα δημοσιογράφο να τον καλύψει».

Ο αμερικανός δημοσιογράφος είχε επίσης συλληφθεί στη Λιβύη, το 2011. Τότε είχε παραμείνει στη φυλακή για αρκετές εβδομάδες. Την εμπειρία του είχε περιγράψει σε μία σειρά από άρθρα του στην Global Post με τον γενικό τίτλο «Στην καρδιά της Λιβύης του Καντάφι» (Inside Gaddafi’s Libya).