«Ποιος Χίτλερ και πράσινα άλογα. Στη Χρυσή Αυγή είμαστε για να επιζήσουμε –να βγάλουμε τον επιούσιο». Ο 45χρονος Χρήστος, άνεργος κάτοικος του Αγίου Παντελεήμονα –πατέρας ενός εφήβου –φαινόταν απολύτως ξεκάθαρος. Καμία ιδεολογική σύγχυση, καμία ενοχή. Το αφήγημα της ζωής του είναι απλό: ζει με την οικογένειά του στην πιο υποβαθμισμένη περιοχή της Αθήνας, είναι άνεργος –η γυναίκα του καθαρίζει σπίτια όποτε βρει μεροκάματο. Αισθάνεται καθημερινά απειλούμενος από τον Νιγηριανό ο οποίος δεν έχει ούτε ευρώ στην τσέπη, μαζεύει σκουπίδια για να ζήσει και κοιμάται σε ένα γειτονικό υπόγειο μαζί με δέκα ακόμη εξαθλιωμένους συμπατριώτες του.

Η Χρυσή Αυγή ήταν γι’ αυτόν μια κάποια λύση. Του δημιουργούσε ασφάλεια –«ξέρεις τι είναι να είσαι μέρος μιας οργάνωσης που σε φροντίζει και σε προστατεύει από τις ορδές των ξένων; Να «καθαρίζει» τη γειτονιά και στο τέλος της μέρας όλο και κάτι να περισσεύει για την οικογένεια από τα πλιάτσικα στους πλανόδιους λαθρομετανάστες, από τις πωλήσεις ρούχων, από τα θελήματα στους γέρους και τα ποικίλα έσοδα της τοπικής οργάνωσης. Εντάξει, ρίχνουμε και καμιά φάπα, κάνουμε και καμιά φασαρία, σηκώνουμε και καμιά ελληνική σημαία. Σημασία, όμως, έχει ότι επιβιώνουμε. Και άσε τους άλλους –τους πυροβολημένους –να λένε για Χίτλερ και κουραφέξαλα. Και τους πολιτικούς να κονομάνε στη Βουλή».

Τα ζητήματα δεν είναι ιδεολογικά. Ούτε πολιτικά. Είναι απλώς κοινωνικά και κυνικά: όσο ο Χρήστος κι οι όμοιοί του νιώθουν πιο κοντά στους φασίστες της Χρυσής Αυγής από ό,τι στις υπηρεσίες του δήμου, στον αστυνομικό της γειτονιάς ή στον εκπρόσωπο της Πολιτείας, η Χρυσή Αυγή θα υπάρχει –ακόμη και αν οι Μιχαλολιακοπαππάδες παραμείνουν εσαεί στη φυλακή: όπου δεν υπάρχει το κράτος, το κενό καλύπτεται από το παρακράτος…