Μπορεί διαχρονικά το τσιγάρο στα χείλη να αποτελεί αναπόσπαστο αξεσουάρ κάθε γυναίκας που διεκδικεί τον τίτλο της μοιραίας. Μπορεί να βλάπτει σοβαρά την υγεία, αλλά τα στοιχεία δείχνουν ότι ωφελεί πολύ την οικονομία –αρκεί να σκεφτεί κάποιος ότι η Καβάλα με τα διάσημα καπνομάγαζά της στις αρχές του 20ού αιώνα διέθετε 150 ραφτάδες για να καλύψει τις ανάγκες της ανερχόμενης (λόγω του εμπορίου καπνού) μεσαίας τάξης. Κι αν κατέχει πρωτεύουσα θέση στους στίχους των τραγουδιών που μιλούν για πόνο και μαράζι, οι αιματηρές συγκρούσεις των καπνεργατών με την κρατική εξουσία αποτέλεσαν την αφορμή για τον Γιάννη Ρίτσο ώστε να γράψει τον «Επιτάφιό» του.

Το ευλογημένο και συνάμα καταραμένο φυτό δεν εμφανίστηκε στριμωγμένο στο χαρτί του τσιγάρου ή να καίγεται μέσα μια ξύλινη πίπα ή στον λουλά (την κεραμική εστία) του ναργιλέ.

Το ντεμπούτο του το έκανε ως καλλωπιστικό φυτό στους βασιλικούς κήπους και με πρωταγωνιστικό ρόλο στην ιατρική έως τον 18ο αιώνα. Χαρακτηριστικό είναι ότι σε ένα βοτανολογικό εγχειρίδιο του 1556 αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι ο καπνός καθάριζε το αναπνευστικό σύστημα, χρησιμοποιούνταν ως παυσίπονο ακόμη και στις ωδίνες του τοκετού ή και ως αντισηπτικό. Το 1560 ο πρεσβευτής της Γαλλίας στη Λισαβόνα Ζαν Νικότ προσέφερε τον καπνό ως δώρο στην Αικατερίνη των Μεδίκων για να αντιμετωπίσει τις ημικρανίες της και τα αποτελέσματα ήταν τέτοια, ώστε ο καπνός απέκτησε γρήγορα μυθικές ιδιότητες και αναδείχθηκε σε γιατρικό για κάθε πάθηση.

Από τους καπνόσπορους, που δεν περιέχουν νικοτίνη, παράγεται εξαιρετικό βρώσιμο έλαιο και τα κατάλοιπα της πρέσας χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφή, ενώ η καθαρή νικοτίνη αποτελεί βασικό συστατικό για εντομοκτόνα.

Πότε όμως ο καπνός τυλίχτηκε στο χαρτί κι έγινε το δημοφιλές τσιγάρο; «Ανέκδοτες ιστορίες συνδέουν τον ανατολικό καπνό –εκείνον δηλαδή που καλλιεργείται στη Θράκη και την Ανατολική Μακεδονία από τον 18ο αιώνα, έχοντας φτάσει από τον Πόντο και τα παράλια της Μικράς Ασίας –με την ανακάλυψη του τσιγάρου από τους στρατιώτες του Ιμπραήμ Πασά. Το 1840, ενώ πολιορκούσαν την πόλη της Ακρας στη Συρία, λόγω έλλειψης ναργιλέδων αναγκάστηκαν να τυλίξουν τον καπνό από την Καβάλα στο χαρτί με το οποίο τύλιγαν το μπαρούτι των πυροβόλων τους» μας εξηγεί ο Σπύρος Φλεβάρης, επιμελητής της έκθεσης «Καπνός – 101 σημειώσεις για τα ανατολικά καπνά», που διοργανώνουν το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το αρχιτεκτονικό γραφείο Flevaarch και το Μουσείο Μπενάκη στο κεντρικό κτίριο του Μουσείου στην οδό Κουμπάρη. Εκεί που επί της υποδοχής, σε μια ειδική προθήκη, μπορεί ο επισκέπτης να μυρίσει από τη φετινή σοδειά καπνό από την Κατερίνη και από την Ξάνθη για να καταλάβει τη διαφορά.

Φημισμένος και περιζήτητος διεθνώς, ο καπνός ελληνικής παραγωγής μπορεί να έχει ταυτιστεί με το προφίλ διάσημων γυναικών και ήδη από το 1618 ολόκληρη η αριστοκρατική τάξη της Αγγλίας –άνδρες και γυναίκες χωρίς διάκριση –να καπνίζει, όμως και η παραγωγή και κυρίως η διαλογή του πέρασε από γυναικεία χέρια. Για του λόγου το αληθές, αρκεί μια ματιά στην τεράστια τοιχογραφία που κοσμεί το εστιατόριο του σουηδικού μονοπωλίου στη Στοκχόλμη (υπό κλίμακα βρίσκεται στην είσοδο της έκθεσης). Εκεί απεικονίζονται το χωριό Παπαδάτες έξω από το Αγρίνιο που φημιζόταν για την καπνοπαραγωγή του και η πραγματικότητα της εποχής (1947), με τις γυναίκες να δουλεύουν στα χωράφια και τους άνδρες να πίνουν καφέ και να καπνίζουν στο καφενείο. Ισως για να δοκιμάσουν την ποιότητα του προϊόντος τους.

INFO: Η έκθεση «Καπνός – 101 σημειώσεις για τα ανατολικά καπνά» στο Μουσείο Μπενάκη (Κουμπάρη 1) έως 31 Αυγούστου

Πέµυ Ζούνη: «Με εκνευρίζει αλλά το απολαµβάνω»

Τι είναι αυτό που αναδεικνύει τον καπνό στη συνήθεια που λατρεύουμε να μισούμε; «Μου αρέσει η μυρωδιά του. Η κίνηση που κάνω για να στρίψω το τσιγάρο. Το άρωμα του καπνού της πίπας» μας εξομολογείται η ηθοποιός Πέμυ Ζούνη, η οποία δεν αποχωρίζεται εύκολα το τσιγάρο από τα χείλη της τα τελευταία είκοσι χρόνια. «Την ίδια στιγμή δεν αισθάνομαι ευχαρίστηση, επειδή καταλαβαίνω ότι κάνω κάτι ανθυγιεινό. Εκνευρίζομαι επειδή είμαι εξαρτημένη και το αίσθημα αυτό επιτείνεται όταν βρίσκομαι στο εξωτερικό και πρέπει να πάω σε κάποιο ιδιαίτερο μέρος όπου επιτρέπεται το κάπνισμα. Αισθάνομαι όπως κάποιος που θέλει τη δόση του. Η γοητεία του τσιγάρου ωστόσο οφείλεται, πιστεύω, στη συνενοχή και στο φιλικό κράτημα που μου προσφέρει όταν θέλω να σκεφτώ ή όταν βρίσκομαι σε δύσκολη θέση και θέλω να εκτονώσω την ενέργειά μου» καταλήγει.