Η συρρίκνωση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος στα παραδοσιακά ΜΜΕ δεν σήμανε και συρρίκνωση των παραγόμενων καθημερινά κειμένων, για κάθε πτυχή της δημόσιας ζωής. Το Iντερνετ επέτρεψε τον πολλαπλασιασμό των δημοσιευόμενων καθημερινά λέξεων και, ταυτόχρονα, τον εκδημοκρατισμό του δημόσιου διαλόγου. Θεωρητικώς, μπορούν να εκφραστούν οι πάντες –και να πουν τα πάντα. Ο πληθωρισμός μάλιστα των κειμένων κάνει δυσκολότερη την αναζήτηση εκείνων που έχουν πραγματικό ενδιαφέρον. Ή εκείνων που έχουν γραφτεί με νηφαλιότητα –αφού οι αφορισμοί, οι μαϊμουδιές, τα τρολ και ο λόγος του μίσους συμβάλλουν στη μεταβολή των αναγνωστικών συνηθειών και στην περιφρόνηση των στοιχειωδών κανόνων του ορθολογικού δημοκρατικού διαλόγου. Αλλά έτσι είναι η ζωή και οι κανόνες είναι κανόνες, ακόμα κι ό,τι δεν μας αρέσει μπορεί να δημοσιεύεται ελεύθερα.

Ολων; Ακόμα και ένας κατά συρροήν δολοφόνος, που σκότωνε πρόσωπα με τα οποία διαφωνούσε μαζί τους πολιτικά, μπορεί να δημοσιεύει ελεύθερα τις πολιτικές απόψεις του;

Προσωπικώς, πιστεύω ότι, ναι, και αυτός. Εχει βεβαίως καταδικαστεί και εκτίει τη βαριά ποινή του στη φυλακή, αλλά προφανώς έχει δικαίωμα στην άποψή του. Το θέμα όμως δεν είναι αν έχει άποψη για τη σημερινή πολιτική κατάσταση και τη διατυπώνει. Το θέμα είναι αν η άποψη αυτή μπορεί να θεωρείται άξια προσοχής και να φιλοξενείται ισότιμα ανάμεσα στις άλλες απόψεις, στο πλαίσιο του δημοκρατικού διαλόγου, όχι στο ανεξέλεγκτο Iντερνετ, αλλά σε Μέσα που έχουν αποδείξει ότι συμβάλλουν στον δημοκρατικό διάλογο.

Μια τέτοια συνέντευξη, του τρομοκράτη Κουφοντίνα, δημοσιεύθηκε τις προάλλες. Ο δολοφόνος της 17 Νοέμβρη διατυπώνει απόψεις για την κρίση και την εξέγερση, απαιτώντας να τον πάρουν στα σοβαρά. Αλλά να τον πάρουν στα σοβαρά ως τι; Τι άλλο εκτός από τις δολοφονίες που διέπραξε μπορεί να επικαλεσθεί;

Οι καιροί έχουν αλλάξει. Η εποχή που οι τρομοκράτες σκότωναν για να μπορούν, αμέσως μετά, να δημοσιεύουν ατέλειωτα «σεντόνια», τις αναλύσεις τους για την πολιτική συγκυρία, έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Ούτε οι πράξεις των τρομοκρατών επηρέασαν τις εξελίξεις ούτε οι απόψεις τους είχαν κάτι που θα μπορούσε να επηρεάσει –στην πραγματικότητα, υπό τον υποτίθεται μαρξιστικό μανδύα τους, θεωρίες συνωμοσίας αναμασούσαν. Το μόνο που έμεινε από εκείνη την περίοδο είναι το αίμα και το μίσος. Είναι το τελευταίο πράγμα, όμως, που χρειάζεται η χώρα στη σημερινή συγκυρία. Η δημοκρατία δεν έχει κανέναν λόγο να συνομιλεί με δολοφόνους. Δεν έχουν τίποτα να προτείνουν πέρα από βία και μίσος.