Ολοένα και περισσότερα μουσεία τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στην Ευρώπη αποφασίζουν τα τελευταία χρόνια να επιστρέψουν στις χώρες από τις οποίες προέρχονται αρχαιότητες που αποδεδειγμένα αποτελούν προϊόντα παράνομης διακίνησης. Την ώρα που η προσοχή στρέφεται στην ίδια την πράξη του επαναπατρισμού, οι «Νιου Γιορκ Τάιμς» θέλησαν να μάθουν την τύχη ορισμένων από τις αρχαιότητες που επεστράφησαν, καθώς άλλες έτυχαν λαμπρής υποδοχής και πήραν τη θέση που τους άξιζε, σε άλλες περιπτώσεις όμως, μετά τον θρίαμβο και τις φανφάρες, ακολούθησε η καλοπροαίρετη αμέλεια των Αρχών, που όχι λίγες φορές τις καθιστά απρόσιτες στο ευρύ κοινό.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η λεγόμενη Αφροδίτη (ή Περσεφόνη) Μοργκαντίνα, το υπερμέγεθες άγαλμα (2,2 μ.), έργο του 5ου αι. π.Χ., που εκλάπη από τη Σικελία και πωλήθηκε ύστερα από πολλές περιπέτειες το 1988 στο αμερικανικό Μουσείο Γκέτι προς 18 εκατ. δολάρια. Το γλυπτό –που θεωρείται ότι είναι έργο μαθητή του Φειδία –επεστράφη στη Σικελία το 2011, στην επαρχιακή πόλη Αηδόνα, σε μια περιοχή όπου τα μέσα μαζικής μεταφοράς δεν είναι αξιόπιστα και οι τοπικοί δρόμοι είναι ορισμένες φορές κλειστοί. Το αποτέλεσμα ήταν πέρυσι να επισκεφθούν το μουσείο της περιοχής όπου φυλάσσεται και η περίφημη Αφροδίτη 30.767 άτομα, όταν την τελευταία χρονιά που εκτέθηκε στο Λος Αντζελες το Γκέτι έκοψε 400.000 εισιτήρια.

Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις ο επαναπατρισμός δεν σχετίζεται μόνο με το ένδοξο παρελθόν, αλλά και την ισχυροποίηση της θέσης της χώρας που διεκδικεί την επιστροφή των πολιτιστικών θησαυρών. Το 2010 το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Γέιλ συμφώνησε να επιστρέψει στο Περού χιλιάδες αντικείμενα που είχαν έρθει πριν από έναν αιώνα στο φως στην περιοχή του Μάτσου Πίτσου. «Αυτό που κάποτε ήταν ένδειξη δύναμης σήμερα είναι σημάδι αδυναμίας» λέει ο υφυπουργός Πολιτισμού του Περού Λουίς Καστίγιο Μπάτερς. «Εχουμε το ηθικό πλεονέκτημα και θέλουμε πίσω τα συγκεκριμένα κομμάτια επειδή εδώ ανήκουν, εδώ είναι το μέρος που παρήχθησαν» λέει για τα αντικείμενα –εργαλεία, κοσμήματα, οστά, έργα κεραμικής –που έχουν περίοπτη θέση στο τοπικό μουσείο. Στο μεταξύ έχει αναπτυχθεί συνεργασία ανάμεσα στο ερευνητικό κέντρο του τοπικού πανεπιστημίου και του αμερικανικού μουσείου.

Μια άλλη περίπτωση επαναπατρισμού δεν έχει να κάνει με μουσεία, αλλά απευθείας με συλλέκτες, όπως συνέβη με την Ντομινίκ ντε Μενίλ, η οποία αγόρασε το 1985 βυζαντινές τοιχογραφίες του 13ου αιώνα που προέρχονταν από ελληνορθόδοξη εκκλησία της Κύπρου. Οταν ο τούρκος έμπορος της προσέφερε τις τοιχογραφίες, εκείνη αθόρυβα προσέγγισε την Εκκλησία της Κύπρου, οπότε και πληροφορήθηκε ότι προέρχονταν από τον Αγιο Ευφημιανό στη Λύση, στα Κατεχόμενα. Τις αγόρασε, πλήρωσε για τη συντήρησή τους και τις εξέθετε σε ειδικό χώρο στο Χιούστον του Τέξας από το 1998 κατόπιν συμφωνίας με την Εκκλησία της Κύπρου.

Πριν από δύο χρόνια η Κύπρος διεκδίκησε και πέτυχε τον επαναπατρισμό τους και τώρα οι τοιχογραφίες εκτίθενται στο δεύτερο σε επισκεψιμότητα κυπριακό μουσείο, στο Βυζαντινό του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’.

Τρανταχτή υπόθεση ήταν κι εκείνη του περίφημου κρατήρα του Ευφρονίου που επεστράφη στην Ιταλία ύστερα από πολλά χρόνια διαπραγματεύσεων με το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, το οποίο τον είχε αγοράσει από έμπορο τέχνης το 1972. Σήμερα το εντυπωσιακό αγγείο, που έως το 2006 θαύμαζαν εκατομμύρια επισκέπτες του νεοϋορκέζικου μουσείου,μ βρίσκεται στο Εθνικό Ετρουσκικό Μουσείο της Ρώμης, στη Βίλα Μποργκέζε, όπου οι επισκέπτες είναι λιγοστοί.