Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) του Συμβουλίου της Ευρώπης καταδίκασε την Τουρκία για μια υπόθεση που αφορά κρατούμενους, οι οποίοι καταγγέλλουν ότι δεν τους επιτράπηκε να εκφράζονται στην κουρδική γλώσσα σε τηλεφωνικές τους συνδιαλέξεις με τους δικούς τους.

Η Τουρκία έχει τροποποιήσει τους κανονισμούς έκτοτε. Αρκεί μια απλή δήλωση του κρατουμένου ή ενός εκ των κοντινών του προσώπων σύμφωνα με την οποία ο ένας ή ο άλλος δεν καταλαβαίνει την τουρκική γλώσσα, εξήγησε το Δικαστήριο.

Οι ενάγοντες σε αυτήν την υπόθεση, συνολικά 5, προσέφυγαν εναντίον αποφάσεων που είχαν ληφθεί κυρίως το 2006 και το 2008 από τις τουρκικές δικαστικές αρχές.

Τα τουρκικά δικαστήρια είχαν κρίνει δικαιολογημένους τους περιορισμούς που είχαν επιβληθεί στην χρήση της κουρδικής γλώσσας από τους κρατούμενους. «Ο καθένας εκ των εναγόντων εμποδίστηκε από τις σωφρονιστικές αρχές να κάνει τηλεφωνικές συνομιλίες στα κουρδικά» ανέφερε το ΕΔΑΔ.

Οι ευρωπαίοι δικαστές εκτίμησαν ότι εξαιτίας αυτού υπήρξε μια «επέμβαση» η οποία «πλήττει το δικαίωμα στο σεβασμό της οικογενειακής ζωής και της αλληλογραφίας», τα οποία εγγυάται η ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα δικαιώματα του ανθρώπου.

Εκτός της συμβολικής καταδίκης, το Δικαστήριο του Στρασβούργου αποφάσισε να επιβάλει στην Τουρκία να αποζημιώσει κάθε ενάγοντα με 300 έως 500 ευρώ για ηθική βλάβη.

Οι δικαστές αυτοί αποκάλυψαν ότι «ο περιοριστικός νόμος που τίθεται υπό αμφισβήτηση ήταν γενικός και αδιαφοροποίητος» και δε συνδεόταν με τις «σωφρονιστικές απαιτήσεις, σε όρους ασφάλειας».

Επαναλαμβάνοντας ότι «η κουρδική γλώσσα είναι μία από τις γλώσσες που χρησιμοποιούνται ευρέως στην Τουρκία», οι δικαστές του ΕΔΑΔ «συμπέραναν ότι αυτός ο περιορισμός δε βασίζεται ούτε σε συναφή ούτε σε επαρκή κίνητρα».